«Μπορεί η Ελλάδα και υπό ποιες προϋποθέσεις να καταστεί ελκυστικός προορισμός για τις άμεσες ξένες επενδύσεις;». Αυτό είναι, νομίζω, ένα από τα πιο κρίσιμα ερωτήματα της τρέχουσας περιόδου, αλλά και των επόμενων ετών, στο οποίο επιχείρησε να δώσει απαντήσεις το 1ο Forum 2018 «InvestGR –Ξένες Επενδύσεις στην Ελλάδα» (www.investgr.eu).
Με άλλα λόγια, τι πρέπει να κάνει η πολιτεία, ώστε να βοηθήσει τα στελέχη των ξένων πολυεθνικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα να πείσουν τα κεντρικά γραφεία των εταιρειών τους να συμπεριλάβουν την Ελλάδα στον χάρτη των επενδυτικών τους επιλογών.
Σε μια πρωτότυπη μελέτη, βασισμένη στις θέσεις και προτάσεις των επικεφαλής ξένων πολυεθνικών εταιρειών στην Ελλάδα, την επιστημονική ευθύνη σύνταξης της οποίας είχε ο καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Γιώργος Παγουλάτος, αναδείχθηκαν μείζονα ζητήματα που εμποδίζουν ακόμη την Ελλάδα να συμπεριληφθεί στις «επενδύσιμες» επιλογές των μεγάλων πολυεθνικών εταιρειών.
Π.χ., διαβάζουμε σε αυτό το κείμενο-«μανιφέστο» ως προς το δέον γενέσθαι σχετικώς με το επενδυτικό πλαίσιο στη χώρα την απίστευτη περίπτωση της απαγόρευσης παραγωγής μηλίτη στην Ελλάδα βάσει νόμου του 1922! Υστερα από αλλεπάλληλα διαβήματα των ζυθοποιών δημοσιεύθηκε, μόλις πριν από λίγες εβδομάδες, η υπουργική απόφαση που καταργούσε την προδήλως αναχρονιστική διάταξη. Επρεπε, δηλαδή, να κινητοποιηθούν η αγορά και οι ενδιαφερόμενοι εταίροι, ώστε να καταστεί συνείδηση η ανάγκη αλλαγής του ρυθμιστικού πλαισίου.
Ταυτοχρόνως, στο ίδιο κείμενο, αναδεικνύονται από τους επικεφαλής ξένων πολυεθνικών εταιρειών και ορισμένα από τα πλεονεκτήματα που διαθέτει η Ελλάδα, όπως π.χ. το υψηλά καταρτισμένο ανθρώπινο κεφάλαιό της.
Τα παραπάνω καταδεικνύουν την ανάγκη να υπάρξει επιτέλους ένας πραγματικός διάλογος, χωρίς ανούσιες ωραιοποιήσεις ή ατεκμηρίωτη κριτική, μεταξύ της πολιτείας και των ενδιαφερομένων μερών, πάνω σε κρίσιμα ζητήματα, όπως αυτό των ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα.
Νομίζω ότι παρήλθαν οριστικά οι εποχές όπου σημαντική μερίδα του πολιτικού φάσματος εκφραζόταν απαξιωτικά για το «αποσυνάγωγο ξένο κεφάλαιο». Και αυτό είναι, ίσως, μια από τις θετικές παράπλευρες συνέπειες της κρίσης των τελευταίων ετών, μια και φαίνεται ότι έχει ανατραπεί η ιδεοληπτική αυτή πρόσληψη του «ξένου κεφαλαίου», το οποίο όχι μόνο βρίσκει τη «νομιμοποίησή του» στην Ελλάδα, αλλά και παρουσιάζεται σαν το νέο «ιερό δισκοπότηρο» για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.
Χωρίς να παρατηρείται, διαχρονικά, χιονοστιβάδα άμεσων ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα, αποτελεί εξίσου γεγονός ότι μεγάλες ξένες εταιρείες έχουν ήδη επενδύσει ή αρχίζουν να επενδύουν ή να εκδηλώνουν το ενδιαφέρον τους να επενδύσουν στην Ελλάδα.
Ωστόσο, παρά τις σημαντικές μεταρρυθμιστικές προσπάθειες των κυβερνήσεων, σειρά παθογενειών σε κρίσιμους τομείς και θεσμούς ορθώνουν ακόμη εμπόδια στην προσπάθεια να καταστεί η Ελλάδα ελκυστικός επενδυτικός προορισμός.
Τα στελέχη των ξένων πολυεθνικών εταιρειών έβαλαν πλάτη τα δύσκολα αυτά χρόνια της κρίσης να κρατήσουν όρθιες τις εταιρείες τους και τις θέσεις εργασίας. Κάποιες δε από αυτές δεν δίστασαν να επενδύσουν, θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να δείξουν την εμπιστοσύνη τους στην ελληνική οικονομία και στις προοπτικές της.
Παρά την πρόοδο που έχει υπάρξει, αποτελεί ωστόσο κοινό τόπο ότι απομένουν πολλά ακόμη να γίνουν ώστε να βελτιωθεί η ελκυστικότητα της Ελλάδας ως επενδυτικού προορισμού.
Ο κ. Ανδρέας Γιαννόπουλος είναι ιδρυτής του «InvestGR –Ξένες Επενδύσεις στην Ελλάδα».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ