Φέτος συμπληρώνονται 30 χρόνια από τον θάνατο μιας εμβληματικής μορφής του ελληνικού τραπεζικού συστήματος που σφράγισε την πορεία των τραπεζών της μεταπολίτευσης.

Ο Κωνσταντίνος Καψάσκης (1923 – 1993) μετά από μια λαμπρή τραπεζική πορεία στην Εμπορική Τράπεζα αρχικά και εν συνέχεια στην Hambros Bank και στην American Express, δημιούργησε το 1975 την Τράπεζα Εργασίας, αλλάζοντας ριζικά τον τρόπο που οι τράπεζες και οι τραπεζίτες σκέφτονταν μέχρι τότε. Σε μια περίοδο που η χώρα έβγαινε από μια δικτατορική διακυβέρνηση και ο κόσμος διψούσε για δημοκρατία και ελευθερία, με όχημα την Τράπεζα Εργασίας έφερε τη δημοκρατία στη λήψη αποφάσεων, την αξιοκρατία στις προσλήψεις ανθρώπινου δυναμικού, τη διαφάνεια στις τραπεζικές συναλλαγές, την εμπιστοσύνη στους επενδυτές που τη στήριξαν και το ήθος στην εξυπηρέτηση του πελάτη.

Είχα την τύχη να γνωρίσω τη σημαντική αυτή προσωπικότητα εργαζόμενος τη δεκαετία του ́’80 στην Τράπεζα Εργασίας και στην συνέχεια, τις αρχές της δεκαετίας του ‘90, με την ιδιότητα του Νομάρχη στον τόπο που γεννήθηκε, στη Ζάκυνθο. Σε μια εποχή (δεκαετία του ́’80) που επικρατούσε ο άκρατος κομματισμός και η κρατική παρέμβαση εξόντωνε κάθε ιδιωτική πρωτοβουλία ο Κωνσταντίνος Καψάσκης έδωσε στη χώρα ένα άλλο μοντέλο εταιρικής κουλτούρας και διακυβέρνησης.

Προχώρησε σε αξιοκρατικές προσλήψεις, κάτι πρωτόγνωρο για εκείνη την εποχή, έφερε τη δημοκρατία στις τραπεζικές αποφάσεις κυρίως στη χορήγηση δανείων, έκανε κοινωνούς τους εργαζόμενους στην αποδοτικότητα της τράπεζας, μοιράζοντας δωρεάν μετοχές στο προσωπικό και επέστρεψε στο πολλαπλάσιο την εμπιστοσύνη που του προσέφεραν επενδυτές και πελάτες στην πρωτόγνωρη αυτή προσπάθεια.
Δάσκαλος, καθοδηγητής, πρωτοπόρος, πατέρας, συνάδελφος, άνθρωπος, μα πάνω από όλα οραματιστής, άφησε ισχυρό αποτύπωμα στην Ελληνική κοινωνία και οικονομία, αλλά κυρίως στους ανθρώπους που είχαν την τύχη να τον γνωρίσουν.

Στην Τράπεζα Εργασίας του Κωνσταντίνου Καψάσκη κανένα πολιτικό η κομματικό στέλεχος δεν μπορούσε να επιβάλλει τις επιθυμίες του, κανένας επενδυτής δεν μετάνιωσε ποτέ για την επένδυση του, κανένας πελάτης δεν έφυγε δυσαρεστημένος και όλοι οι υπάλληλοι αισθάνονταν υπερήφανοι που ήταν μέλη αυτής της ισχυρής ομάδας.

Στην διάρκεια της θητείας μου ως Νομάρχης Ζακύνθου (1990-93) είχα την τύχη να γνωρίσω από ακόμη πιο κοντά τη μεγάλη αυτή προσωπικότητα συζητώντας μαζί του στο εξοχικό του στον Παντοκράτορα Ζακύνθου, όταν επισκεπτόταν για διακοπές την ιδιαίτερη πατρίδα του.

Ήταν μάλιστα εκείνη η εποχή και η δυσκολότερη, μετά το ριφιφί στο κατάστημα Ν. Κόσμου και μια μεγάλη απάτη στο κατάστημα Αμπελόκηπων. Θεωρούσε αδύνατο ότι αυτά τα δυο γεγονότα θα μπορούσαν να συμβούν στην τράπεζα που ο ίδιος οραματίστηκε.

Συνεχίζοντας για τρεις ακόμη δεκαετίες την τραπεζική μου σταδιοδρομία σε άλλες τράπεζες δεν υπήρξε στιγμή που να μην βρω μπροστά μου τις παρακαταθήκες του μεγάλου αυτού τραπεζίτη. Η πρόωρη απώλεια του τον Οκτώβριο του 1993, την περίοδο που ξεκινούσαν οι ριζικές αλλαγές του τραπεζικού μας συστήματος, δεν του έδωσε την δυνατότητα να ξεδιπλώσει όλο το όραμα του για τον χώρο αυτό.

Αυτός που πρώτος μίλησε για συγχωνεύσεις και εξαγορές, από τα τέλη της δεκαετίας του ́80, δεν είχε την τύχη να συμμετάσχει σε αυτές και να τις καθοδηγήσει. Έμειναν όμως πίσω οι αρχές, το ήθος, η εντιμότητα, η τραπεζική δεοντολογία, η αξιοκρατία και η αποτελεσματικότητα καθώς και οι χιλιάδες επενδυτές, πελάτες και συνάδελφοι που γνώρισαν τις αρετές αυτές και τις διέδωσαν.

Ας είναι αιώνια η μνήμη του.

Ο κ. Παναγής Μαρκάτος, είναι μέλος του δ.σ. του ιδρύματος Κωνσταντίνου Καψάσκη.