Την Παρασκευή 10 Σεπτεμβρίου ο Νίκος Σταμπολίδης μάς υποδέχθηκε στο νέο του γραφείο, στο Μουσείο Ακρόπολης. Λίγες ημέρες αργότερα, στις 15 Σεπτεμβρίου, ορκίστηκε πρώτος Γενικός Διευθυντής του Μουσείου Ακρόπολης, ενός από τα σπουδαιότερα του κόσμου. Ο χώρος του νέου γραφείου του, λιτός και απέριττος, ήταν λουσμένος στο ελληνικό φως που γέννησε τον Παρθενώνα. Το κινητό του τηλέφωνο χτυπούσε συνεχώς. Ο ίδιος άλλωστε διένυε τις τελευταίες ημέρες του στο τιμόνι του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, διοργανώνοντας πυρετωδώς τη μεγαλειώδη έκθεση «Κάλλος. Η Υπέρτατη Ομορφιά» που εγκαινιάζεται στις 29 Σεπτεμβρίου και με την οποία ουσιαστικά αποχαιρετά το μουσείο στο οποίο διετέλεσε διευθυντής επί 25 συναπτά έτη. Η παμψηφεί εκλογή του τον περασμένο Ιούνιο στο πόστο του Γενικού Διευθυντή του Μουσείου Ακρόπολης, ύστερα από διεθνή διαγωνισμό, μια θέση που παρέμενε ορφανή για μια σειρά γραφειοκρατικούς λόγους από την αρχή της λειτουργίας του μουσείου εδώ και 12 χρόνια, ήταν μάλλον αναμενόμενη. Η διεθνής επταμελής επιτροπή, με Πρόεδρο τον Καθηγητή Δημήτρη Παντερμαλή και μέλη τον ακαδημαϊκό και Καθηγητή Μανόλη Κορρέ, τον ακαδημαϊκό και τέως Διευθυντή του Μουσείου του Λούβρου Αλέν Πασκέ, τους Καθηγητές Αρχαιολογίας Πέτρο Θέμελη και Βασίλη Λαμπρινουδάκη, τον Γενικό Διευθυντή των Μουσείων του Βερολίνου δρα Αντρέας Σολ και τον Γενικό Διευθυντή των Μουσείων της Ιταλίας δρα Μάσιμο Οσάνα, αξιολόγησε με άριστα το έργο, την εμπειρία και την προσωπικότητά του. Γιατί ο Νίκος Σταμπολίδης είναι ο αρχαιολόγος που έχει ταυτίσει το όνομά του με τη σπουδαία ανασκαφή στην αρχαία πόλη και στη νεκρόπολη της Ελεύθερνας, αλλά και ο δημιουργός του αρχαιολογικού πάρκου και του μουσείου της. Γιατί ο Νίκος Σταμπολίδης υπήρξε ο Καθηγητής που με την πολυετή διδασκαλία του στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης διαμόρφωσε γενιές αρχαιολόγων. Γιατί ο Νίκος Σταμπολίδης στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης διοργάνωσε σπάνιες εκθέσεις όχι μόνο αρχαιολογικές με πανανθρώπινα θέματα αλλά και της Αναγέννησης, καθώς και συνδυασμούς αρχαίας και σύγχρονης τέχνης, αξιοποιώντας ένα ευρύ δίκτυο διαπροσωπικών σχέσεων, φέρνοντας για πρώτη φορά στη χώρα μας ευρήματα και έργα τέχνης τα οποία δεν είχαν βγει ποτέ έξω από τις αίθουσες των μουσείων όπου φιλοξενούνται. Ισως ο δάσκαλός του, ο Μανόλης Ανδρόνικος, όταν έγραφε ότι «αν έπρεπε να διαλέξω έναν μόνο από τους μαθητές μου, θα διάλεγα αυτόν», στη συστατική επιστολή που του έδωσε ως διαβατήριο για τις μεταπτυχιακές του σπουδές, διέβλεπε το λαμπρό μέλλον του τότε μαθητή του.

Κύριε Σταμπολίδη, ποιοι ήταν οι λόγοι που θέσατε υποψηφιότητα για τη θέση του Γενικού Διευθυντή του Μουσείου Ακρόπολης, αφήνοντας τη θέση σας στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης;

«Θα σας πω ότι είμαι ένας άνθρωπος κινητικός και θα σας μιλήσω με μια παρομοίωση. Ξέρετε, το κυπαρίσσι είναι ένα πολύ ωραίο δέντρο, αλλά αν το κόψεις από την κορυφή σταματά να αναπτύσσεται. Αντίθετα η ελιά, το κατεξοχήν δέντρο της Ελλάδας και της Αθήνας, όσο και να την κλαδέψεις, ακόμα και αν την κόψεις από τη ρίζα, θα πετάξει ξανά βλαστάρια. Κάπως έτσι και εγώ θέλω να προχωρώ μπροστά. Την ίδια στιγμή, ως αρχαιολόγος, έχω καλή αίσθηση όχι μόνο του χώρου αλλά και του χρόνου. Επομένως, θεωρώ ότι κανείς πρέπει να γνωρίζει πότε είναι στιγμή να αποχωρεί αλλά και το πού μετά θα πάει, το επόμενο βήμα του. Για εμένα λοιπόν μια πορεία για να είναι ουσιαστική πρέπει να είναι ανηφορική και όχι κατηφορική. Με ευκολία γλιστράς αλλά με δυσκολία ανεβαίνεις. Σας ρωτώ λοιπόν: Τι άλλο θα μπορούσα να κάνω στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης; Ξέρετε, όταν η έκθεση «Κάλλος. Η Υπέρτατη Ομορφιά», που εγκαινιάζεται αυτές τις ημέρες, περνούσε από έγκριση στο ΚΑΣ, μια συνάδελφος μού είπε: «Νίκο, τι μεγάλο δώρο κάνεις στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης!». «Eίναι το δώρο του κύκνειου άσματος» της απάντησα. Γιατί είχα αποφασίσει να αποχωρήσω από το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης ανεξαρτήτως του αποτελέσματος της εκλογής μου στο Μουσείο Ακρόπολης».

Ομολογώ ότι δεν το γνώριζα αυτό…

«Είναι η αλήθεια. Η διοίκηση, την οποία και ευχαριστώ για τη συνεργασία όλα αυτά τα χρόνια, το γνώριζε ήδη από τον Μάρτιο του 2020. Ενιωσα ότι ένας κύκλος έπρεπε να κλείσει και έπρεπε να κλείσει με κάλλος. Για αυτό έφυγα αφήνοντας προίκα στο ΜΚΤ την έκθεση «Αγονη Γραμμή 2» που ετοιμάσαμε με τον μαθητή, συνάδελφο και συνεργάτη μου επί μία 20ετία Γιώργο Τασούλα, αλλά και την έκθεση «Κάλλος. Η Υπέρτατη Ομορφιά», με τον Γιάννη Φάππα, η οποία περιλαμβάνει 300 και πλέον αρχαιότητες από μουσεία και συλλογές της Ελλάδας, της Ιταλίας και του Βατικανού».

Ας περάσουμε στη νέα σελίδα που ανοίγεται στο Μουσείο της Ακρόπολης. Ποιο είναι το όραμά σας, ποιο το στίγμα που θέλετε να αφήσετε;  

«Επιτρέψτε μου να σας πω ότι η ερώτησή σας είναι ταυτόχρονα και σωστή και λάθος. Τι εννοώ; Πηγαίνω σε ένα μουσείο που ήδη λειτουργεί, και λειτουργεί πετυχημένα εδώ και 12 έτη, χάρη στις προσπάθειες του υπουργείου Πολιτισμού και του Προέδρου του ΔΣ, του Καθηγητή Δημήτρη Παντερμαλή, ο οποίος πάλεψε σκληρά, έστησε το Μουσείο Ακρόπολης και έδωσε μεγάλες μάχες για να λειτουργήσει. Οπότε ως Γενικός Διευθυντής μπαίνω με ένα καινούργιο όραμα, το οποίο συνεχίζει, ενισχύει και επεκτείνει εκείνο του Δημήτρη Παντερμαλή».

Ξέρετε, ήδη πολλοί θεωρούν ότι η συνύπαρξη δύο ισχυρών ανδρών και προσωπικοτήτων, όπως είστε εσείς και ο Καθηγητής Παντερμαλής, κάτω από την ίδια στέγη, ενδεχομένως να μην είναι τόσο εύκολη…

«Δεν μπορώ να κατανοήσω γιατί οι άνθρωποι αρέσκονται στο να διαιρούν, τους αρέσει το divide et impera. Αυτή η συζήτηση έχει φθάσει και στα δικά μου αφτιά. Κάποιοι προσπαθούν να περάσουν τις δικές τους οπτικές και τη διασπαστική διάθεσή τους είτε σε εμένα είτε στον Δημήτρη Παντερμαλή… Απαντώ λοιπόν ότι δεν πρόκειται να τους κάνουμε τη χάρη. Οι ρόλοι μας είναι απολύτως διακριτοί. Ο Καθηγητής Δημήτρης Παντερμαλής είναι ο Προέδρος του ΔΣ και εγώ ο Γενικός Διευθυντής του Μουσείου. Και οφείλω να πω και κάτι άλλο. Ο Δημήτρης Παντερμαλής, εκτός από εκλεκτός συνάδελφος, είναι και εκλεκτός φίλος».

Πόσα χρόνια μετρά αυτή η εκτίμηση;

«Οταν εγώ ήμουν φοιτητής Αρχαιολογίας, ο Δημήτρης Παντερμαλής ήταν ήδη νέος καθηγητής. Θα σας διηγηθώ λοιπόν μια ιστορία από τα παλιά, από την εποχή της εκλογής μου ως καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Κρήτης το 1994. Τότε για την εκλογή καθηγητή πρώτης βαθμίδας ήταν υποχρεωτικό να συγκεντρώσεις τα 2/3 των εκλεκτόρων, ενώ στην ψηφοφορία συμμετείχαν ειδικοί στο αντικείμενο της Κλασικής Αρχαιολογίας από όλα τα πανεπιστήμια της Ελλάδας. Οταν λοιπόν ανέτρεξα στα πρακτικά εκείνης της ημέρας, ο Καθηγητής Παντερμαλής, μολονότι είχε ένα μικρό ατύχημα, παραβρέθηκε στη διαδικασία και ψήφισε για την εκλογή. Δεν το θυμάμαι αυτή τη στιγμή να σας το μεταφέρω αυτολεξεί, αλλά το νόημα των λόγων του για εμένα την ημέρα της εκλογής μου ήταν περίπου αυτό: «Δεν ξέρω τι είδους καθηγητές θέλετε εδώ στην Κρήτη, αλλά εμείς οι υπόλοιποι καθηγητές πρώτης βαθμίδας Κλασικής Αρχαιολογίας της χώρας θέλουμε καθηγητές αρχαιολόγους σαν τον Σταμπολίδη». Αυτός ο άνθρωπος τότε είπε τα καλύτερα λόγια για εμένα και από ό,τι μαθαίνω, γιατί δεν είσαι παρών σε μια κρίση, μίλησε με τα καλύτερα λόγια και τώρα στη διεθνή επιτροπή για την εκλογή μου στο Μουσείο Ακρόπολης. Σας ερωτώ λοιπόν πώς είναι δυνατόν να μην έχουμε μια συνεκτική σχέση, μολονότι ορισμένοι ήδη προσπαθούν να τη διεμβολίσουν; Επαναλαμβάνω, αυτό δεν θα συμβεί. Είναι φυσικό οι άνθρωποι να έχουμε διαφορετικές απόψεις πάνω σε κάποια ζητήματα. Αλλά πιστεύετε ότι δεν θα βρούμε μια κοινή οδό; Ξέρετε, στα μαθηματικά δύο συν κάνουν συν, αλλά και δύο πλην πάλι συν κάνουν».

Επιστρέφω λοιπόν στο δικό σας όραμα για το Μουσείο.  

«Πιστεύω ότι μπορείς να μιλήσεις για το όραμά σου όταν αρχίζεις να το υλοποιείς. Γιατί πολύ συχνά ακούμε για ιδέες, π.χ. μια έκθεση για τούτο και για κείνο και ποιος είχε την ιδέα. Αυτό το «παραμύθι» θα πρέπει να τελειώνει. Σχεδόν όλα τα θέματα μπορούν να γίνουν εκθέσεις, όμως από τη σύλληψη του όλου στην οργάνωση έως την υλοποίηση, υπάρχει τεράστια απόσταση. Πώς μπορώ να σας μιλήσω λοιπόν για το όραμά μου, όταν σήμερα που μιλάμε, Παρασκευή 10 Σεπτεμβρίου, δεν έχω καν ορκιστεί, αναλάβει και γνωρίσει όλους τους ανθρώπους του μουσείου; Αυτή την κουβέντα θεωρώ ότι πρέπει να την κάνουμε μερικούς μήνες αργότερα».

Δεν μπορώ πάντως να πιστέψω ότι, για παράδειγμα, δεν έχετε σκεφθεί ήδη τις εκθέσεις που θέλετε να διοργανώσετε...

«Μα φυσικά και τις έχω σκεφθεί. Δεν πηγαίνεις απροετοίμαστος σε έναν οργανισμό όπως το Μουσείο Ακρόπολης, σεβόμενος την ιστορία του αλλά και τον εαυτό σου. Θέλετε να μιλήσουμε για τη διοργάνωση εκθέσεων; Φυσικά και ήδη έχω δύο-τρεις εκθέσεις στο μυαλό μου αλλά θα τις ανακοινώσω στους καθ’ ύλην αρμοδίους: στο ΔΣ του Μουσείου και στον Πρόεδρό του, όπως και στο υπουργείο Πολιτισμού. Ξέρετε, υπάρχει αυτό που ονομάζουμε «βιομηχανία» του πολιτισμού, αν και απεχθάνομαι τον όρο. Μπορεί εύκολα λοιπόν μέσω μιας τέτοιας συνέντευξης να κλαπεί μια ιδέα. Και δεν με ενοχλεί αυτό, με ενοχλεί όμως να μην υλοποιηθεί σωστά. Ξαναγυρίζοντας λοιπόν στην ερώτησή σας, σκοπεύω να δω διοικητικά θέματα του μουσείου, να προωθήσω τη συνεργασία ανάμεσα στα τμήματα και να δώσω έμφαση ιδιαίτερα στο κομμάτι της επικοινωνίας. Το Μουσείο Ακρόπολης είναι ένας οργανισμός που λειτουργεί πολύ καλά και αυτό το κομμάτι πρέπει να βγει προς τα έξω. Ηδη έχω μιλήσει με τον κ. Παντερμαλή και συμφωνεί απολύτως μαζί μου. Ολα θα τα δούμε και θα τα ανακοινώσουμε εν ευθέτω χρόνω. Δεν μου αρέσουν τα κούφια λόγια. Παρατηρήσατε ότι από την ανακοίνωση της εκλογής μου, τον Ιούνιο, δεν έχω μιλήσει σε κανένα Μέσο. Και η συνέντευξη που κάνουμε σήμερα είναι περισσότερο προσωπική παρά με την ιδιότητα του Γενικού Διευθυντή του Μουσείου Ακρόπολης».

Αντιλαμβάνομαι ότι ακόμη δεν μπορείτε να μιλήσετε συγκεκριμένα. Δεν μπορώ όμως να μη ρωτήσω αν, για παράδειγμα, θα δούμε εκθέσεις με συνδυασμό σύγχρονης τέχνης στο μουσείο, κάτι το οποίο δεν έχει συμβεί μάλλον μέχρι σήμερα…

«Βεβαίως και θα δείτε. Με το δικό μου δείγμα γραφής, όπως έχω κάνει έως τώρα και στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης. Πώς συνδυάστηκε, για παράδειγμα, το έργο του ζωγράφου Σάι Τουόμπλι με το περίφημο αγγείο Φρανσουά που μετακινήθηκε για πρώτη φορά από το Αρχαιολογικό Μουσείο της Φλωρεντίας ειδικά και μόνο για να εκτεθεί στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης; Η πώς συνδυάστηκαν τα κεραμικά του Πικάσο με τις ελληνικές αρχαιότητες; Τέτοιες εκθέσεις διαλόγων αρχαιότητας και σύγχρονης τέχνης καθώς και διαλόγους αρχαίων πολιτισμών, ναι, θα δείτε».

Ολες αυτές οι μετακινήσεις σπάνιων ευρημάτων και έργων τέχνης έγιναν χάρη στο ευρύ δίκτυο διαπροσωπικών σχέσεων που διατηρείτε με τους διευθυντές των μεγαλύτερων μουσείων του κόσμου…

«Η Ντόλλη Γουλανδρή μού έλεγε ότι το πρόσωπο του ανθρώπου είναι σπαθί. Η φυσική παρουσία μου στις συνεννοήσεις με τους συναδέλφους μου στην Ελλάδα και στο εξωτερικό χαρίζει πάντα το καλύτερο αποτέλεσμα. Σας επαναλαμβάνω λοιπόν ότι αυτού του είδους οι συνεργασίες θα συνεχιστούν. Θα δείτε και αρχαιότητα και σύγχρονη τέχνη. Αλλά όχι σύγχρονη τέχνη απλά για τη σύγχρονη τέχνη, να διοργανώνεις δηλαδή εκθέσεις και ύστερα από λίγο να μην τις θυμάται κανείς. Είναι καλύτερα να δημιουργείς έναν βράχο που θα μείνει στην ακρογιαλιά της μνήμης των επισκεπτών παρά πετραδάκια που θα τα μετατρέψει η θάλασσα της λήθης σε άμμο».

Στον τομέα της επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα τι πρωτοβουλίες σκοπεύετε να πάρετε;  

«Θα σας απαντήσω στον ίδιο τόνο. Θα υπάρξουν πρωτοβουλίες. Αλλά είναι λάθος να τις ανακοινώνεις πριν τις υλοποιήσεις ή έστω όταν βρίσκεσαι κοντά στην υλοποίηση».

Πιστεύετε ότι θα γίνει πραγματικότητα η επιστροφή των Γλυπτών μια μέρα;

«Αλίμονο αν δεν το πίστευα. Η Πολιτεία έχει έναν μακρύ και συνεχιζόμενο δρόμο προς αυτή την κατεύθυνση. Ο Παρθενώνας είναι ένα παγκόσμιο σύμβολο. Είναι το υλικό αποτύπωμα του κλασικού κόσμου από όπου πήγασε ο δυτικός πολιτισμός, αν θέλετε, το σπίτι όλων των κρατών της Ευρώπης, ολάκερης της ανθρωπότητας. Θα σας μιλήσω μεταφορικά. Ενας παππούς ή μια γιαγιά μπορεί να έχουν πολλούς κληρονόμους: όπως παραδείγματος χάριν είναι η Αθήνα η μάνα και κόρη της η Ρώμη, στη συνέχεια έρχονται οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, οι ΗΠΑ, η Αυστραλία… Αυτοί όμως οι κληρονόμοι δεν επιτρέπεται να αφήνουν το σπίτι του παππού και της γιαγιάς τους, τον Παρθενώνα, το σύμβολο του Πολιτισμού, ρημαγμένο. Ο Παρθενώνας δεν είναι το σώμα μιας θείας μετάληψης από το οποίο καθένας θα πρέπει να πάρει ένα κομμάτι. Είναι μια ολότητα γεννημένη σε έναν συγκεκριμένο χρόνο, χώρο και περιβάλλον, κάτω από ένα συγκεκριμένο φως. Και όλοι οι άνθρωποι κάτω από αυτό το φως και τον αέρα και το περιβάλλον θα πρέπει να επισκέπτονται τον Παρθενώνα και να αναβαπτίζονται στις ρίζες τους. Δεν είναι λοιπόν μόνο η Πολιτεία, δεν είναι μόνο το μουσείο, το οποίο διεκδικεί την επιστροφή, είναι το ίδιο το μνημείο, ο Παρθενώνας, το σώμα-σύμβολο που ζητά τα μέλη του πίσω».

Με τον νυν διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου, τον Χάρτβιχ Φίσερ, συνομιλείτε;

«Νομίζω ότι μου επιτρέπει να το πω: είναι ένας από τους πρώτους ανθρώπους που με συνεχάρη, προσκαλώντας με μάλιστα στο Λονδίνο. Οπως είναι γνωστό, από την προηγούμενη θέση μου ως διευθυντή του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης είχα συνεργασία με το Βρετανικό Μουσείο σε εκθέσεις που δεν περιελάμβαναν διεκδικούμενες αρχαιότητες. Οπως μάλιστα σημειώνει στη συγχαρητήρια επιστολή που μου απέστειλε, το προσωπικό του Βρετανικού Μουσείου έχει ευχάριστες αναμνήσεις (fond memories) από τις συνεργασίες μαζί μου. Του απάντησα ότι όταν αναλάβω και ενημερωθώ πλήρως θα τον επισκεφθώ στο Λονδίνο. Το ζήτημα είναι ότι με κάθε τρόπο πρέπει να πεισθούν οι Trustees του Βρετανικού Μουσείου ώστε να δώσουν τα μέλη ενός σώματος που τα ζητάει πίσω. Αυτό είναι πολιτισμός, και μεγάλο μέρος, αν όχι το μεγαλύτερο, του βρετανικού λαού επιθυμεί και συντάσσεται με την επιστροφή των Γλυπτών».

Το καλοκαίρι γίναμε ξανά μάρτυρες των απαράδεκτων συνθηκών κάτω από τις οποίες φυλάσσονται τα Γλυπτά του Παρθενώνα. Πώς αισθανθήκατε στη θέα τους;  

«Ασχημα. Θα σας πω όμως κάτι. Φυσικά μπορείς και ίσως να είσαι αναγκασμένος να χρησιμοποιήσεις το επιχείρημα αυτό για την επιστροφή των Γλυπτών. Για εμένα όμως είναι καλύτερο οι Βρετανοί να πεισθούν και με άλλη επιχειρηματολογία. Οπως προείπα, μην ξεχνάμε ότι ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού της Βρετανίας είναι υπέρ της επανένωσης. Γιατί να κινούμαστε μόνο με επίθεση;».

Προέρχεστε από το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, έναν οργανισμό που αποτελεί Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου, και αναλαμβάνετε τη θέση του Γενικού Διευθυντή στο Μουσείο Ακρόπολης, έναν οργανισμό που είναι Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου. Σας φοβίζει αυτή η μεγαλύτερη εξάρτηση από το Δημόσιο;  

«Είναι μια ερώτηση που δέχθηκα και από τη διεθνή επιτροπή που αποφάσισε για την εκλογή μου. Σας απαντώ: Το Πανεπιστήμιο Κρήτης στο οποίο δίδασκα επί πολλά συναπτά έτη δεν ήταν ΝΠΔΔ; Επίσης, δεν είμαι μέλος του ΚΑΣ εδώ και χρόνια; Για εμένα, αν θέλετε, το υπουργείο Πολιτισμού είναι περισσότερο σπίτι μου σε σχέση με το υπουργείο Παιδείας. Με τις ανασκαφές, με τα προγράμματα για τη δημιουργία του αρχαιολογικού χώρου και του Μουσείου της Ελεύθερνας, με νομοθετικό πλαίσιο και διαδικασίες Δημοσίου και με ΝΠΔΔ εργάστηκα. Δεν καταλαβαίνω λοιπόν ποιο είναι το ερώτημα, το πρόβλημα. Το Μουσείο Ακρόπολης δεν αποτελεί μόνο ένα από τα καλύτερα μουσεία του κόσμου αλλά είναι και πρεσβευτής όλης της χώρας στο παγκόσμιο στερέωμα. Αν υπάρχουν λοιπόν τυχόν αγκυλώσεις λόγω της σχέσης που υπάρχει με το Δημόσιο, η δουλειά μου ως Γενικού Διευθυντή είναι να βοηθήσω να λυθούν».

Γυρίζω πίσω στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης. Είναι αλήθεια ότι η Ντόλλη Γουλανδρή σάς έπεισε, έπειτα από τέσσερα χρόνια προσπαθειών, να αναλάβετε τη θέση του διευθυντή;

«Ναι. Tης έφερνα δυσκολίες, που ήταν πραγματικά αντικειμενικές. Οταν με προσέγγισε την πρώτη φορά, ήμουν πρόεδρος του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, αργότερα κοσμήτορας της Φιλοσοφικής Σχολής του Ιδρύματος. Δέχθηκα όταν μου είπε ότι το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης θα είναι το βήμα για να μπορέσω να υλοποιήσω τα όνειρά μου. Και είχε δίκιο. Απόδειξη οι 20 εκθέσεις που διοργάνωσα, ο τρόπος με τον οποίο διαχειρίστηκα τις υποθέσεις ακόμα και μετά τον θάνατο της Ντόλλης το 2008, όταν και ανέλαβε η Σάντρα Μαρινοπούλου. Νομίζω ότι δεν πρόδωσα το όραμα ούτε της ιδρύτριας ούτε του μουσείου».

Αναρωτηθήκατε γιατί η Ντόλλη Γουλανδρή επέμενε τόσο στο πρόσωπό σας;

«Βεβαίως. Μάλιστα της είχα θέσει ακριβώς την ίδια ερώτηση που μου κάνετε. «Eγώ δεν κάνω τίποτα χωρίς να το σκεφτώ, χωρίς να ρωτήσω κόσμο και χωρίς να βαθμολογήσω» μου απάντησε τότε. Και έβγαλε ένα μπλοκάκι, από αυτά τα καταπληκτικά που είχε πάντα μαζί της, τα κόκκινα με τις γαλάζιες σελίδες. Θυμάμαι ότι ταξιδεύαμε για την Ισπανία. Πάντα στα μεγάλα αεροπορικά ταξίδια, ίσως γιατί η Ντόλλη είχε έναν μεταφυσικό φόβο, είχε εξομολογητική διάθεση. Βγάζει λοιπόν το μπλοκάκι της και το ανοίγει. Σε μια σελίδα υπήρχαν τρία ονόματα, ανάμεσά τους το δικό μου. «Σε βαθμολογία με άριστα το 100 εσύ παίρνεις 98, ο δεύτερος 82 και ο τρίτος 67. Εσύ ποιον θα διάλεγες στη θέση μου;» μου απάντησε».

Κύριε Σταμπολίδη, τελικά γιατί γίνατε αρχαιολόγος;

«Γιατί αγαπώ τους ανθρώπους. Και όταν αγαπάς τους ανθρώπους θέλεις να τους γνωρίσεις σε βάθος. Και ξεκινάς από την αρχή της ιστορίας τους για να φθάσεις στο σήμερα. Ξέρετε, αν δεν γινόμουν αρχαιολόγος θα γινόμουν γιατρός για να απαλύνω τον ανθρώπινο πόνο. Διάλεξα τελικά το πρώτο γιατί προσφέρει ένα τεράστιο άνοιγμα στον χώρο και στον χρόνο: σε αυτούς τους δύο εξαιρετικά άγνωστους Χ».