Οι Αμερικανοί και Άραβες διαμεσολαβητές εργάζονταν επί μήνες χωρίς αποτέλεσμα για να επιτύχουν μια συμφωνία που θα σταματούσε, έστω προσωρινά, τις συγκρούσεις στη Γάζα και θα οδηγούσε στην απελευθέρωση περισσότερων Ισραηλινών ομήρων.

Τελικά, όπως αναφέρει η WSJ, μια πολεμική επίθεση ήταν εκείνη που άνοιξε τον δρόμο για ένα φιλόδοξο σχέδιο τερματισμού της σύγκρουσης.

Στις 9 Σεπτεμβρίου, ισραηλινά βλήματα έπληξαν γραφείο στο Κατάρ, όπου βρίσκονταν κορυφαία στελέχη της Χαμάς για να συζητήσουν την τελευταία πρόταση του προέδρου Τραμπ για κατάπαυση του πυρός. Η επίθεση, σε έδαφος ενός σημαντικού συμμάχου των ΗΠΑ, έγινε με ελάχιστη προειδοποίηση προς τον Τραμπ και καμία προς το Κατάρ.

Οι χώρες του Κόλπου εξοργίστηκαν και απαίτησαν από το Ισραήλ να διορθώσει την κατάσταση. Ο Τραμπ και ο ειδικός απεσταλμένος του, Στιβ Γουίτκοφ, φοβήθηκαν ότι η ειρηνευτική τους προσπάθεια θα τιναζόταν στον αέρα. Ο Αμερικανός πρόεδρος όμως αποφάσισε να μετατρέψει την κρίση σε ευκαιρία.

Η επίθεση υπενθύμισε στους Άραβες ηγέτες τον κίνδυνο μιας περιφερειακής ανάφλεξης και τους ώθησε να εστιάσουν ξανά στην ειρήνη. Ταυτόχρονα, έδωσε στον Τραμπ μεγαλύτερη διαπραγματευτική ισχύ απέναντι τόσο στον Μπενιαμίν Νετανιάχου όσο και στη Χαμάς, οι οποίοι βρέθηκαν υπό πίεση από τους ίδιους τους Άραβες συμμάχους τους.

Η νέα διπλωματική κινητικότητα

Ακολούθησαν τρεις εβδομάδες έντονων συνομιλιών, με συνεχείς συναντήσεις μεταξύ ανώτερων αξιωματούχων από το Ισραήλ, το Κατάρ και τη Σαουδική Αραβία. Ο Τραμπ εμφανίστηκε τελικά μπροστά στις κάμερες του Λευκού Οίκου, ανακοινώνοντας ότι έχει ένα «ολοκληρωμένο σχέδιο ειρήνης».

Δίπλα του στεκόταν ο Νετανιάχου, δηλώνοντας ότι αποδέχεται το σχέδιο και είναι έτοιμος να τερματίσει τον πόλεμο. Πολλοί Άραβες και μουσουλμάνοι ηγέτες ακολούθησαν το παράδειγμά του. Ο Τραμπ χαρακτήρισε τη στιγμή «ίσως μία από τις μεγαλύτερες στην ιστορία του πολιτισμού».

Στο επίκεντρο των συνομιλιών βρέθηκαν ο Γουίτκοφ, ο Τζάρεντ Κούσνερ, ο στενός συνεργάτης του Νετανιάχου Ρον Ντέρμερ και κορυφαίοι αξιωματούχοι από το Κατάρ και τη Σαουδική Αραβία.

Τα «αγκάθια» του σχεδίου

Η συμφωνία που προέκυψε ενσωμάτωσε ιδέες που συζητούνταν από τους πρώτους μήνες του πολέμου, αλλά περιείχε και διατάξεις που ενόχλησαν πολλούς από τους εμπλεκόμενους.

Ο Νετανιάχου αντιτίθεται σε οποιαδήποτε αναφορά σε παλαιστινιακό κράτος ή συμμετοχή της Παλαιστινιακής Αρχής. Η Χαμάς αρνείται τον πλήρη αφοπλισμό και ζητά εγγυήσεις για την αποχώρηση του Ισραήλ.

Οι αραβικές κυβερνήσεις φοβούνται ότι το σχέδιο είναι υπερβολικά σκληρό απέναντι στη Χαμάς και ανεπαρκές ως προς την προοπτική παλαιστινιακής κρατικής υπόστασης, κάτι που δυσκολεύει την αποδοχή του από τους λαούς τους.

Έτσι διαμορφώθηκε ένα επικίνδυνο παιχνίδι ισορροπιών: κανείς δεν θέλει να απορρίψει δημόσια ένα σχέδιο που ιδιωτικά θεωρεί μη αποδεκτό στο σύνολό του. Ο Τραμπ όμως προχωρά, αντιμετωπίζοντας τις επιφυλάξεις ως δηλώσεις στήριξης.

Το επιτελείο του, με επικεφαλής τον Κούσνερ και τον Γουίτκοφ, θα μεταβεί στην Αίγυπτο, αύριο Δευτέρα, για να προωθήσει την ανταλλαγή ομήρων και την εφαρμογή του γενικότερου πλάνου.

Μια ισραηλινή αποστολή υψηλού επιπέδου, με τον Ντέρμερ, αναμένεται να τους συναντήσει εκεί. Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου δήλωσε πως ελπίζει ότι θα ανακοινώσει την απελευθέρωση των ομήρων που κρατούνται στη Γάζα «μέσα στις επόμενες ημέρες».

Η δομή του σχεδίου των 20 σημείων

Σύμφωνα με αξιωματούχους από τον Λευκό Οίκο, το Ισραήλ και αραβικές πρωτεύουσες, το σχέδιο των 20 σημείων του Τραμπ περιλαμβάνει τα βασικά στοιχεία κάθε πιθανής συμφωνίας:

  • Παράδοση ομήρων από τη Χαμάς και αποχώρησή της από την εξουσία
  • Σταδιακή απόσυρση των ισραηλινών δυνάμεων
  • Ανάπτυξη διεθνούς αραβικής δύναμης ασφαλείας στη Γάζα
  • Διοίκηση του θύλακα από Παλαιστίνιους τεχνοκράτες

Παρά την αισιοδοξία των δηλώσεων, το μέλλον του σχεδίου παραμένει αβέβαιο.

Οι διαφορές είναι μεγάλες, οι αμοιβαίες υποψίες βαθιές και η επόμενη φάση των συνομιλιών στην Αίγυπτο θα δείξει αν η πρωτοβουλία Τραμπ μπορεί να μετατραπεί από επικοινωνιακό αφήγημα σε πραγματική ειρήνη.