Η 31χρονη Αντριάνα Ροντρίγκεζ πετούσε στα σύννεφα. Είχε μόλις φέρει στον κόσμο το τρίτο παιδί της και ζούσε την ανείπωτη χαρά της νέας ζωής που ήλθε να συμπληρώσει την οικογένειά της. Εκείνες τις ευτυχισμένες στιγμές δεν φανταζόταν ότι μιάμιση εβδομάδα μετά η καρδιά της θα αχρηστευόταν και θα χρειαζόταν απεγνωσμένα ένα μόσχευμα καρδιάς προκειμένου να επιβιώσει. Οπως επίσης δεν φανταζόταν ότι τελικώς θα υποβαλλόταν σε διπλή μεταμόσχευση, καρδιάς αλλά και ήπατος, το οποίο δεν χρειαζόταν καθώς το δικό της ήταν υγιέστατο!

Ολα αυτά τα «αφάνταστα» συνέβησαν χάρη στην… επιστημονική φαντασία των γιατρών της στο σύστημα υγείας του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον (UW Medicine) στο Σιάτλ, οι οποίοι βασίστηκαν στη θεωρία ότι το δεύτερο «άχρηστο» μόσχευμα, αυτό του ήπατος, θα δημιουργούσε μια «ανοσο-ασπίδα» αποτρέποντας τη σχεδόν σίγουρη εξαιτίας υψηλότατων επιπέδων αντισωμάτων στον οργανισμό της ασθενούς απόρριψη του απαραίτητου για την επιβίωσή της μοσχεύματος καρδιάς. Και οι γιατροί είχαν δίκιο, όπως απέδειξε δημοσίευσή τους η οποία έγινε πριν από λίγες ημέρες στο επιστημονικό περιοδικό «Journal of Heart and Lung Transplantation».

Η «παράδοξη» τακτική που ακολούθησαν οι ειδικοί του UW Medicine – να σημειωθεί εδώ ότι το υγιές ήπαρ της κυρίας Ροντρίγκεζ προφανώς δεν πήγε χαμένο αλλά στο πλαίσιο μιας διαδικασίας «ντόμινο» μεταμοσχεύθηκε σε άλλον ασθενή με προχωρημένη ηπατική ανεπάρκεια που το είχε ανάγκη – έδωσε στην ασθενή τη δυνατότητα να αντικρίζει και πάλι τη ζωή, και κυρίως τα παιδιά της, με αισιοδοξία και ελπίδα για το μέλλον.

Την ίδια στιγμή αυτή η «ιστορική», όπως τη χαρακτηρίζουν οι γιατροί που τη διεξήγαγαν, μεταμόσχευση ανοίγει τον δρόμο και για άλλους ασθενείς σαν την κυρία Ροντρίγκεζ, αναφέρει αποκλειστικά στο ΒΗΜΑ-Science ο δρ Σιν Λιν, επίκουρος καθηγητής Καρδιολογίας στο UW, εξειδικευμένος στην καρδιακή ανεπάρκεια και στις μεταμοσχεύσεις στο Ινστιτούτο για την Καρδιά του UW Medicine και κύριος συγγραφέας της μελέτης στην οποία περιγράφεται η καινοτόμος προσέγγιση.

Δραματικός διαχωρισμός

Ας ξετυλίξουμε όμως το νήμα αυτής της μοναδικής ιστορίας: στα τέλη Νοεμβρίου του 2022 η κυρία Ροντρίγκεζ έφερε στον κόσμο το τρίτο παιδί της στο Ιατρικό Κέντρο PeaceHealth St. Joseph στην πόλη Μπέλινγκχαμ της Πολιτείας της Ουάσιγκτον όπου κατοικεί. Στις 8 Δεκεμβρίου ωστόσο υπέστη αυτόματο διαχωρισμό της στεφανιαίας αρτηρίας (Spontaneous Coronary Artery Dissection – SCAD) – πρόκειται ουσιαστικώς για ένα «σκίσιμο» του έσω χιτώνα της αρτηρίας που έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση ισχαιμίας και οξέος στεφανιαίου συνδρόμου. Ο διαχωρισμός SCAD πλήττει κυρίως γυναίκες κάτω των 60 ετών και είναι ένοχος για το 33% των εμφραγμάτων στις γυναίκες νεότερης ηλικίας. Παρουσιάζεται μάλιστα συχνότερα κατά το τρίτο τρίμηνο της κύησης ή αμέσως μετά τη γέννα, πιθανώς εξαιτίας ορμονικών παραγόντων και στρες που καθιστούν τις στεφανιαίες αρτηρίες ευάλωτες σε τέτοια «σκισίματα».

Ο διαχωρισμός SCAD προκάλεσε καρδιακή ανεπάρκεια στη νεαρή ασθενή η οποία, μετά από τοποθέτηση από τους γιατρούς του PeaceHealth συσκευής μηχανικής υποστήριξης της καρδιάς (ενδοαορτικός ασκός – aortic balloon pump), μεταφέρθηκε στο UW Medicine. Εκεί, όπως περιγράφει στο ΒΗΜΑ-Science ο δρ Λιν, «ανακαλύψαμε ότι ο αορτικός διαχωρισμός είχε προκαλέσει εκτεταμένη μόνιμη βλάβη στην καρδιά της ασθενούς. Προσπαθήσαμε επί έναν μήνα με χρήση διαφορετικών συσκευών μηχανικής υποβοήθησης της καρδιάς να αποκαταστήσουμε την ικανότητα άντλησής της προκειμένου να αποφύγουμε τη μεταμόσχευση. Αλλά είδαμε ότι δεν υπήρχε άλλη επιλογή».  

Αναζητώντας μόσχευμα

Ετσι η ασθενής στις 5 Ιανουαρίου 2023 μπήκε στη λίστα αναζήτησης μοσχεύματος. Αλλά ακόμη και αυτή η έσχατη λύση της μεταμόσχευσης φάνηκε, μετά από εξετάσεις, ότι θα αποτελούσε το… χρονικό μιας προαναγγελθείσης αποτυχίας. Για ποιον λόγο; Διότι στις μετρήσεις των επιπέδων αντισωμάτων που διεξάγονται σε όλους τους ασθενείς οι οποίοι πρόκειται να υποβληθούν σε μεταμόσχευση προκειμένου να εκτιμηθεί ο κίνδυνος απόρριψης του μοσχεύματος, η κυρία Ροντρίγκεζ αποδείχθηκε ότι εμφάνιζε υπερευαισθητοποίηση – κοινώς, είχε πάρα πολύ υψηλά επίπεδα αντισωμάτων.

Ο δρ Λιν εξηγεί ότι «οι έγκυοι είναι γενικώς πιθανότερο να είναι υπερευαισθητοποιημένες επειδή ενόσω κυοφορούν ο οργανισμός τους παράγει αντισώματα ενάντια στα αντιγόνα του πατέρα. Τα αντισώματα αυτά δεν επιτίθενται στο έμβρυο αλλά αν γίνει μεταμόσχευση στη μητέρα επιτίθενται στο μόσχευμα και μπορούν να οδηγήσουν σε απόρριψή του ακόμη και μέσα σε λίγα λεπτά». Η ιατρική ομάδα της ασθενούς κατέληξε στο συμπέρασμα ότι εξαιτίας των επιπέδων αντισωμάτων της θα απέρριπτε μόσχευμα καρδιάς από το 99% των πιθανών δοτών. «Τα αντισώματά της στα αντιγόνα των πιθανών μοσχευμάτων καρδιάς δοτών ήταν τα υψηλότερα που είχαμε δει ποτέ. Ετσι το να βρούμε ένα συμβατό ανοσολογικώς μόσχευμα καρδιάς για την ασθενή θα ήταν σαν να προσπαθούσαμε να κερδίσουμε το λαχείο».

Η μοναδική ελπίδα

Τότε ο δρ Λιν άρχισε να «σαρώνει» την ιατρική βιβλιογραφία για να βρει άλλες πιθανές λύσεις. Ανακάλυψε μια μελέτη παρατήρησης του 2021, από την οποία προέκυπτε μεγάλη ανοσολογική προστασία όταν ακολουθήθηκε πρωτόκολλο μεταμόσχευσης καρδιάς μετά από μεταμόσχευση ήπατος (heart-after-liver transplant – HALT) σε επτά υπερευαισθητοποιημένους ασθενείς οι οποίοι χρειάζονταν μεταμόσχευση και των δύο οργάνων.

Παρότι η μελέτη αυτή ήταν πολύ μικρού εύρους και (το σημαντικότερο) η κυρία Ροντρίγκεζ δεν είχε ανάγκη για μεταμόσχευση ήπατος, ο δρ Λιν πίστεψε ότι το πρωτόκολλο HALT ήταν η μόνη πιθανότητα επιβίωσής της. Πρότεινε τη ρηξικέλευθη αυτή ιδέα στην υπόλοιπη ομάδα, τονίζοντας βέβαια ότι το ήπαρ της ασθενούς δεν θα πήγαινε… στον κάλαθο των αχρήστων αλλά θα μεταμοσχευόταν σε άλλον ασθενή που θα το είχε ανάγκη. Ετσι τελικώς θα λάμβανε χώρα μια διαδικασία HALT αλλά «ντόμινο» (HALT-domino, HALT-D).

Ο δρ Λιν λέει ότι ήταν δύσκολο να πειστεί η υπόλοιπη ομάδα για την επιτυχία μιας τέτοιας προσέγγισης. «Στο Κέντρο μας δεν είχε ποτέ στο παρελθόν διεξαχθεί διπλή μεταμόσχευση καρδιάς – ήπατος, πόσω μάλλον μεταμόσχευση καρδιάς – ήπατος ντόμινο. Χρειάστηκε να δημιουργήσουμε λεπτομερή πλάνα από το μηδέν για κάθε βήμα της διαδικασίας. Απαιτήθηκε ο συντονισμός γιατρών, χειρουργών, αναισθησιολόγων, ανοσολόγων, νοσοκόμων και πολλών άλλων ειδικοτήτων για να τα καταφέρουμε».

Η πολύωρη επέμβαση

Η 17ωρη διαδικασία των ντόμινο μεταμοσχεύσεων διεξήχθη τελικώς στις 14 Ιανουαρίου του 2023 οπότε και βρέθηκαν τα δύο μοσχεύματα πτωματικού δότη. Στο πλαίσιο της πολύωρης διαδικασίας αρχικώς αφαιρέθηκε το ήπαρ της κυρίας Ροντρίγκεζ και της μεταμοσχεύθηκε το νέο ήπαρ. Ακολούθησε η μεταμόσχευση καρδιάς, ενώ σε μια παράλληλη διαδικασία σε διπλανή χειρουργική αίθουσα το ήπαρ της ασθενούς μεταμοσχεύθηκε σε άλλον ασθενή. Η μεταμόσχευση καρδιάς διεξήχθη από δύο ειδικούς ένας εκ των οποίων ήταν ο Ιωάννης Δημαράκης, διευθυντής του Μεταμοσχευτικού Κέντρου Καρδιάς, Πνευμόνων και Μηχανικής Υποστήριξης του NHS στο Μάντσεστερ και καθηγητής Καρδιοχειρουργικής και Μεταμοσχεύσεων στο UW Medicine.

Οπως σημειώνει ο κ. Δημαράκης «η μεταμόσχευση καρδιάς στην ασθενή κατέστη δυνατή χάρη στην πολύχρονη εμπειρία μας και στην εξοικείωσή μας με όλα τα σύγχρονα μέσα καρδιακής υποστήριξης κατά τη διάρκεια της επέμβασης. Με δεδομένο ότι προηγήθηκε η μεταμόσχευση ήπατος και το μόσχευμα της καρδιάς έπρεπε να μείνει επί ώρες εκτός του σώματος της ασθενούς, η επέμβαση δεν θα μπορούσε να είχε πραγματοποιηθεί με ασφάλεια αν η καρδιά του δότη δεν είχε υποστηριχθεί στην πλατφόρμα OCS (Organ Care System) η οποία επέτρεπε στο όργανο να πάλλεται μειώνοντας έτσι τον ολικό χρόνο ισχαιμίας».

Μετά τη μεταμόσχευση ξεκίνησε η (αγχώδης) διαδικασία μέτρησης των επιπέδων αντισωμάτων της κυρίας Ροντρίγκεζ σχεδόν σε καθημερινή βάση. Οπως σημειώνει ο δρ Λιν, «65 ημέρες μετά τη μεταμόσχευση τα αντισώματα ενάντια στα μοσχεύματα εξαφανίστηκαν και τότε… αναπνεύσαμε. To μεταμοσχευμένο ήπαρ της ασθενούς λειτούργησε ως ανοσολογικός «νεροχύτης» που δεν επέτρεψε τα αντισώματά της να επιτεθούν στην καρδιά της».

Οι προοπτικές

Εχουν περάσει έξι μήνες από τη διπλή μεταμόσχευση και σύμφωνα με τον ειδικό «η ασθενής βρίσκεται σε καλή κατάσταση. Από ιατρικής απόψεως η πορεία της είναι παρόμοια με εκείνη οποιουδήποτε ασθενούς που λαμβάνει μόνο μόσχευμα καρδιάς. Η διαδικασία αυτή θα της επιτρέψει να έχει μια φυσιολογική ζωή – θα χρειάζεται βέβαια να λαμβάνει ανοσοκατασταλτικά φάρμακα σε ημερήσια βάση. Βέβαια γενικώς τα μοσχεύματα δεν διαρκούν για πάντα. Αυτή τη στιγμή η μέση επιβίωση ενός μοσχεύματος καρδιάς είναι 11-12 χρόνια. Ωστόσο χάρη στις ανοσοπροστατευτικές ιδιότητες του ήπατος που επίσης έλαβε η ασθενής προβλέπουμε ότι ο χρόνος ζωής του μοσχεύματος καρδιάς της θα είναι μεγαλύτερος».

Θα μπορούσε αυτό το success story να ανοίξει τον δρόμο και για άλλα παρόμοια; Ο δρ Λιν απαντά ότι «αυτή τη στιγμή ελέγχουμε και άλλους υπερευαισθητοποιημένους ασθενείς του προγράμματος μεταμοσχεύσεων του UW Medicine προκειμένου να εκτιμήσουμε αν μπορούν να ωφεληθούν από τη διαδικασία HALT-D. Πρέπει να ζυγίσουμε τα οφέλη και τους κινδύνους αυτής της καινοτόμου θεραπείας σε σύγκριση με τα αντίστοιχα οφέλη και τους κινδύνους των πιο συμβατικών θεραπειών». Σε κάθε περίπτωση η ιατρική ομάδα του UW Medicine φαίνεται να άνοιξε ένα καινούργιο κεφάλαιο στο «βιβλίο» των μεταμοσχεύσεων και ελπίζεται να γραφτούν στο μέλλον και άλλα τέτοια κεφάλαια με… happy end αντίστοιχο εκείνου της Αντριάνα Ροντρίγκεζ.

«Μέρα με τη μέρα βρίσκω τον παλιό εαυτό μου»

Για την απίστευτη περιπέτεια της υγείας της η οποία παραλίγο να της στοιχίσει τη ζωή μιλάει αποκλειστικά στο ΒΗΜΑ-Science η Αντριάνα Ροντρίγκεζ. Οπως λέει, «ήταν απίστευτο ότι έπαθα καρδιακή προσβολή μόλις 10 ημέρες μετά τη γέννηση του παιδιού μου. Ηταν απίστευτο ότι είχα απόλυτη ανάγκη ένα καρδιακό μόσχευμα αλλά δεν μπορούσα να βρω συμβατό δότη λόγω πολύ υψηλών επιπέδων αντισωμάτων στον οργανισμό μου. Ετσι, οι γιατροί μου αποφάσισαν να λάβω και καινούργιο ήπαρ ενώ το δικό μου δεν είχε πρόβλημα. Ολη αυτή η εμπειρία ήταν εξωπραγματική για μένα. Φοβόμουν κάθε μέρα επειδή γνώριζα πως η περίπτωσή μου είναι σπάνια και πίστευα ότι η διαδικασία δεν θα είναι επιτυχημένη».

Ολα αυτά όμως ανήκουν στο παρελθόν και η κυρία Ροντρίγκεζ αναφέρει ότι πλέον «νιώθω πως ξαναβρίσκω τον παλιό εαυτό μου. Ακόμη προσπαθώ να επεξεργαστώ τα όσα μου συνέβησαν και να προσαρμοστώ στη νέα ζωή μου». Μια νέα ζωή που έχει σίγουρα διαφορές από την παλιά «κανονικότητά» της. «Παίρνω περί τα 15 διαφορετικά φάρμακα αυτή τη στιγμή. Ορισμένα από αυτά θα τα λαμβάνω εφ’ όρου ζωής ενώ άλλα θα τα σταματήσω στην πορεία. Η κύρια παρενέργεια που εμφανίζω από τις θεραπείες είναι οι τρόμοι». Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και με τόσα φάρμακα, στην κυρία Ροντρίγκεζ δόθηκε μια νέα ευκαιρία στη ζωή και για αυτό δηλώνει «για πάντα ευγνώμων στους γιατρούς μου που μου έσωσαν τη ζωή. Το μήνυμα που θέλω να στείλω σε όσους μπορεί να βρεθούν στην ίδια θέση με εμένα είναι να αντλήσουν ελπίδα από την ιστορία μου».