Όπως και σε όλες τις γειτονικές χώρες, έτσι και στη Γερμανία αυξάνονται και πάλι τα κρούσματα του κορωνοϊού. Για μεγάλο χρονικό διάστημα ο ιός φαινόταν να έχει τεθεί υπό έλεγχο. Τώρα ο δείκτης μετάδοσης καταγράφει αύξηση και μας προϊδεάζει για ένα τέταρτο κύμα της πανδημίας. «Ήταν αναμενόμενη αυτή η εξέλιξη, δεδομένου ότι η μετάλλαξη Δέλτα είναι ιδιαίτερα μεταδοτική», δήλωσε πρόσφατα ο επικεφαλής του επιδημιολογικού Ινστιτούτου Ρόμπερτ Κοχ, Λόταρ Βίλερ, σε κοινή συνέντευξη τύπου με την καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ. Ο ίδιος διευκρινίζει ότι τα υψηλά ποσοστά εμβολιασμών προστατεύουν, αν μη τι άλλο, από σοβαρές επιπλοκές ακόμη και εκείνους που έχουν νοσήσει. Το ζήτημα είναι αν πράγματι οι περισσότεροι επιθυμούν να εμβολιαστούν. Η γερμανική κυβέρνηση θέτει ως στόχο να αυξηθεί το ποσοστό των εμβολιασθέντων στο 85% στις ηλικίες 12 έως 59 ετών και στο 90% στις ηλικίες άνω των 60. Σε αυτή την περίπτωση η αύξηση των κρουσμάτων θα ήταν «υπό έλεγχο», τόνισε η Άνγκελα Μέρκελ.

Χωρίς «ανοσία της αγέλης» τον χειμώνα

Μάσκα και τήρηση αποστάσεων στους δρόμους

Δύσκολο να επιτευχθεί η ανοσία της αγέλης μέχρι τον χειμώνα, εκτιμούν οι ειδικοί

Αλλά και αυτό δεν θεωρείται πλέον σίγουρο. Πρόσφατα το Ινστιτούτο Ρόμπερτ Κοχ δημοσίευσε ένα προσχέδιο στρατηγικής για τον χειμώνα 2021/22, το οποίο αφήνει ακόμα λιγότερα παριθώρια αισιοδοξίας. «Ο στόχος να επιτευχθεί μία ανοσία της αγέλης, υπό την έννοια ότι ο ιός θα εξολοθρευτεί πλήρως, δεν είναι ρεαλιστική» αναφέρουν οι συντάκτες της έκθεσης και σημειώνουν ότι μία σειρά παραγόντων κατά πάσα πιθανότητα οδηγούν σε περαιτέρω αύξηση κρουσμάτων από το φθινόπωρο. Πόση πανδημία μπορεί ακόμη να αντέξει ο κόσμος;

Ο ψυχολόγος και στατιστικολόγος Στέφαν Γκρίνεβαλντ λέει στην Deutsche Welle ότι πολλοί «παραμένουν σε επιφυλακή, αλλά κατά βάθος ελπίζουν ότι ένα νέο κύμα θα είναι λιγότερο οδυνηρό από τα προηγούμενα, από τη στιγμή που οι περισσότεροι θα έχουν εμβολιαστεί». Από την άλλη πλευρά πάλι, επισημαίνει, «πολλοί υποπτεύονται ότι, μετά την ανεμελιά του καλοκαιριού, κάτι θα αρχίσει να αλλάζει πάλι το φθινόπωρο». Ο Γκρίνεβαλντ συμμετείχε στο επιστημονικό συμβούλιο για την προστασία από τον κορωνοϊό που είχε συγκαλέσει πρόσφατα ο Άρμιν Λάσετ, πρωθυπουργός της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας και υποψήφιος των Χριστιανοδημοκρατών (CDU) για την καγκελαρία στις εκλογές του Σεπτεμβρίου.

Έρχεται ο υποχρεωτικός εμβολιασμός;

Η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ

Δεν θέλει υποχρεωτικό εμβολιασμό για τη Γερμανία η Άνγκελα Μέρκελ

Στη Γερμανία το 60% του συνολικού πληθυσμού έχει λάβει τουλάχιστον μία δόση του εμβολίου. Σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε την άνοιξη υπάρχει πλέον επάρκεια σκευασμάτων, ωστόσο οι ρυθμοί εμβολιασμού επιβραδύνονται. Το Ινστιτούτο Ρόμπερτ Κοχ προβλέπει ένα ποσοστό εμβολιασμού γύρω στο 70-80% μεταξύ των ενηλίκων, το οποίο θεωρείται μάλλον ανεπαρκές για να επιτευχθεί η περίφημη «ανοσία της αγέλης». Πάμε για υποχρεωτικό εμβολιασμό; Η καγκελάριος επιμένει ότι «θέλουμε να προσελκύσουμε τον κόσμο, όχι να τον υποχρεώσουμε να εμβολιαστεί». Ούτε το γαλλικό πρότυπο του αναγκαστικού εμβολιασμού για συγκεκριμένες επαγγελματικές ομάδες βρίσκει μέχρι στιγμής απήχηση στη Γερμανία.

Αυτό που αλλάζει όμως είναι η αυστηρή προσκόλληση σε ηλικιακά κριτήρια, που επικρατούσε στην αρχή της εμβολιαστικής καμπάνιας. Σε μερικά κρατίδια της Γερμανίας έχουν κάνει την εμφάνισή τους ακόμη και κινητά συνεργεία εμβολιασμού, σε πλατείες ή εμπορικά κέντρα. Όποιος θέλει και προλαβαίνει εμβολιάζεται, χωρίς να τηρείται αυστηρή σειρά προτεραιότητας ανάλογα με την ηλικία, χωρίς περίπλοκες διαδικασίες για την εξασφάλιση ραντεβού. Ο ψυχολόγος Στέφαν Γκρίνεβαλντ εκτιμά ότι «τα κινητά συνεργεία είναι πράγματι πολύ αποτελεσματικά, ιδιαίτερα όταν προσπαθεί κανείς να προσεγγίσει όχι μόνο τα αστικά στρώματα στις μεγάλες πόλεις, αλλά και ένα άλλο κομμάτι του πληθυσμού, υπερνικώντας πολλές φορές προβλήματα συνεννόησης ή προκαταλήψεις που οφείλονται σε πολιτιστικά στερεότυπα».

Η πανδημία γίνεται κομμάτι της καθημερινότητας

Ο ψυχολόγος Στέφαν Γκρίνεβαλντ

Τα κινητά συνεργεία εμβολιασμού είναι πολύ αποτελεσματικά, λέει ο Στέφαν Γκρίνεβαλντ

Κατά τα άλλα πολλά υγειονομικά μέτρα – κοινωνικές αποστάσεις, χρήση μάσκας, εργασία από το σπίτι κατά το δυνατόν – παραμένουν και δεν φαίνεται να ανακαλούνται σύντομα. Το Ινστιτούτο Ρόμπερτ Κοχ συνιστά την παράταση των μέτρων αυτών, τουλάχιστον μέχρι την άνοιξη του 2022. Απαντώντας στο ερώτημα πότε επιτέλους θα επιστρέψουμε στην κατάσταση που επικρατούσε πριν από την πανδημία, ο Στέφαν Γκρίνεβαλντ δεν αφήνει μεγάλα περιθώρια αισιοδοξίας, λέγοντας ότι η χαλαρότητα της εποχής εκείνης δεν είναι ορατή στο άμεσο μέλλον. Άλλωστε, συμπληρώνει, «έχει αλλάξει και η καταναλωτική μας συμπεριφορά. Ο κόσμος καταναλώνει, ταξιδεύει, απολαμβάνει πολιτιστικά αγαθά με διαφορετικό τρόπο από ό,τι συνέβαινε πριν την πανδημία».

Σε πολιτικό επίπεδο η ευθύνη ανήκει κατά κύριο λόγο στα ομόσπονδα κρατίδια. Στην καθιερωμένη καλοκαιρινή συνέντευξη τύπου για τους διαπιστευμένους ανταποκριτές στο Βερολίνο η Άνγκελα Μέρκελ υπογράμμισε την ανάγκη να κινητοποιηθούν οι τοπικές κυβερνήσεις για να αντιμετωπίσουν τη «δραματική» αύξηση των κρουσμάτων. Όσον αφορά τα νοσοκομεία, η νέα στρατηγική τα υποχρεώνει να διαθέτουν περισσότερα κρεβάτια για όσους έχουν νοσήσει από τον ιό και μάλιστα όχι μόνο για βαριά περιστατικά. Αυτό συμβαίνει γιατί οι αρμόδιοι θέλουν να καταγράψουν με ακρίβεια τα περιστατικά εκείνα – ακόμη και τα πιο ελαφρά – στα οποία εμβολιασθέντες προσβάλλονται από τον κορωνοϊό. Από τον Φεβρουάριο του 2021 το Ινστιτούτο Ρόμπερτ Κοχ έχει καταγράψει 6.000 περιστατικά του είδους και εκτιμά ότι ο αριθμός αυτός θα αυξηθεί στο μέλλον, ιδιαίτερα στις μεγαλύτερες ηλικίες.

Κάι Αλεξάντερ Σολτς

Επιμέλεια: Γιάννης Παπαδημητρίου