Η συνύπαρξη στην αίθουσα της Ολομέλειας της Βουλής των κοινοβουλευτικών ομάδων του ΣΥΡΙΖΑ και της Νέας Αριστεράς μπορεί να μην έχει ανοιχτά εμφυλιοπολεμικά χαρακτηριστικά, έχει όμως σίγουρα το στοιχείο της καταγραφής των λεπτών διαχωριστικών γραμμών ανάμεσα στους δύο χώρους.

Αν και οι μέχρι πρότινος «σύντροφοι» αποφεύγουν τις ευθείες βολές εκατέρωθεν επιλέγοντας προσεκτικές αποστάσεις ασφαλείας και αποφεύγοντας τις προκλήσεις, παρά το διχαστικό εσωκομματικό κλίμα που υπήρξε, ωστόσο αρχίζουν σιγά-σιγά να διαφαίνονται οι διαφορετικές αποχρώσεις και οι προγραμματικές αποκλίσεις. Οχι πάντως στον βαθμό που κάποιοι ανέμεναν προβλέποντας μετωπικές συγκρούσεις και ιδεολογικούς διαγκωνισμούς για την αριστερή κληρονομιά.

Με βήματα ζυγισμένα και χωρίς βερμπαλισμούς, οι δύο πλευρές πορεύονται στο αστάθμητο και ρευστό τοπίο που διαμορφώνει η πολυεπίπεδη κρίση φυσιογνωμίας και ταυτότητας του μετα-ΣΥΡΙΖΑ του Στέφανου Κασσελάκη, επιχειρώντας να διατηρήσουν τις αναγκαίες ισορροπίες πολιτικής «γειτνίασης» στα βουλευτικά έδρανα, με τις δημοσκοπήσεις, την ίδια στιγμή, να καταγράφουν δυσοίωνα μηνύματα αποτυπώνοντας έναν διαρκώς φυλλορροούντα ΣΥΡΙΖΑ και μια «χαμηλών πτήσεων» Νέα Αριστερά.

Η συζήτηση επί του κρατικού προϋπολογισμού, που κορυφώνεται σήμερα το βράδυ με τις τοποθετήσεις των πολιτικών αρχηγών και την ψηφοφορία που κατά παράδοση ενέχει χαρακτήρα ψήφου εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση, όπως και οι πρόσφατες δημόσιες ανταλλαγές «πυρών» για το «μαξιλάρι» των 37 δισ., το νομοσχέδιο για τους servicers, τις παράπλευρες πτυχές της επίσκεψης Ερντογάν κ.λπ., φιλοτεχνούν έναν πρώτο «καμβά» της παρουσίας των δύο χώρων στην κατακερματισμένη εννεακομματική Βουλή.

Τα μνημονιακά «βαρίδια»

Στον προϋπολογισμό φάνηκε να συγκρούονται δύο βασικές πλευρές: Διαχείριση Vs αλλαγής στρατηγικού μοντέλου. Στο βάθος, ωστόσο, υπάρχουν τα μνημονιακά «βαρίδια», από τα οποία και οι δύο χώροι θα επιθυμούσαν να απαλλαγούν. Η επισήμανση του γενικού εισηγητή του ΣΥΡΙΖΑ στον προϋπολογισμό, Νίκου Παππά, για «το γνωστό παραμύθι για το τι έγινε τον Γενάρη του 2015», ήταν ενδεικτική: «Θέλω να σας ενημερώσω ότι σε λίγες μέρες κλείνουμε εννιά χρόνια από τον Γενάρη του 2015. Μέχρι πότε έχετε σκοπό να πολιτεύεστε με αυτά τα σαθρά επιχειρήματα;» διερωτήθηκε απευθυνόμενος προς την πλειοψηφία.

Η Εφη Αχτσιόγλου δεν έκανε καμία αναφορά στο παρελθόν, αν και η Νέα Αριστερά έχει υπεραμυνθεί του «μαξιλαριού» που άφησε η διακυβέρνηση Τσίπρα διά χειρός Τσακαλώτου, ως «τσάρου» της Οικονομίας, αλλά και του κυβερνητικού έργου εκείνης της περιόδου, όπως φάνηκε και από τη σφοδρή σύγκρουση με τον υπουργό Δικαιοσύνης Γιώργο Φλωρίδη όταν επιτέθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ για την ψήφιση του Ποινικού Κώδικα λίγο πριν τις εκλογές του 2019 οδηγώντας 5.000 δικογραφίες που αφορούσαν καταδικασθέντες σε πρώτο βαθμό για κακουργήματα στο αρχείο. Πρώτος μάλιστα αντέδρασε ο κ. Τσακαλώτος κατηγορώντας τον υπουργό Δικαιοσύνης για «ακροδεξιό λόγο».

Κατά τα λοιπά, η Νέα Αριστερά επιχείρησε να εκπέμψει έναν λόγο τεκμηριωμένο με στοιχεία, με τεχνοκρατικό «άρωμα» αλλά και στρατηγική στόχευση στο πλαίσιο του ρόλου που ευελπιστεί να παίξει για τη συγκρότηση του «αντίπαλου μπλοκ, του αντίπαλου κοινωνικού συνασπισμού», διατηρώντας ένα χαμηλό προφίλ χωρίς υψηλούς τόνους, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ αναλώθηκε σε μια προσπάθεια επιβεβαίωσης του θεσμικού του ρόλου και τόνωσης της αντιπολιτευτικής του οντότητας («είμαστε η δύναμη που έχει προγραμματικό ορίζοντα πέρα και πάνω από τα μνημονιακά απόνερα» είπε ο κ. Παππάς), η οποία πλήττεται τόσο από τα διαλυτικά και παραλυτικά φαινόμενα όσο και από την ολοένα και πιο εμφανή απόπειρα του ΠαΣοΚ να «καταλάβει» τον χαμένο χώρο.

Οι αμυντικές δαπάνες

Η «στροφή προς τον ρεαλισμό» που επιχειρεί ο ΣΥΡΙΖΑ ως αντίπαλο δέος προς τη Νέα Αριστερά και όσους αμφισβητούν την ηγεσία Κασσελάκη αποτυπώνεται στο θέμα της ψήφισης των αμυντικών δαπανών του προϋπολογισμού. «Εχουν αλλάξει οι συνθήκες. Ρεαλισμός, αλλά όχι λευκές πετσέτες» έλεγε χαρακτηριστικά ακραιφνής υποστηρικτής του προέδρου σε συνομιλητές του. Η σχετική συζήτηση άνοιξε στην Κεντρική Επιτροπή (με πρόταση Ραγκούση) και δείχνει το κλίμα που διαμορφώνεται στην κατεύθυνση μετεξέλιξης του ΣΥΡΙΖΑ μετά και την αποχώρηση της αριστερής πτέρυγας.

Στο πλαίσιο του «δόγματος Κασσελάκη» περί «σύγχρονης πατριωτικής Αριστεράς» και μόνο η συζήτηση για τη μετατόπιση του κόμματος από την παραδοσιακή θέση καταψήφισης των αμυντικών δαπανών σηματοδοτεί τη νέα «πραγματικότητα» που εγκαινιάζει η Κουμουνδούρου, στο πλαίσιο της οποίας ο κ. Κασσελάκης ζήτησε από τον υπουργό Εξωτερικών Γιώργο Γεραπετρίτη να μεταφέρει στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη να σταματήσει να αποκαλεί το κόμμα του «εθνική μειοψηφία».

Είναι ένα ακόμα πεδίο στο οποίο «παρατάσσονται» οι διαφορετικές οπτικές με τη Νέα Αριστερά, που κινείται σε άλλο μήκος κύματος όσον αφορά την εξωτερική και αμυντική πολιτική. Μάλιστα η συμμετοχή των δύο μουσουλμάνων βουλευτών που αποχώρησαν από τον ΣΥΡΙΖΑ και προσχώρησαν στη νέα ΚΟ στην υποδοχή του Ταγίπ Ερντογάν στην τουρκική πρεσβεία, αποτέλεσε αφορμή για να εκτοξευθούν τα δηλητηριώδη βέλη της Κουμουνδούρου. Αλλά και το θέμα του φράχτη στον Εβρο πιστοποιεί το χάσμα ανάμεσά τους. «Εγώ δεν είμαι δογματικά εναντίον του φράχτη» λέει ο κ. Κασσελάκης. «Ο φράχτης δεν έχει απαντήσει στο πρόβλημα των μεταναστευτικών ροών» λέει η κυρία Αχτσιόγλου.

Η διαμάχη για τους servicers

Η πρόσφατη κόντρα που ξέσπασε στα κοινοβουλευτικά «χαρακώματα» μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Νέας Αριστεράς με αφορμή το νομοσχέδιο για τα κόκκινα δάνεια και τους servicers καταγράφεται ως προάγγελος των «μαχών» που έπονται.

Η απόφαση της Νέας Αριστεράς να καταψηφίσει το νομοσχέδιο, όπως όλη η αντιπολίτευση, αλλά να ψηφίσει «παρών» σε επιμέρους άρθρα του (για την ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής οδηγίας σχετικά με τη θέσπιση κανόνων για τους servicers), ήταν η αφορμή για να εκτοξευθούν τα πρώτα πυρά και μάλιστα από τον κ. Κασσελάκη: «Επειδή ακούγονται πολλά τώρα τελευταία για «μετάλλαξη» του ΣΥΡΙΖΑ, έχω να πω ότι η μόνη μετάλλαξη είναι ότι πλέον δεν υπάρχουν αυλικοί που δουλεύουν για τους servicers και τις τράπεζες και ποτέ δεν πρόκειται επιχειρηματικά συμφέροντα να ελέγξουν τον ΣΥΡΙΖΑ» ήταν το σχόλιο-δήλωσή του, που θύμισε σε αρκετούς το «πνεύμα Πολάκη».

Οι ανοιχτοί λογαριασμοί με την «εποχή Τσακαλώτου» αποτελεί για την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ το πρόσφορο έδαφος σταδιακής «απαγκίστρωσης» από το  μνημονιακό παρελθόν, το οποίο, προφανώς, αποτέλεσε κεντρική πολιτική επιλογή της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και του Αλέξη Τσίπρα, την οποία και πλήρωσε εκλογικά. Εξ ου και η δηκτική αντίδραση του κ. Τσακαλώτου σχετικά με το «αν όλοι οι υπουργοί της κυβέρνησης και ο πρωθυπουργός δούλευαν για τις τράπεζες και τους servicers ή μόνο οι πρώην υπουργοί που έφυγαν από τον ΣΥΡΙΖΑ;».