Αν θεωρήσουμε πως όσα συνέβησαν στη Νέα Σμύρνη, ειδικά το βράδυ της Τρίτης, είναι μια αποτυχημένη απόπειρα να επιστρέψει η χώρα σε καταδικασμένες ιστορικά και πολιτικά περιόδους, όπως τα «Δεκεμβριανά» του 2008, οφείλουμε να δούμε με καθαρό μάτι και χωρίς κοινότοπες παραδοχές πέρα από το ντέρμπι κυβέρνησης – ΣΥΡΙΖΑ. Διότι, εκτός των δύο μονομάχων, υπάρχει και η ελάσσων αντιπολίτευση. Που διεκδικεί μερίδιο από το ενδιαφέρον μας, αλλά βρίσκεται σε βαθιά σύγχυση. Και εξ αυτού του λόγου διατυπώνει θεωρίες με δράκους…

Παρακολούθησα, ας πούμε, τη στάση που κράτησε το ΚΚΕ απέναντι στα γεγονότα της νύχτας της Τρίτης. Το ΚΚΕ, που έστειλε στη Νέα Σμύρνη το ΠΑΜΕ με τα ροπαλάκια ανά χείρας (λες και επρόκειτο ποτέ να επιτεθεί κάποιος από την Αστυνομία στην πιο οργανωμένη «κατεστημένη δύναμη» που υπάρχει αυτή τη στιγμή), εξέδωσε μια αξιοσημείωτη ανακοίνωση που δεν πρέπει να μας διαφύγει –  αντιθέτως.

Οφείλουμε να την αναλύσουμε, διότι έχει «ζουμί», όπως έμμεσα τεκμαίρεται από αυτήν. Ανέφερε επί λέξει η ανακοίνωση: «Η μεγάλη κινητοποίηση δεν αμαυρώνεται από τα επεισόδια που έστησαν κυβέρνηση, άλλοι ύποπτοι μηχανισμοί με τη συνδρομή κάποιων προβοκατόρικων στοιχείων. Ο απαράδεκτος τραυματισμός του αστυνομικού και όσα εκτυλίχθηκαν χθες (Τρίτη) στη Νέα Σμύρνη σε καμία περίπτωση δεν αθωώνει την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας από τις ευθύνες της για το κλίμα αστυνομοκρατίας που επιβάλλει την ώρα που κλιμακώνει την αντιλαϊκή επίθεση στην υγεία και σε όλα τα μέτωπα».

Μάλιστα. Κατά το ΚΚΕ, λοιπόν, για να συμβεί ό,τι συνέβη το βράδυ της Τρίτης στη Νέα Σμύρνη (απόπειρα δολοφονίας αστυνομικού, πολιορκία του Αστυνομικού Τμήματος Ν. Σμύρνης, άλλοι λιγότερο σοβαροί τραυματισμοί αστυνομικών, πλήθος καταστροφών, λεηλασίες, φωτιές κ.λπ.), συνεργάστηκε η κυβέρνηση με «ύποπτους μηχανισμούς». Ποιοι είναι άραγε αυτοί οι μηχανισμοί; Η ανακοίνωση αποφεύγει να δώσει περαιτέρω πληροφορίες για ένα θέμα μείζονος σημασίας όπως αυτό.

Αν όμως υπάρχει αυτή η ελεεινή σύμπραξη, και το ΚΚΕ το γνωρίζει, φρονώ ότι δεν μπορεί, και δεν πρέπει, να το κρατάει μυστικό στους τέσσερις τοίχους του Περισσού. Πολλώ δε μάλλον, αν σε όλο αυτό το «στήσιμο» υπάρχει και «συνδρομή προβοκατόρικων στοιχείων», εκτιμώ ότι το λιγότερο που οφείλει να κάνει το Κόμμα είναι να παραδώσει αυτά τα στοιχεία στη Δικαιοσύνη. Για να προστατευτεί η δημοκρατία.

Διότι, πέραν όλων των άλλων, για να επιτευχθεί αυτή η σύμπραξη, πρέπει να υπάρχει εκτός από σοβαρό σχεδιασμό και μια επιδίωξη. Που να απαντά πειστικά στο ερώτημα: Γιατί συνεργάζονται όλοι αυτοί – κυβέρνηση, ύποπτοι μηχανισμοί και προβοκάτορες; Τι θέλουν; Τι επιδιώκουν;

Οσον αφορά την κυβέρνηση, λογική επιδίωξη είναι να διαιωνιστεί η παραμονή της στην εξουσία. Οι «ύποπτοι μηχανισμοί» και οι «προβοκάτορες» όμως γιατί τη βοηθούν; Τι επιδιώκουν αυτοί; Να συγκυβερνήσουν, ας πούμε; Ως ανέκδοτο ακούγεται αυτό. Και σταματώ εδώ, γιατί εμφιλοχωρεί ο κίνδυνος να γελοιοποιηθεί εντελώς το πράγμα.

Συμπέρασμα. Υπάρχει ο ΣΥΡΙΖΑ που επιδιώκει τα ανομολόγητα, αλλά υπάρχει και η ελάσσων αντιπολίτευση που σπεύδει να «τσιμπολογήσει» τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των δύο μεγάλων και αγνοεί τη μεγάλη εικόνα, αδυνατεί να σκεφτεί καθαρά και στριμώχνεται να πάρει μια θέση στο κάδρο – ένα κεφαλάκι σε μια γωνία, έτσι για να υπάρχει.