Η οριστική φορολογική υποχρέωση του φυσικού προσώπου θα εξαρτηθεί τελικά από τη σύγκριση µεταξύ του συνολικού εισοδήµατός του, συναθροιζοµένων όλων των προαναφερθεισών κατηγοριών, και του τεκµαρτού εισοδήµατος, όπως αυτό προκύπτει βάσει του εναλλακτικού τρόπου υπολογισµού της ελάχιστης φορολογίας. Για τον υπολογισµό του τεκµαρτού εισοδήµατος λαµβάνονται υπόψη αφενός οι αντικειµενικές δαπάνες διαβίωσης του φυσικού προσώπου, αφετέρου οι δαπάνες που πραγµατοποίησε για την απόκτηση περιουσιακών στοιχείων.

Η θετική διαφορά ανάµεσα στο τεκµαρτό και το συνολικό εισόδηµα θα φορολογηθεί είτε ως κέρδος από επιχειρηµατική δραστηριότητα είτε ως εισόδηµα από µισθωτή εργασία και συντάξεις, εάν το µεγαλύτερο µέρος ή το σύνολο των εισοδηµάτων του φυσικού προσώπου προκύπτει από την κατηγορία αυτήν, εκτός εάν ο φορολογούµενος τεκµηριώσει την οικονοµική ευχέρεια που του επέτρεψε να προβεί στις επιπλέον δαπάνες.

Το φυσικό πρόσωπο δύναται να επικαλεστεί ποσά αναγραφόμενα στη δήλωση που:
• Απαλλάσσονται του φόρου ή φορολογούνται καθ’ ειδικόν τρόπο.
• Δεν αποτελούν εισόδημα.
• Προέρχονται από διάθεση περιουσιακών στοιχείων, εισαγωγή συναλλάγματος, δάνεια, δωρεές ή γονικές παροχές.
• Συνίστανται σε φορολογηθέν ή νομίμως απαλλαχθέν κεφάλαιο παρελθόντων ετών.
1. Δαπάνες διαβίωσης: Ο προσδιορισµός των δαπανών διαβίωσης ερείδεται στην κατοχή συγκεκριµένων περιουσιακών στοιχείων και τα αναµενόµενα έξοδα συντήρησης αυτών. Τα περιουσιακά αυτά στοιχεία δεν είναι άλλα από την
κύρια και ενδεχοµένως δευτερεύουσα (-ες) κατοικία (-ες), τα επιβατηγά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης, τα σκάφη αναψυχής, τα αεροσκάφη και τις πισίνες, ενώ λαµβάνονται υπόψη και οι δαπάνες που καταβάλλονται ετησίως για οικιακό προσωπικό και ιδιωτικά σχολεία. Η ελάχιστη ετήσια αντικειµενική δαπάνη ορίζεται σε κάθε περίπτωση, εφόσον δηλώνεται εισόδηµα, σε €3.000 για άγαµο φορολογούµενο και €5.000 για συζύγους.
Στον ακόλουθο πίνακα απεικονίζεται η αντικειµενική δαπάνη διαβίωσης, όπως υπολογίζεται και προκύπτει σε ορισµένες ενδεικτικές περιπτώσεις:
2. Δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων («Πόθεν έσχες»): Κατά τον υπολογισµό του τεκµαρτού εισοδήµατος λαµβάνονται επιπλέον υπόψη τα χρηµατικά ποσά που καταβάλλονται:
• Για την απόκτηση:
–Οχηµάτων, σκαφών αναψυχής και αεροσκαφών.
–Κινητών πραγµάτων αξίας άνω των €10.000.
–Επιχειρήσεων, µετοχών, µεριδίων, οµολόγων, λοιπών χρεογράφων.
–Ακινήτων
• Για την ανέγερση οικοδομών και την κατασκευή δεξαμενών κολύμβησης.
• Για τη χορήγηση δανείων ή χρηματικών ποσών άνω των €300 ως δωρεά, γονική παροχή ή χορηγία.
• Για την απόσβεση δανείων ή πιστώσεων.
3. Εξαίρεση από τον υπολογισμό ελάχιστης φορολογίας: Ο εναλλακτικός τρόπος υπολογισμού ελάχιστης φορολογικής υποχρέωσης δεν εφαρμόζεται:
• Στους φορολογικούς κατοίκους αλλοδαπής για τις ετήσιες αντικειμενικές δαπάνες, ενώ για τις δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων μόνο όταν αποκτούν πραγματικό εισόδημα στην Ελλάδα και το τίμημα της συναλλαγής καταβάλλεται στην Ελλάδα.
• Στους αλλοδαπούς διπλωματικούς ή προξενικούς εκπροσώπους, ή εργαζομένους σε πρεσβείες, προξενεία ή διπλωματικές αποστολές, κατόχους διπλωματικών διαβατηρίων.
• Στους εργαζομένους σε θεσμικό όργανο της ΕΕ ή Διεθνούς Οργανισμού.
Ειδική εισφορά αλληλεγγύης και τέλος επιτηδεύματος
1. Ειδική εισφορά αλληλεγγύης: Αυτοτελές άρθρο για την επιβολή ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης ενσωματώνεται πλέον στον ΚΦΕ. Νέα κλίμακα υπολογισμού προβλέπεται για τα εισοδήματα που αποκτώνται από το φορολογικό έτος 2016 και μετά.
Η ειδική εισφορά αλληλεγγύης επιβάλλεται σε εισοδήματα άνω των €12.000 φυσικών προσώπων ή σχολάζουσας κληρονομιάς.
Ως βάση υπολογισμού λαμβάνεται το σύνολο του ετήσιου καθαρού ατομικού εισοδήματος που προκύπτει από την άθροιση των εισοδημάτων από μισθωτή εργασία και συντάξεις, επιχειρηματική δραστηριότητα, κεφάλαιο, υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό ή τεκμαρτό. H ειδική εισφορά αλληλεγγύης υπολογίζεται σύμφωνα με την παραπάνω κλίμακα και όχι με συντελεστές στο σύνολο του εισοδήματος, όπως συνέβαινε στο παρελθόν.
Από την επιβολή εισφοράς αλληλεγγύης εξαιρούνται ενδεικτικά:
• Οι αποζηµιώσεις λόγω διακοπής της σχέσης εργασίας.
• Οι εφάπαξ καταβαλλόµενες παροχές από ασφαλιστικούς οργανισμούς.
• Τα μερίσματα των αλλοδαπών ναυτιλιακών εταιρειών του Ν. 27/75, οι οποίες δεν ασχολούνται με τη διαχείριση πλοίων.
Τα ποσά που δεν αποτελούν εισόδημα απαλλάσσονται από την εισφορά αλληλεγγύης, όπως ενδεικτικά:
• Διάθεση περιουσιακών στοιχείων.
• Εισαγωγή συναλλάγματος από κατοίκους εξωτερικού.
• Αποζημίωση για ηθική βλάβη.
• Δωρεές, κληρονομιές και γονικές παροχές.
Η ειδική εισφορά αλληλεγγύης δεν αφαιρείται από το συνολικό εισόδημα ούτε από τον φόρο εισοδήματος.
2. Τέλος επιτηδεύματος: Τα φυσικά πρόσωπα που αποκτούν κέρδη από επιχειρηµατική δραστηριότητα και είναι υπόχρεα στην τήρηση βιβλίων, καθώς και οι ατοµικές επιχειρήσεις υποχρεούνται επιπλέον στην ετήσια καταβολή τέλους επιτηδεύµατος, το οποίο ανέρχεται σε €650.
Από την καταβολή του τέλους εξαιρούνται οι νέοι επιχειρηµατίες, εφόσον δεν έχουν παρέλθει πέντε έτη από την πρώτη έναρξη εργασιών, καθώς και οι επιχειρηµατίες άνω των 62 ετών. Σε περίπτωση διακοπής της δραστηριότητας µέσα στο έτος, το τέλος επιτηδεύµατος περιορίζεται ανάλογα µε τους µήνες λειτουργίας της επιχείρησης ή της άσκησης του επαγγέλµατος, ενώ χρονικό
διάστηµα µεγαλύτερο των δεκαπέντε ηµερών λογίζεται ως µήνας.

Φόρος πολυτελούς διαβίωσης και τέλος πλοίων αναψυχής και ημερόπλοιων

Επί της ετήσιας αντικειμενικής δαπάνης διαβίωσης που αναλογεί στην κατοχή ή κυριότητα ΕΙΧ άνω των 1.929 κ.εκ., αεροσκαφών, ελικοπτέρων και ανεμοπτέρων, δεξαμενών κολύμβησης, καθώς και σκαφών αναψυχής ιδιωτικής χρήσης άνω των 5 μέτρων, υπολογίζεται και επιβάλλεται επιπλέον φόρος πολυτελούς διαβίωσης. Οι πίνακες απεικονίζουν τη φορολογική επιβάρυνση που προκύπτει σε ενδεικτικές περιπτώσεις κατοχής ΕΙΧ και δεξαμενών κολύμβησης.

Στα πλοία αναψυχής, ιδιωτικά ή επαγγελματικά, τουλάχιστον 7 μέτρων και στα επαγγελματικά τουριστικά ημερόπλοια επιβάλλεται τέλος πλοίων αναψυχής και ημερόπλοιων. Το τέλος βαρύνει όσα από τα παραπάνω πλοία βρίσκονται εντός των ελληνικών χωρικών υδάτων, ανεξάρτητα από τη σημαία τους. Το τέλος υπολογίζεται σε συνάρτηση µε τα μέτρα του σκάφους, όπως συνοπτικά περιγράφεται στον παρακάτω πίνακα.

Η επιβάρυνση μειώνεται κατά 25% με την προϋπόθεση της αποκλειστικής επαγγελματικής χρήσης. Σε περίπτωση εφάπαξ προπληρωμής για χρονικό διάστημα 12 μηνών παρέχεται έκπτωση 10% στο οφειλόμενο ποσό.

Οι παραπάνω επιβαρύνσεις ισχύουν από 1η Δεκεμβρίου 2017 και εφεξής.
Δεν επιβάλλεται φόρος πολυτελούς διαβίωσης στα φυσικά πρόσωπα που εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής των τεκμηρίων.

Υποβολή εκπρόθεσμων δηλώσεων και πρόστιμα

Για εκπρόθεσμη αρχική ή τροποποιητική δήλωση που υποβάλλεται:

α) Πριν από την κοινοποίηση της εντολής ελέγχου ή πρόσκλησης παροχής πληροφοριών, το πρόστιμο περιορίζεται μόνο στον τόκο 8,76% ετησίως (πλέον των μικρών αυτοτελών προστίμων του άρθρου 54 ΚΦΔ).

β) Μετά την κοινοποίηση της εντολής ελέγχου και μέχρι την κοινοποίηση του προσωρινού προσδιορισμού του φόρου επιβάλλεται πρόστιμο μέχρι και 50% του ποσού του κύριου φόρου (ή της διαφοράς του κύριου φόρου) που προκύπτει, πλέον του ποσοστού του τόκου 8,76% ετησίως. Δεν επιβάλλεται άλλο αυτοτελές πρόστιμο.

Εάν η προκύπτουσα οφειλή εξοφληθεί εντός 30 ημερών από τον προσδιορισμό του φόρου, το πρόστιμο περιορίζεται στο 60% του αρχικώς προσδιορισθέντος, δηλαδή πρακτικά το πρόστιμο θα ανέρχεται σε αυτή την περίπτωση σε ποσοστό έως 30% του κύριου φόρου. Δεν προβλέπεται κάποια μείωση για τόκους. Η μείωση καταλαμβάνει και εκκρεμείς υποθέσεις.

Φορολογία κληρονομιών, δωρεών και γονικών παροχών

Φόρος κληρονομιών
* Κάθε περιουσιακό στοιχείο που βρίσκεται στην Ελλάδα.
* H κινητή περιουσία που βρίσκεται στην αλλοδαπή και ανήκει είτε σε έλληνα υπήκοο είτε σε αλλοδαπό υπήκοο κάτοικο Ελλάδος.

Φόρος δωρεάς και γονικών παροχών
* Κάθε περιουσιακό στοιχείο που βρίσκεται στην Ελλάδα.
* Η κινητή περιουσία που βρίσκεται στην αλλοδαπή και είτε ανήκει σε έλληνα υπήκοο είτε δωρίζεται σε έλληνα ή αλλοδαπό υπήκοο με κατοικία στην Ελλάδα.

Κυριότερες απαλλαγές από τον φόρο κληρονομιών:
• Η χρηµατική κατάθεση σε κοινό τραπεζικό λογαριασµό, ανοιχτό, προθεσµιακό ή ταµιευτηρίου, στον οποίον έχει τεθεί o πρόσθετος όρος ότι µε τον θάνατο οποιουδήποτε δικαιούχου η κατάθεση και ο λογαριασµός περιέρχονται αυτοδίκαια στους λοιπούς επιζώντες, υπό την προϋπόθεση ότι χρηµατικά ποσά έχουν εισφερθεί από όλους τους συνδικαιούχους.
• Η κινητή περιουσία που βρίσκεται στην αλλοδαπή και ανήκει σε έλληνα υπήκοο, εγκατεστηµένο στην αλλοδαπή για 10 τουλάχιστον συναπτά έτη.
• Η κτήση πλοίων ή συµµετοχών σε εταιρείες µε πλοία ολικής χωρητικότητας άνω των 1.500 κόρων.
• Ειδική απαλλαγή από τον φόρο κληρονοµιών ισχύει για ποσό μέχρι
€400.000 ανά δικαιούχο, εφόσον δικαιούχοι είναι σύζυγος και ανήλικα τέκνα.

Δεν παρέχεται αφορολόγητο όριο για τη δωρεά ή γονική παροχή χρηματικών ποσών.
Οι φορολογικοί συντελεστές διαμορφώνονται ως εξής:
Α’ Κατηγορία 10%
Β’ Κατηγορία 20%
Γ’ Κατηγορία 40%

Οι παγίδες του ελέγχου φυσικών προσώπων από την Εφορία

Εμμεσες τεχνικές ελέγχου

Για την επαλήθευση και ενδεχομένως τον διορθωτικό προσδιορισμό της δηλωθείσας φορολογητέας ύλης εφαρμόζεται στο πλαίσιο διενέργειας ελέγχων συγκεκριμένη μεθοδολογία έµµεσων τεχνικών, η οποία αξιοποιεί όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, τις πληροφορίες και τα δεδοµένα για έσοδα κάθε πηγής, παντός είδους περιουσιακά στοιχεία και πραγµατοποιηθείσες δαπάνες κάθε φύσης, που αφορούν τόσο τον ίδιο τον φορολογούμενο όσο και τον/τη σύζυγο και τα προστατευόµενα µέλη.

1. Πεδίο εφαρμογής: Στη συγκεκριµένη διαδικασία ελέγχου µπορεί να υπαχθεί κάθε ανέλεγκτη υπόθεση φορολογίας εισοδήµατος, εφόσον συντρέχουν µία ή περισσότερες από τις προϋποθέσεις.

Φορολογικά έτη: Ως 31/12/2013, εφόσον δεν έχει γίνει έναρξη ελέγχου κατά την ημερομηνία αυτή.
Προϋποθέσεις:
• Υφίσταται αδικαιολόγητος πλουτισμός.
• Τα δηλωθέντα εισοδήματα, ατομικά και οικογενειακά, δεν καλύπτουν τις δαπάνες.
• Ο φορολογούμενος είναι μέλος ζημιογόνου εταιρείας.
• Δεν τηρούνται ή δεν επιδεικνύονται τα προβλεπόμενα βιβλία και στοιχεία.
• Υφίστανται πληροφορίες για παράνομα ή αδήλωτα εισοδήματα και
δαπάνες.
Φορολογικά έτη: Από 1/1/2014
Προϋποθέσεις:
• Το δηλωθέν εισόδημα δεν καλύπτει τις προσωπικές δαπάνες
διαβίωσης ή ενδεχόμενη προσαύξηση περιουσίας.
• Σε περίπτωση άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας:
– Δεν τηρούνται προσηκόντως τα λογιστικά πρότυπα.
– Δεν εφαρμόζονται τα οριζόμενα για την έκδοση φορολογικών στοιχείων και δικαιολογητικών.
– Δεν προσκομίζονται στη Φορολογική Διοίκηση τα λογιστικά αρχεία ή φορολογικά στοιχεία έπειτα από πρόσκληση.

2. Μέθοδοι έμμεσου προσδιορισμού φορολογητέας ύλης: Για τη διενέργεια του ελέγχου επιλέγεται η τεχνική που κρίνεται προσφορότερη για το δηµόσιο συµφέρον µεταξύ των ακολούθων:
• Ανάλυση ρευστότητας του φορολογουµένου (source & application of funds method).
• Καθαρή θέση του φορολογουµένου (net worth method).
• Υψος τραπεζικών καταθέσεων και δαπανών σε µετρητά (bank deposits & expenditure method).
Εφόσον από τον έλεγχο προκύψει φορολογητέα ύλη που δεν έχει δηλωθεί, αυτή αποδίδεται προς φορολόγηση στο έτος που αφορά και κατανέµεται στις πηγές εισοδήµατος όπου τεκµηριωµένα ανάγεται.

Εάν κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό, η προκύπτουσα διαφορά για έτη πριν από το 2014 καταλογίζεται ως εισόδημα από υπηρεσίες ελευθερίων επαγγελμάτων της αντίστοιχης χρήσης (σύμφωνα με τις διατάξεις του προϊσχύσαντος ΚΦΕ). Από 1.1.2014 και εφεξής η προσαύξηση περιουσίας από παράνομη ή αδικαιολόγητη ή άγνωστη πηγή ή αιτία φορολογείται με σταθερό συντελεστή 33%.

Παραγραφή

Το δικαίωμα των Φορολογικών Αρχών να διενεργήσουν έλεγχο επί των δηλωθέντων εισοδημάτων του φορολογικού έτους 2018 παραγράφεται καταρχήν στις 31/12/2024 (5ετία).

Εξαιρετικά, σε περίπτωση φοροδιαφυγής, το διάστημα αυτό μπορεί να παραταθεί έως και την 31/12/2039 (20ετία).

Δεν αποτελούν «συμπληρωματικά στοιχεία» ικανά να δικαιολογήσουν την παράταση της καταρχήν πενταετούς παραγραφής (για προγενέστερες του 2014 χρήσεις) στοιχεία για το υπόλοιπο ή/και τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών στην ημεδαπή, ανεξαρτήτως εάν στοιχειοθετούν την απόκτηση εισοδήματος. Το ίδιο ισχύει και για τραπεζικούς λογαριασμούς αλλοδαπής στην περίπτωση που τροφοδοτήθηκαν ή τροφοδότησαν έμβασμα από και προς λογαριασμούς της ημεδαπής.

Αντισυνταγματικές κρίθηκαν οι διαδοχικές παρατάσεις του χρόνου παραγραφής, όπως ενδεικτικά κατόπιν έκδοσης εντολής ελέγχου.

Η 20ετής παραγραφή μπορεί να εφαρμοστεί σε εκκρεμείς υποθέσεις ελέγχου που αφορούν τις χρήσεις 2012 και εφεξής, εφόσον υφίσταται φοροδιαφυγή (δηλαδή αποφυγή πληρωμής φόρου άνω των €100.000 ανά φορολογικό έτος για φόρο εισοδήματος ή άνω των €50.000 για ΦΠΑ). Απομένει να κριθεί οριστικά το ζήτημα της συνταγματικότητας της παράτασης του χρόνου παραγραφής στα 20 έτη σε περιπτώσεις φοροδιαφυγής που ανάγονται σε χρήσεις μεταγενέστερες του 2012.

Το φορολογικά έτη που έληξαν έως και την 31/12/2011 έχουν παραγραφεί, εκτός εάν περιέλθουν σε γνώση της φορολογικής αρχής «συμπληρωματικά στοιχεία» εντός 10ετίας από το τέλος του έτους μέσα στο οποίο λήγει η προθεσμία υποβολής της δήλωσης. Σε περίπτωση συμπληρωματικών στοιχείων, φορολογικά έτη που έληξαν έως 31/12/2006 έχουν παραγραφεί.


Ανταλλαγή πληροφοριών


Τα κράτη-μέλη της ΕΕ είναι ήδη υποχρεωμένα να ανταλλάσσουν πληροφορίες για ορισμένες κατηγορίες εισοδήματος και κεφαλαίου που οι φορολογούμενοι διαθέτουν σε κράτη-μέλη διαφορετικά από το κράτος της φορολογικής κατοικίας τους. Οι πληροφορίες που αρχίζουν από την 1.1.2016 καταλαμβάνουν εισόδημα από απασχόληση, αμοιβές διοικητικών στελεχών, προϊόντα ασφάλειας ζωής, συντάξεις, κυριότητα και εισόδημα ακίνητης περιουσίας.

Με νεότερη Οδηγία στις πληροφορίες που θα ανταλλάσσονται αναφορικά με φορολογικές περιόδους από 1.1.2016 και εφεξής προστίθενται στοιχεία τραπεζικών λογαριασμών, όπως ενδεικτικά:
• Το όνομα, η διεύθυνση, ο ΑΦΜ, η ημερομηνία αλλά και ο τόπος γέννησης κάθε δηλωτέου προσώπου που είναι δικαιούχος τραπεζικού λογαριασμού.
• Το υπόλοιπο ή η αξία του τραπεζικού λογαριασμού στο τέλος του σχετικού ημερολογιακού έτους ή στο κλείσιμο του λογαριασμού, εάν ο λογαριασμός έκλεισε κατά τη διάρκεια του εν λόγω έτους.
• Το ακαθάριστο ποσό τόκων, μερισμάτων και λοιπών εισοδημάτων.
• Τα έσοδα από την πώληση ή εξαγορά χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων που καταβλήθηκαν ή πιστώθηκαν στον λογαριασμό κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους κ.τ.λ.

Η Ελβετία και η Ευρωπαϊκή Ενωση υπέγραψαν στις 27 Μαΐου 2015 μια συμφωνία για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών που θα αφορά ολόκληρο το φάσμα των χρηματοοικονομικών λογαριασμών και θα διενεργείται σε ετήσια βάση. Η πρώτη ανταλλαγή αναμένεται να ξεκινήσει από το 2018 αναφορικά με τη φορολογική περίοδο του 2017.

Για το φορολογικό έτος 2016 διαβίβασαν στοιχεία, εκτός από τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, και τρίτες χώρες, δυνάμει της Πολυμερούς Συμφωνίας Αρμοδίων Αρχών για την Αυτόματη Ανταλλαγή Πληροφοριών Χρηματοοικονομικών Λογαριασμών του ΟΟΣΑ (CRS MCAA). Ενδεικτικά αναφέρεται η Νήσος του Μαν, το Τζέρσεϊ, οι Σεϋχέλλες και το Λιχτενστάιν. Από το 2018 θα αρχίσουν να ανταλλάσσουν πληροφορίες για το φορολογικό έτος 2017 περισσότερες τρίτες χώρες, όπως ενδεικτικά η Αυστραλία, ο Καναδάς, η Ιαπωνία, το Κουβέιτ, ο Λίβανος, ο Παναμάς και η Σαουδική Αραβία. Μέχρι σήμερα την Πολυμερή Συμφωνία έχουν υπογράψει συνολικά 98 χώρες.