Στις εβδομάδες που μεσολάβησαν από την ημέρα που κυκλοφόρησε το βίντεο της βάναυσης δολοφονίας του Τζορτζ Φλόιντ, ενός άοπλου μαύρου πολίτη, στα χέρια ενός λευκού αστυνομικού, έχουν ξεσπάσει αμέτρητες διαδηλώσεις τόσο στις ΗΠΑ όσο και στον υπόλοιπο κόσμο.

Από τη Μινεάπολις μέχρι το Λονδίνο και από τη Νέα Υόρκη μέχρι την Ατλάντα, χιλιάδες άνθρωποι έχουν κατέβει στους δρόμους ως ένδειξη αλληλεγγύης. Οργανισμοί και ιδιώτες έχουν δωρίσει εκατομμύρια δολάρια, δημοσιογράφοι έχουν παραιτηθεί, ενώ έχουν σημειωθεί ακόμη και καταστροφές αγαλμάτων. Ποιες είναι, όμως, οι μεγαλύτερες αλλαγές που έχουν επιτευχθεί μέσω των κινητοποιήσεων;

Η Μινεάπολις δεσμεύεται για τη «διάλυση» της Αστυνομίας

Οι διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν έξω από το σπίτι του δημάρχου της Μινεάπολις, Τζέικομπ Φρέι, κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου και απαίτησαν να τους γνωστοποιηθεί η θέση του σε σχέση με τη μείωση του προϋπολογισμού της Αστυνομίας. Όταν εκείνος τους απάντησε ότι δεν πιστεύει στην πλήρη διάλυση του σώματος, οι διαδηλωτές ανταποκρίθηκαν φωνάζοντας «Ντροπή» και ζητώντας του να φύγει.

Όμως η επιφύλαξή του δεν είχε σημασία. Μια πλειοψηφία συμβούλων, στους οποίους δεν μπορεί να επιβληθεί βέτο, υποσχέθηκε στη συνέχεια πως θα διαλύσει το σώμα, κάνοντας λόγο για ένα «μεταμορφωτικό νέο μοντέλο δημόσιας ασφάλειας».

Με αυτό τον τρόπο αποδέχτηκαν ότι το αστυνομικό τμήμα της Μινεάπολις – το οποίο προσπάθησαν μάταια να μεταρρυθμίσουν οι πέντε τελευταίοι δήμαρχοι – ενδέχεται να μην επιδέχεται διόρθωσης. Τώρα, τα μέλη του συμβουλίου κινούνται προς την εκπόνηση ενός σχεδίου αστυνόμευσης μαζί με την ίδια την κοινωνία. Έχοντας αναλύσει τις κλήσεις στην άμεση δράση, έχουν ήδη ανακαλύψει ότι η πλειοψηφία τους αφορά υπηρεσίες πνευματικής και σωματικής υγείας, ιατρικές υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και υπηρεσίες που αφορούσαν την πυροσβεστική. Έτσι, δεσμεύτηκαν ότι αυτές οι κλήσεις θα ανακατευθύνονται σε κοινωνικές υπηρεσίες.

Μεγάλες μεταρρυθμίσεις και στη Νέα Υόρκη

Με τους προϋπολογισμούς κοινωνικών υπηρεσιών να βρίσκονται υπό απειλή στη Νέα Υόρκη εξαιτίας του κοροναϊού, οι διαδηλωτές ήξεραν εξ αρχής τον στόχο τους: Τη μείωση του προϋπολογισμού 6 δισ. δολαρίων της Αστυνομίας της Νέας Υόρκης, το οποίο είναι υψηλότερο από τις συνολικές δαπάνες για την υγεία ($1,9 δισ.), τις υπηρεσίες αστέγων ($2,1 δισ.), για τους νέους και τα κοινωνικά έργα ($872,000) και τις υπηρεσίες για μικρές επιχειρήσεις ($293,000).

Η Αστυνομία της Νέας Υόρκης υπερασπίστηκε τον προϋπολογισμό της, με το επιχείρημα ότι μία μείωση θα οδηγούσε σε αύξηση της εγκληματικότητας. Όμως αρκετές φωνές τόνισαν ότι όταν η αστυνομία της Νέας Υόρκης προχώρησε σε απεργία για να αποδείξει την αξία της, στην πραγματικότητα η εγκληματικότητα μειώθηκε.

Την Κυριακή, ο δήμαρχος της πόλης Μπιλ ντε Μπλάζιο υποσχέθηκε να ανακατευθύνει μέρος του προϋπολογισμού της Αστυνομόας στη χρηματοδότηση κοινωνικών υπηρεσιών και υπηρεσιών στήριξης των νέων. Επιπλέον, δεσμεύθηκε να ανατρέψει την παράγραφο 50-Α η οποία απαγορεύει την πρόσβαση του κοινού στο πειθαρχικό ιστορικό των αστυνομικών.

Αγάλματα δουλεμπόρων καταστρέφονται σε όλη τη χώρα

Στο Μοντγκόμερι, το Μπέρμιγκγαμ της Αλαμπάμα, ακόμη και στο Μπρίστολ της Βρετανίας, οι διαδηλωτές προχώρησαν στην καταστροφή αγαλμάτων που απεικόνιζαν δουλεμπόρους και ιστορικά πρόσωπα που πολέμησαν με την πλευρά του Νότου κατά τη διάρκεια του αμερικανικού Εμφυλίου.

Βάση δεδομένων καταγράφει την αστυνομική βία

Αυτή την εβδομάδα, οι δικηγόροι Τι Γκρεγκ Ντουσέτ και ο μαθηματικός Τζέισον Μίλλερ δημιούργησαν μια βάση δεδομένων όπου θα συγκεντρώνεται οπτικοακουστικό υλικό που καταγράφει την αστυνομική βία στις διαδηλώσεις της προηγούμενης εβδομάδας. Υποστηρίζουν ότι το αρχείο θα αποτρέψει την Αστυνομία από το να επιδιώκει την αυτοπροστασία της ισχυριζόμενη ότι τα περιστατικά βίας είναι μεμονωμένα, δείχνοντας αντ’ αυτού ότι η αστυνομική βία και κακοποίηση είναι συστηματική.

Μέχρι το μεσημέρι της Δευτέρας, η βάση δεδομένων είχε συγκεντρώσει περισσότερα από 500 περιστατικά αστυνομικής βίας στις διαδηλώσεις. Κατά τη διάρκεια της εβδομάδας, η αστυνομία έκανε χρήση δακρυγόνων κατά δημοσιογράφων και πολιτών, ενώ σημειώθηκαν πολυάριθμα περιστατικά ξυλοδαρμών και χρήσης σπρέι πιπεριού.

Σήμερα θα πραγματοποιηθεί η κηδεία του Φλόιντ

Το τελευταίο αντίο θα πουν σήμερα, συγγενείς, φίλοι και απλός κόσμος, στον Τζορτζ Φλόιντ, ο οποίος πέθανε κατά τη σύλληψή του από τέσσερις αστυνομικούς πριν από δύο εβδομάδες, την ίδια ώρα που εντείνονται οι πιέσεις για σαρωτικές μεταρρυθμίσεις στο σύστημα απονομής δικαιοσύνης στις ΗΠΑ.

Η κηδεία του θα γίνει στο Χιούστον, την πόλη που γεννήθηκε και θα την τελέσει ο αιδεσιμώτατος Αλ Σάρπτον, γνωστός ακτιβιστής για τα πολιτικά δικαιώματα των Αφροαμερικανών.

Ο Φλόιντ θα ταφεί δίπλα στη μητέρα του, το όνομα της οποίας φώναξε αρκετές φορές πριν χάσει τις αισθήσεις του.

Χθες πλήθος κόσμου περίμενε υπομονετικά , για να αποτίσει φόρο τιμής στον αδικοχαμένο Αφροαμερικανό, σε ένα λαϊκό προσκύνημα που είχε στηθεί στην πόλη.

Πολλοί φορούσαν και μπλούζες με την έκφραση «δεν μπορώ να αναπνεύσω», που ήταν τα τελευταία λόγια του Φλόιντ, πριν «σβήσει» κάτω από την αστυνομική βαρβαρότητα.

Η οργή των διαδηλωτών για τον θάνατο του 46χρονου Φλόιντ δίνει τη θέση της σε μια αυξανόμενη αποφασιστικότητα να μετατραπεί η υπόθεση αυτή σε σημείο καμπής για τις φυλετικές διακρίσεις και σε εφαλτήριο για αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας της αστυνομίας σε όλη τη χώρα.

«Σήμερα είναι μια σπουδαία ημέρα. Γίνονται πολλές αλλαγές. Είναι τραγικό που έπρεπε να χαθεί μια ζωή», είπε ο Πέρενς Μάκιντος, ένας Αφροαμερικανός κάτοικος του Χιούστον που περίμενε για να αποτίσει τον ύστατο φόρο τιμής στον Φλόιντ.

Η  οδύνη που κυριαρχούσε δεν μπορούσε να επισκιάσει και την υποβόσκουσα οργή. Η σύνθεση λουλουδιών που αποτελείτο από λευκά τριαντάφυλλα σε σχήμα καρδιάς, με τα αρχικά «BLM» για το «Black Lives Matter» και κόκκινα τριαντάφυλλα σε σχήμα υψωμένης γροθιάς λειτουργούσε ως υπενθύμιση.

\

Βαρύ ήταν το κλίμα και στην Ουάσιγκτον. Οι Δημοκρατικοί γερουσιαστές και βουλευτές σε μία κίνηση ιδιαίτερου συμβολισμού, γονάτισαν σιωπηλοί για οκτώ λεπτά και 46 δευτερόλεπτα μέσα στο Κογκρέσο. Τόσο όσο κράτησε το βασανιστήριο του Φλόιντ, ο οποίος δεν μπορούσε να πάρει ανάσα. Στη συνέχεια παρουσίασαν ένα σχέδιο νόμου που αποσκοπεί να «θέσει τέρμα στις αστυνομικές θηριωδίες».

Ο υποψήφιος των Δημοκρατικών για την προεδρία των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, επικοινώνησε με τους οικείους του Φλόιντ, ωστόσο δεν θα παραστεί στην κηδεία.

Οι αρχές πάντως, φοβούνται, μήπως η κηδεία, αποτελέσει αφορμή για αναζωπύρωση των κοινωνικών αντιδράσεων και διαμαρτυριών.

Πηγή: www.theguardian.com, ΑΠΕ – ΜΠΕ, Reuters