Τι σόι άνθρωποι είναι αυτοί; Ούτε μπροστά στον θάνατο δεν δείχνουν σεβασμό; Δεν έχουν αισθήματα; Από πού βγαίνει τόσο κακό;

Θωμάς Ψύρρας,

«Τι απομένει απ’ τη φωτιά»

Οσοι δεν διαθέτουν κοινωνική ενσυναίσθηση/ευαισθησία (affectivité sociale) μπορεί να είναι ψυχοπαθείς αλλά και ηθικά παράφρονες. Μολονότι οι μηχανισμοί σκέψης των φυσιολογικών ανθρώπων, των διανοητικώς άρρωστων και των εγκληματιών είναι ίδιοι, η ηθική πλευρά της προσωπικότητας συνδέεται και με τις αιτιολογήσεις (motivations) του δράστη, τα προσωπικά του αισθήματα και αναδεικνύει την ηθική αξία (valeur morale) των βιωμάτων.

Η ηθική του ατόμου ως συνεχής διάλογος με το περιβάλλον του, σημαίνει ότι το υποκείμενο αντιδρά με τον ίδιο ηθικό ή μη-ηθικό τρόπο σε όλες τις καταστάσεις; Κάποιος μπορεί να φαίνεται (ή και να είναι) «καλός» στη μία περίπτωση και «κακός» στην άλλη; Μπορεί αλλού να επικρατούν οι αναστολές και αλλού οι παρορμήσεις; Ιδού το κρίσιμο ερώτημα.

Ο όρος «ηθική παραφροσύνη» αποδίδεται στον J. Pritchard (1825), ο οποίος μαζί με τον H. Maudsley χαρακτήριζαν έτσι άτομα που στερούνταν ηθικού συναισθήματος, δεν διέκριναν τις διαφορές «καλού – κακού», «ηθικού – ανήθικου» κ.ο.κ. Ελλειψη ηθικού συναισθήματος και συναισθημάτων φιλαλληλίας, ηθική αναισθησία και σκληρότητα χαρακτηρίζουν αυτούς τους εγκληματίες

Η ηθική παραφροσύνη (moral insanity, folie morale) πρέπει να διακριθεί από την ηθική μικρόνοια (moral imbecility, imbécilité morale). Μπορεί στην Εγκληματολογία να έχουν και οι δύο αυτές έννοιες κοινή αφετηρία τις απόψεις του Lombroso, όμως το κοινό τους χαρακτηριστικό, η αδιαφορία για τις παραδεκτές ηθικές αξίες, δεν οφείλεται στους ίδιους λόγους. Ο ηθικά παράφρων παραπέμπει σε μια αταβιστικού τύπου και γενετικού εκφυλισμού αγριότητα ενώ ο ηθικά μικρόνους πάσχει από διανοητική ελαττωματικότητα ή μειωμένη διανοητική ικανότητα (ολιγοφρένεια). Ψυχική ανωμαλία με ριζικές διαστροφές η πρώτη περίπτωση, ανεπάρκεια πνευματικής ανάπτυξης η δεύτερη.

Ο ηθικά παράφρων δεν προβαίνει σε ανήθικες πράξεις στοχεύοντας σε κάποιο όφελος αλλά ικανοποιείται με τη διάπραξη ενός εγκλήματος που γνωρίζει καλά ότι το απαγορεύουν οι ηθικοί κανόνες. Συχνά διαθέτει «διπλό πρόσωπο» (ένα που διακηρύττει το καλό και ηθικό και ένα που παραβιάζει αυτά που επαγγελλόταν) και γι’ αυτό δεν είναι πάντοτε γενικώς αντικοινωνικό στοιχείο.

Για πολλούς είναι μια διαστροφική ψύχωση (psychose perverse) που κατά μόνιμο και βιολογικό τρόπο οδηγεί σε μια ηθική αλλοίωση (altération morale).

Η σύγκριση της ηθικής των αγρίων, των φρενοβλαβών και των εγκληματιών έχει ως κοινό χαρακτηριστικό «την αναισθησία ως προς την οδύνην, το αίσθημα του ελέους και του οίκτου». Η «ηθική ανωμαλία» δεν είναι όμως κάτι σταθερό, ούτε χαρακτηριστικό μιας ειδικής κατηγορίας ανθρώπων.

Η ενδογενής επικινδυνότητα δεν συνδέεται πάντοτε με το αίσθημα ενοχής αφού άλλες ηθικές πτυχές έχουν μειωθεί (amorales) και άλλες υπερλειτουργούν (surmorales) και έτσι πολλές φορές ούτε ο ίδιος ο δράστης ανα-γνωρίζει ψυχικά την πράξη του. Η «ηθική αλήθεια» του ηθικά παράφρονα τον οδηγεί σε τύφλωση και παραισθήσεις (του πραγματικού με το φαντασιακό). Η θαμπωμένη λογική δεν βλέπει και δεν δια-κρίνει.

Η ηθική και συγκινησιακή αναισθησία (insensibilité affective) και η έλλειψη συμπάθειας προς ορισμένους άλλους, η αίσθηση της ηθικής ανωτερότητας του δράστη επί του θύματος, οι ηθικές συγκινήσεις (émotions) του εγκλήματος και η ηθική αλλοίωση (moral alienation) καταλήγουν σε εκρηκτική θυμική αντίδραση δυσανάλογη με την πρόκληση.

Ψυχικά στίγματα, όπως έμμονες ιδέες και παρορμήσεις, κινούν και καθοδηγούν το υποκείμενο που χαρακτηρίζεται από μια προδιάθεση σε αντικοινωνικές συμπεριφορές λόγω νευρωτικής προσωπικότητας.

Στον ηθικά παράφρονα οι μηχανισμοί ενστικτώδους αντίδρασης και ενστικτώδους βούλησης δεν συναρτώνται ούτε ταυτίζονται. Η τελική απόφαση του περάσματος στην πράξη δεν είναι (απολύτως) ενσυνείδητη. Η ενστικτώδης μανία (manie instinctive) είναι για πολλούς μια μανία του χαρακτήρα ή μια παραφροσύνη της πράξης. Οι δράστες είναι «παράλογοι» στις πράξεις τους αλλά όχι στα λόγια τους, γι’ αυτό δεν ξεχωρίζουν αμέσως. Οι αλληλεπιδράσεις των ενστίκτων προσδιορίζουν το τελικό προϊόν, την επιλογή της πράξης και όχι η λογική στάθμιση. Το έγκλημα εκλαμβάνεται από τον δράστη ως αμυντικό ανακλαστικό, καθώς μια μετα-ζωική δύναμη μη ελεγχόμενη καθιστά την αντίδραση οιονεί μηχανική, εν είδει ψυχολογικού αυτοματισμού.

Μπορεί η ηθική παραφροσύνη να μη συνιστά αυτοτελή ψυχική νόσο, όμως άτομα με στιγμιαίες αντιδράσεις, κυνικές αιτιολογήσεις και αφοπλισμένη συνείδηση μας παραπέμπουν σε ψυχικές ανωμαλίες.

Το ηθικό ιδανικό της συμμόρφωσης/υποταγής κατανικάται από την απόδοση εμφύτου δικαιοσύνης, εσωτερικής δικαιοσύνης, δικαιοσύνης των ένδον, η οποία συνδέεται μέσω μιας ενστικτώδους και ασυνείδητης ηθικής με ένα συναίσθημα του δικαίου και του αδίκου έντονα διαφοροποιουμένου από την κοινή αποδοχή.

Το χαμηλό Υπερ-Εγώ του ηθικά παράφρονα του επιτρέπει να υπερβαίνει τα όρια χωρίς να φοβάται. Οι περιστάσεις διευκολύνουν το πέρασμα στην πράξη αλλά δεν το κατευθύνουν. Σαν τον «υπνοβάτη» που ξαφνικά ξύπνησε, σαν να βιώνει μια προ-υπάρχουσα φαντασίωση απειλών, σαν εικόνες του καθρέφτη που αντανακλά υποτίμηση και οργή, ο δράστης απαλλάσσεται από το άγχος του σκοτώνοντας στο πρόσωπο του συγκεκριμένου θύματος τα δικά του απωθημένα, τις ασυνείδητες σκιές. Το κρυμμένο νόημα των ενστικτικών απαιτήσεων που αναδύονται μπορεί να δείχνει ψυχική διαταραχή ή μια «οπισθοδρόμηση» της συνείδησης, αλλά όχι αναγκαστικά άτομο που στερείται γενικού ηθικού κριτηρίου.

Τι είναι ορατό, τι είναι μη-διαφανές και τι είναι προβλέψιμο σε έναν ηθικά παράφρονα, επιθετικό, παρορμητικό, μη σεβόμενο τα έννομα αγαθά του άλλου δεν είναι εύκολο να οριοθετηθεί. Ισως εκ του αποτελέσματος προβαίνουμε σε αναδρομικές (retro) διαγνώσεις.

Η ιδιοσυγκρασία (tempérament) του ηθικά παράφρονα προδίδει μια ελαττωματική ωριμότητα της συναισθηματικής ζωής που του αδυνατίζει τα ηθικά φρένα (freins moraux). Αυτή η προδιάθεση (prédisposition) οδηγεί στη διερεύνηση της προεγκληματικής επικινδυνότητας ως ένδειξης ενός τρόπου αντί-δρασης σε δύσκολες καταστάσεις λίγο-πολύ προδιαγραμμένου.

Ηθική – επικινδυνότητα – έγκλημα – ψυχασθένεια συγκροτούν ένα αλληλοτροφοδοτούμενο σύστημα.

Στην παρορμητική πράξη η ισχυρή ψυχικά ώθηση επιβάλλεται στη συνείδηση, δεν επιτρέπει αναστολή και εκκενώνεται τυφλά και βίαια χωρίς σαφές ελατήριο. Αν η ψυχολογική συνείδηση αφορά δραστηριότητα του Εγώ, η ηθική συνείδηση είναι ένα σύστημα ρυθμισμένων ανακλαστικών (a system of conditioned reflexes) που στην περίπτωση του παρορμητικού εγκληματία απορρυθμίστηκε.

Δυστυχώς μόνο μετά το πέρασμα στην πράξη είμαστε σε θέση να εντάξουμε τον δράστη σε ειδική ομάδα και να χειριστούμε την περίπτωση (αν και τις περισσότερες φορές όλα αυτά τα στοιχεία συνυπάρχουν σε βαθμούς και συνδυασμούς που ποικίλλουν). Πριν το έγκλημα ακόμη κι αν υπάρχουν στοιχεία που να μας υπο-δεικνύουν μια «ασθενική προσωπικότητα» (δυνάμει εγκληματοειδή), τούτο δεν μας επιτρέπει οποιαδήποτε παραβίαση των ατομικών του δικαιωμάτων. Οι προεγκληματικές παρεμβάσεις (με νομικό, θεραπευτικό ή και ευγονικό περιεχόμενο) δεν έχουν θέση στο νομικό μας σύστημα και πολιτισμό.

Ο άνθρωπος δεν είναι ούτε μια βιολογική μαριονέτα ούτε μια μηχανιστική εκροή των ενστίκτων. Τα ένστικτα δεν ταυτίζονται με τα συναισθήματα (affects), ούτε συνιστούν κίνητρο για οποιαδήποτε συμπεριφορά. Ακόμα κι όταν μειώνουν τη συνείδηση – λόγω μιας έστω και εικαζόμενης «κατάστασης ανάγκης» ή έντασης – τούτο δεν σημαίνει ότι κάποιος είναι «εν γένει κακός».

Πολλές φορές στο έγκλημα συναντάμε μια αντίδραση σ’ έναν οιονεί διπλό καταναγκασμό (double bind, double lien), όπου τα αντιφατικά μηνύματα δεν αφήνουν στον δράστη άλλη διέξοδο από την παφλοβικού χαρακτήρα φονική εκτόνωση. Σαν αιφνιδίως κάποιος να τα βλέπει «όλα κόκκινα» και να έχει ξεμείνει από οποιαδήποτε ελευθερία επιλογής αφού οι άλλοι του ‘χουν κόψει τις γέφυρες.

Πιστεύω ότι χρειάζεται να ξαναδούμε – χωρίς φόβο, χωρίς πάθος, χωρίς προκαταλήψεις – τον «άγριο» που επιμελώς κρύβει μέσα του ο homo electronicus.

Εκτός εάν προτιμάμε να συνεχίζουμε να ανταπατώμεθα συγχέοντας τη σκιά με την ουσία.

ΥΓ.: «Ισόβια μετά θάνατον». [Αντ. Φωστιέρης, «Τίποτα δεν είναι τίποτα»]

Ο κ. Γιάννης Πανούσης είναι πρώην υπουργός.