Η επιθυμία του Πλάτωνα, αφενός να βασιλεύσουν στις πόλεις – κράτη οι  φιλόσοφοι και να φιλοσοφήσουν οι βασιλείς και αφετέρου να συγκεντρωθούν στο ίδιο πρόσωπο η πολιτική δύναμη και η φιλοσοφία, ώστε να πάψουν τα κακά των πόλεων και όλης της ανθρωπότητας δεν έγινε πραγματικότητα.

Οι σχέσεις τεχνοκρατίας και πολιτικής δεν απασχολούν μόνον τους πολιτικούς επιστήμονες, αλλά και κάθε πολίτη που ενδιαφέρεται για την εύρυθμη λειτουργία των θεσμών. Η πρόσφατη πανδημία ανέδειξε αυτή τη σχέση εμφατικά. Τα ερωτήματα πολλά. Ποιος πρέπει να αποφασίζει; Ο πολιτικός; Ο τεχνοκράτης; Η εισήγησή του πρέπει να είναι δεσμευτική για τον πολιτικό; Ποιά τα όριά τους; Ποίοι οι κίνδυνοι για το πολίτευμα, τη ζωή των ανθρώπων και των κοινωνιών που τις συγκροτούν;

Οι υπέρμαχοι της επικράτησης της πολιτικής επί της τεχνοκρατίας υποστηρίζουν: οι τεχνοκράτες δεν μπορούν να λειτουργούν ως κυβερνήτες, δεν ασκούν αυτοί την εξουσία, δεν έχουν πολιτική νομιμοποίηση, να εισηγούνται, αλλά να αποφασίζουν οι πολιτικοί.

Οι υπέρμαχοι της επικράτησης της τεχνοκρατίας επί της πολιτικής αντιλέγουν: οι πολιτικοί δεν έχουν ειδικές γνώσεις, αποφασίζουν με γνώμονα το πολιτικό συμφέρον τους, τις οικονομικές προτεραιότητες, πρέπει λοιπόν να αποδέχονται τη γνώμη των ειδικών.

Ο τρόπος συγκροτήσεως των Κρατών έχει δώσει τη λύση με την πολιτική εξουσία να έχει την πρωτοβουλία να θέτει «τους κανόνες του παιχνιδιού». Είτε αποφασίζει να αναζητεί στις αποφάσεις της την απλή γνώμη των τεχνοκρατών, είτε τη σύμφωνη γνώμη και άλλοτε παραχωρεί τομείς της κρατικής δράσης σε αυτούς. Η περίπτωση των ανεξάρτητων διοικητικών αρχών.

Η πολιτική εξουσία πλειστάκις στη δράση της ποδηγετεί την τεχνοκρατία. Είτε επιλέγει αρεστούς σε αυτήν τεχνοκράτες, ώστε αυτοί να εισηγούνται σύμφωνα με τις επιθυμίες της, είτε σε κρίσιμες για αυτήν αποφάσεις δεν προβλέπει τη σύμφωνη γνώμη της στη λήψη των αποφάσεών της. Με αυτόν τον τρόπο ντύνει τις αποφάσεις της με τη χρυσόσκονη της τεχνοκρατίας και αφετέρου αποφασίζει κατά το δοκούν.

Η τεχνοκρατία πλειστάκις στη δράση της ποδηγετεί την πολιτική εξουσία. Είτε παρουσιάζοντας μια και μοναδική εισήγηση ως λύση για την λήψη μιας απόφασης, είτε (πιο επικίνδυνο και επιβλαβές) παρουσιάζοντας 2 ή περισσότερες προτάσεις και αποκρύβοντας άλλες, δημιουργώντας την ψευδαίσθηση στην πολιτική εξουσία, ότι αυτή έχει την αποφασιστική ψήφο, αφού επέλεξε μια από τις προτεινόμενες λύσεις. Ακόμα και σε περιπτώσεις που εκ του νόμου δεν καλείται στις αποφάσεις της πολιτικής εξουσίας, εξαιτίας της επιρροής της, η άποψη της μπορεί να οδηγήσει σε αμφιβολία ή ακόμα και στην υπαναχώρηση στη λήψη μιας απόφασης.

Η αγωνία της πολιτικής εξουσίας είναι πανθομολογούμενη. ‘Ελαβε την ορθή απόφαση; Και εάν αυτή δεν δέχθηκε την εισήγηση του τεχνοκράτη πως θα σταθεί απέναντι στην κρίση του πολίτη, όταν η απόφασή της αποδειχθεί λαθεμένη και επιβλαβής;

Η αγωνία του τεχνοκράτη είναι αξιοπρόσεκτη. Εάν εισηγηθεί λάθος; Η ζημιά από την εισήγησή του θα επιφέρει συνέπειες στον ίδιο τον τεχνοκράτη, θα τραυματίσει «την προσφυγή στους σοφούς», θα προξενήσει αμφιβολία, ανησυχία και βλάβη στους πολίτες.

Απαιτείται ένας δημόσιος διάλογος για τις σχέσεις τεχνοκρατίας και πολιτικής. Εισηγήσεις τεχνοκρατών επηρεάζουν ύψιστα εθνικά συμφέροντα, στο χώρο της Αμυνας, της εξωτερικής πολιτικής, στην Οικονομία, στο χωροταξικό σχεδιασμό, στην Ενέργεια, στην Υγεία. Οσο τα θέματα γίνονται πολύπλοκα, εξαιτίας της αλματώδους εξέλιξης των νέων τεχνολογιών και όταν το θεσμικό πλαίσιο στη Χώρα μας αγκομαχά – ήδη δεκαετίες – να παρακολουθήσει τη νέα πραγματικότητα, απαιτείται αφύπνιση και ανάληψη πρωτοβουλιών. Ώστε η τεχνοκρατία να μην ραδιουργεί, αλλά να υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, δηλαδή να εισηγείται άδολα και ανεπηρέαστα και η πολιτική να αποφασίζει χωρίς σκιές και αμφιβολίες.

*Ο κ. Μανώλης Αντωνόπουλος είναι Δικηγόρος – DEA στο δημόσιο δίκαιο Παν. René Descartes (PARIS V), πτυχιούχος πολιτικών επιστημών