Την περασμένη άνοιξη οι επισκέψεις τραπεζικών στελεχών στα ανακριτικά γραφεία για τη διερεύνηση τυχόν ευθυνών τους στις χορηγήσεις «κόκκινων» δανείων ήταν σχεδόν καθημερινές. Σε μία από αυτές, δικαστικός λειτουργός που ερευνά τις χρηματοδοτήσεις σε μεγάλο επιχειρηματικό όμιλο αφήνει άναυδο τον εξεταζόμενο με την ερώτησή του: «Χορηγήσατε σε αυτή την εταιρεία δάνεια τα οποία τελικώς δεν μπόρεσε να αποπληρώσει. Γιατί δεν τα δώσατε στον απλό κόσμο να χρηματοδοτήσει τις ανάγκες του;».

Το περιστατικό είναι ενδεικτικό της αδυναμίας ορισμένων εκπροσώπων της Δικαιοσύνης να κατανοήσουν βασικές χρηματοοικονομικές έννοιες, τον τρόπο λειτουργίας της πίστης και το αναπόφευκτο ρίσκο που αναλαμβάνουν οι τράπεζες. Οπως επισημαίνει σχετικά τραπεζικό στέλεχος, το κλίμα τρομοκρατίας που καλλιεργήθηκε την προηγούμενη τετραετία έχει επιδράσει καταλυτικά στη λειτουργία των πιστωτικών ιδρυμάτων, καθυστερώντας την επιστροφή στην κανονικότητα.

Τα μολύβια κάτω

Από τη μια πλευρά, ο φόβος διώξεων σε περίπτωση που μια χρηματοδότηση καταστεί στο μέλλον προβληματική, ακόμη κι αν τηρηθούν όλα τα πρωτόκολλα κατά την εξέταση του σχετικού αιτήματος, έχει παραλύσει τον μηχανισμό των δανειοδοτήσεων.

Και από την άλλη υπονομεύεται η προσπάθεια δραστικής αντιμετώπισης του προβλήματος των «κόκκινων» δανείων. Οσοι καλούνται να βάλουν την υπογραφή τους προτιμούν να προωθήσουν μια απλή ρύθμιση για να έχουν το κεφάλι τους ήσυχο πως δεν θα κατηγορηθούν για προνομιακή μεταχείριση του οφειλέτη. Ως αποτέλεσμα, 1 στους 5 διακανονισμούς «ξανακοκκινίζει» μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα.

Για παράδειγμα, η Creta Farms είναι κατά κοινή ομολογία μια εταιρεία με μη βιώσιμο χρέος, που χρήζει αναδιάρθρωσης για να σωθεί. Ωστόσο, όσοι υπογράψουν την αναγκαία διαγραφή μέρους των δανείων της κινδυνεύουν, με βάση το σημερινό καθεστώς, να βρεθούν υπόλογοι.

Για τους ίδιους λόγους έχει αποτύχει και ο εξωδικαστικός μηχανισμός. «Ποιος τραπεζικός ή δημόσιος λειτουργός θα υπογράψει κούρεμα χρέους όταν ξέρει ότι ανά πάσα στιγμή, ακόμη και με μία απλή μήνυση, μπορεί να τρέχει στα δικαστήρια για 5 χρόνια, διότι απλά έκανε τη δουλειά του;» σχολιάζει χαρακτηριστικά τραπεζική πηγή. Οπως αναφέρει, «σήμερα σχεδόν όλα τα στελέχη των αρμόδιων επιτροπών των τραπεζών είναι σε ομηρεία, καθώς έχουν δεχθεί από 1 έως 6 μηνύσεις ο καθένας για υποθέσεις που έχουν χειριστεί. Ακόμη κι αν το δικαστήριο τους αθωώσει, που είναι και το πιο πιθανό, ποιος θα τους αποζημιώσει για αυτή την ταλαιπωρία;».

Οι αλλαγές στο πλαίσιο

Το πλήγμα στην πραγματική οικονομία είναι αναμφίβολα βαρύ, καθώς τέθηκε ουσιαστικά εκτός λειτουργίας το τραπεζικό σύστημα. Η αλήθεια είναι ότι στα χρόνια του ΣΥΡΙΖΑ οι διώξεις εναντίον ακόμη και μεσαίας βαθμίδας τραπεζοϋπαλλήλων ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο.

Η προηγούμενη κυβέρνηση, σε συνεννόηση με τους θεσμούς, ετοίμαζε νομοθετική πρωτοβουλία που θα έλυνε αυτά τα προβλήματα. Ωστόσο, δεν προχώρησε η κατάθεσή της στη Βουλή.

Σύμφωνα με πληροφορίες, η συγκεκριμένη ρύθμιση αποτελεί προτεραιότητα για τη νέα κυβέρνηση, η οποία προγραμματίζει την ψήφισή της ακόμη και μέσα στον Οκτώβριο. Με αυτή θα μπει τέλος στις αυτεπάγγελτες διώξεις και μηνύσεις εναντίον τραπεζικών στελεχών ή εργαζομένων στις νέες εταιρείες διαχείρισης που δεν ευσταθούν. Και αυτό διότι, για να προχωρήσει η Δικαιοσύνη στο έργο της, θα απαιτείται η προηγούμενη έγκριση οργάνων της τράπεζας (π.χ. εσωτερικός έλεγχος, διοικητικό συμβούλιο) που θα αξιολογούν εάν τίθεται ζήτημα παραβίασης των τραπεζικών αρχών.

Ταυτόχρονα θα υπάρχουν δικλίδες ασφαλείας ώστε να μην κουκουλώνονται υποθέσεις σε περίπτωση που διαπιστώνεται απάτη. Σε αυτή την περίπτωση οι διώξεις θα γίνονται αυτεπάγγελτα.

Αναδρομική ισχύ

Αν και στην ουσία της ρύθμισης υπάρχει ταύτιση απόψεων μεταξύ κυβέρνησης και τραπεζών, το παζάρι συνεχίζεται για την αναδρομική ισχύ των κανονισμών. «Εάν δεν καλυφθούν τα πιστωτικά ιδρύματα και οι ανεξάρτητοι πάροχοι που διαχειρίζονται τα «κόκκινα» δάνεια, η διευθέτησή τους θα προχωρήσει με πολύ αργούς ρυθμούς, με κίνδυνο να μπει οριστικό λουκέτο σε πολλές επιχειρήσεις και να χάσουν τη δουλειά τους χιλιάδες εργαζόμενοι. Στο πλαίσιο αυτό κρίνω αναγκαίο ο νόμος να ισχύει με αναδρομικότητα 10 ή 15 ετών, για να πιάσει όλη ή το μεγαλύτερο μέρος της περιμέτρου των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων».