Το «πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο», όπως επισήμως αποκαλείται ο πολυετής προϋπολογισμός της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ορίζει τους μεγάλους άξονες και τα ανώτατα όρια των δαπανών της ΕΕ για την επταετία 2021-2027. Η διαπραγμάτευση μεταξύ των κρατών-μελών για τον νέο επταετή προϋπολογισμό καθυστέρησε εξαιτίας του Brexit και των ευρωπαϊκών εκλογών και ξανάρχισε μόλις το περασμένο φθινόπωρο με στόχο να ολοκληρωθεί στις αρχές του 2020. Τα αποτελέσματα του τελευταίου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Δεκεμβρίου 2019 έδειξαν ότι η προοπτική αυτή είναι μάλλον αισιόδοξη.

Οι διαφωνίες μεταξύ των κρατών-μελών παραμένουν ακόμη μεγάλες σε τέσσερα θεμελιώδη ζητήματα: α) Το συνολικό ύψος του προϋπολογισμού της ΕΕ για την επταετία 2021-2027: Η Επιτροπή πρότεινε ο προϋπολογισμός 2021-2027 να αντιπροσωπεύει μειωμένο ποσοστό του ΑΕΠ της ΕΕ σε σχέση με την τρέχουσα περίοδο. Ο ευρωπαϊκός «Βορράς», με επικεφαλής τη Γερμανία, επιμένει σε περαιτέρω μείωση. Αντίθετα, οι περισσότερες από τις άλλες χώρες, αλλά και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ζητούν σημαντική αύξησή του. β) Οι δαπάνες για τις επί μέρους πολιτικές: Η πρόταση της Επιτροπής μειώνει τις δαπάνες για την Κοινή Γεωργική Πολιτική, καθώς και – για πρώτη φορά – τις δαπάνες για την οικονομική και κοινωνική συνοχή, προκειμένου να χρηματοδοτηθούν νέες προτεραιότητες, όπως η κλιματική αλλαγή, η μετανάστευση, η ασφάλεια. Αντιδρούν, φυσικά, οι χώρες που επωφελούνται από τις δύο παραδοσιακές πολιτικές. γ) Οι ίδιοι πόροι, δηλαδή οι πηγές εσόδων της ΕΕ: Σήμερα ο προϋπολογισμός της ΕΕ στηρίζεται κατά βάση στις συνεισφορές των κρατών-μελών και το ύψος του είναι προϊόν κοινής απόφασης των κρατών-μελών. Για τον λόγο αυτόν συναντά πολλές επιφυλάξεις η πρόταση της Επιτροπής για εισαγωγή νέων πηγών εσόδων, των οποίων το ύψος θα προκύπτει αυτόματα από συγκεκριμένα μεγέθη σε επίπεδο ΕΕ (όπως τα δικαιώματα εμπορίας αέριων ρύπων) μειώνοντας έτσι τον ρόλο των κρατών. δ) Η πρόταση για μείωση ή πλήρη αναστολή της χρηματοδότησης από τα Διαρθρωτικά Ταμεία των κρατών που δεν συμμορφώνονται προς τις αρχές του κράτους δικαίου· δηλαδή η ανάθεση στην πολιτική συνοχής ενός «ηθικοπλαστικού-τιμωρητικού» ρόλου. Στην αντίδραση των χωρών που είναι υποψήφιες για τέτοιες περικοπές προστίθενται και οι αντιδράσεις όσων θεωρούν ότι μια τέτοια «τιμωρία» συνιστά νόθευση της πολιτικής της συνοχής.

Τα τέσσερα μεγάλα ανοιχτά ζητήματα δεν είναι απλές και τεχνικής φύσης διαφορές. Είναι ζητήματα υπαρξιακού χαρακτήρα για την ΕΕ και η δυστοκία στην αντιμετώπισή τους δεν αφήνει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας. Τα μέχρι σήμερα πολυετή πλαίσια διασφάλιζαν μια ισορροπία μεταξύ της ενιαίας αγοράς και της πολιτικής συνοχής, μεταξύ των ωφελειών και του κόστους. Και αυτό λειτουργούσε ως ο συγκολλητικός ιστός της Ενωσης. Το δημοσιονομικό πλαίσιο 2021-2027 διαταράσσει αυτή την ισορροπία και δεν δίνει βιώσιμες απαντήσεις στις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ενωση, ενισχύοντας έτσι τις τάσεις αποσυσπείρωσης.

Για τον λόγο αυτόν, εκτιμούμε ότι, έστω και αν εγκριθεί τους προσεχείς μήνες, δεν θα εξαντλήσει την επταετή περίοδο εφαρμογής του τουλάχιστον υπό τη σημερινή του μορφή. Πριν από τη λήξη της επταετίας θα χρειασθεί να τροποποιηθεί σε σημαντικό βαθμό ή να αντικατασταθεί από κάτι άλλο. Καλύτερα ή χειρότερο, δεν γνωρίζουμε. Θα εξαρτηθεί από τις εξελίξεις. Και από την ευρύτητα πνεύματος που θα επιδείξουν οι «καθαροί χρηματοδότες» του. Μια χρήσιμη σύγκριση επ’ αυτού: η ετήσια συνεισφορά της Γερμανίας στον προϋπολογισμό της ΕΕ, μετά τη λόγω Brexit αύξηση, θα ανέλθει στα 33 δισ. ευρώ. Το ετήσιο όφελος της γερμανικής οικονομίας από τη λειτουργία της Ενιαίας Αγοράς, σύμφωνα με έκθεση του Ιδρύματος Bertelsmann, υπολογίζεται σε 86 δισ. ευρώ.

Ο κ. Αλέκος Κρητικός έχει διατελέσει στέλεχος της ΕΕ και γεν. γραμματέας στα υπουργεία Ανάπτυξης και Εσωτερικών.