Πώς δεν έγινα δημοσιογράφος

Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
«Εσείς οι δημοσιογράφοι φταίτε για όλα!»
Οπως όλες οι γενικεύσεις, και αυτή είναι και ρατσιστική και λανθασμένη. Αλλά είναι ακόμη πιο λανθασμένη όταν απευθύνεται σε κάποιον όπως εγώ που… δεν είναι δημοσιογράφος.
Την ακούω δεκαετίες τώρα. Το κοινό δεν ξεχωρίζει ειδικότητες. Οποιος υπογράφει στήλες σε έντυπα ή εμφανίζεται στην τηλεόραση θεωρείται γενικώς δημοσιογράφος.
Και, ως γνωστόν, οι δημοσιογράφοι ταυτίζονται με τα γεγονότα που αναφέρουν (αυτή είναι η αρχαιότερη εκδοχή των fake news). Πιο παλιά ακόμα ήταν η περίπτωση του αγγελιαφόρου στις αρχαίες τραγωδίες, ή στα παραμύθια (όπου συχνά του παίρνανε και το κεφάλι) όταν έφερνε άσχημα νέα. Να μην πούμε για τους άτυχους «μάντεις κακών». Η Κασσάνδρα όλο σωστά προφήτευε και όμως της βγήκε κακό όνομα.
Αλίμονο: οι καημένοι οι δημοσιογράφοι ευθύνονται για τα γεγονότα όσο και οι γιατροί για τις αρρώστιες που ανακαλύπτουν στις διαγνώσεις τους. (Τουλάχιστον όμως οι γιατροί πολύ συχνά θεραπεύουν.)
Και τι γίνεται με τους γράφοντες μη δημοσιογράφους; Γιορτάζουν επέτειο!
Φέτος κλείνουν σαράντα χρόνια από το 1979, τότε που ο εκδότης Γιάννης Πουρνάρας με κάλεσε και μου πρότεινε να γράφω μια εβδομαδιαία στήλη στο περιοδικό του, τα «Επίκαιρα».
Είχε προηγηθεί, το ’75, η έκδοση του βιβλίου μου: «Η Δυστυχία του να είσαι Ελληνας» που με μεταμόρφωσε από σοβαρό δοκιμιογράφο και ποιητή, σε μεγάλη celebrity. (Δυστυχώς.)
Η συνεργασία με τα «Επίκαιρα» πήγε καλά. Κράτησε τρία χρόνια, η κυκλοφορία ανέβηκε και το περιοδικό γέμισε επιστολές προς τη στήλη. Μέχρι που ο Πουρνάρας μου έκοψε για δεύτερη φορά ένα άρθρο (υπέρ του πολιτικού γάμου) και παραιτήθηκα. (Τον είχα προειδοποιήσει.) Εξι μήνες μετά, το περιοδικό έκλεισε.
Ηταν η πρώτη από έντεκα παραιτήσεις – για τον ίδιο ακριβώς λόγο.
Μετά βρέθηκα να κολυμπάω μέσα σε μια θάλασσα από ΜΜΕ. Κυριακάτικες εφημερίδες: «Βήμα», «Καθημερινή» (δύο θητείες) «Ελευθεροτυπία». Περιοδικά: «4Τροχοί», «CAR», «RAM», «Discovery & Science», «Φωτογράφος», «Odyssey», «Status».
1987 Τηλεόραση: ET2 (εκπομπή «Διάλογοι» η πρώτη ελληνική Face to face – με έκοψε το ΠαΣοΚ). 1993 ET1: «Περιπέτειες Ιδεών» (με έκοψε η ΝΔ). Ραδιόφωνο: 9,84, Τρίτο Πρόγραμμα.
Διαδίκτυο: LiFO, Protagon, και πίσω τώρα στο «Βήμα». Παράλληλα 13 χρόνια blog (1.200 άρθρα με μυριάδες επισκέψεις).
Δημοσιογράφος δεν έγινα βέβαια ποτέ. Ούτε έρευνα ούτε ρεπορτάζ. Πάντα εξωτερικός συνεργάτης με μπλοκάκι. Χρονογράφημα (είδος λογοτεχνικό) ή επιφυλλίδα. Δεν απέκτησα γραφείο σε ΜΜΕ ούτε θέση στο μισθολόγιο. Συνεργασία δι’ αλληλογραφίας. Παλιά με φαξ, αργότερα με email. Η ΕΣΗΕΑ δεν με ξέρει.
40 χρόνια – ούτε μία μέρα απών. Και δεν είχα καμία πρόθεση να ασχοληθώ με τα Μαζικά Μέσα – είχα σπουδάσει φιλοσοφία και βιοποριζόμουν εργαζόμενος ως κειμενογράφος στη διαφήμιση. Απώτερος σκοπός: μια συγγραφική σταδιοδρομία. Που είχε ήδη ξεκινήσει με καλούς οιωνούς, όταν, μέσα στη χούντα, μου προέκυψε, σαν αντίδραση, η «Δυστυχία».
Αυτή άλλαξε την πορεία μου. Η επιτυχία της (η πρώτη έκδοση εξαφανίστηκε αυθημερόν) περιέργως συνεχίζεται, τόσο στην Ελλάδα (37 ανατυπώσεις) όσο και παγκόσμια – έχει μεταφραστεί σε 10 γλώσσες μαζί και με άλλα μου βιβλία.
Η επιτυχία αυτή είχε για μένα οδυνηρές συνέπειες. Με απέκοψε από τη σοβαρή ελληνική διανόηση (τότε αυστηρά αριστερή και αλλεργική τόσο στα «μπεστ-σέλερ» όσο και στη σάτιρα). Οταν μάλιστα έμαθαν ότι υπήρξα διαφημιστής – δηλαδή υπηρέτης των καπιταλιστών – χάος! Το τελευταίο καρφί στο φέρετρο.
Μετά το ’89, που μπερδεύτηκαν οι ταμπέλες, τα πράγματα έγιναν ακόμα χειρότερα για μένα διότι δεν χωρούσα σε κανένα κουτάκι: Σε άλλα ήμουν δεξιός, σε άλλα αριστερός και συνήθως στη μέση. «Εχεις μεγάλο κοινό» μου είπε ένας εκδότης, «αλλά δεν μπορεί να βασιστεί κανείς σε σένα. Γράφεις ό,τι σου κατέβει!». «Μήπως γι’ αυτό έχω μεγάλο κοινό;» τον ρώτησα. Εν τω μεταξύ δεν έπαψα να γράφω και να εκδίδω «σοβαρά» βιβλία, αλλά για το συγγραφικό σινάφι παρέμεινα εσαεί περιθωριακός.
Ετσι έγινα ένα περίεργο υβρίδιο: για τους πολλούς, σχολιαστής της ελληνικής πραγματικότητας (ο Ροΐδης θα έγραφε: «διορθωτής του Ρωμαίικου»), για ελάχιστους Ελληνες και περισσότερους ξένους κριτικούς συγγραφέας και στοχαστής – και επιπλέον: φωτογράφος (δύο εκθέσεις και λευκώματα), μεταφραστής και παρουσιαστής τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών εκπομπών. Με δυο λέξεις: «Μοναχικός Πολυπράγμων», όπως ήταν ο τίτλος της έκθεσης που μου αφιέρωσε το Μουσείο Μπενάκη στα 80 μου.
Δημοσιογράφος πάντως δεν έγινα!

