To καλοκαίρι του 2015 με το καταστροφικό δημοψήφισμα, την επιβολή των capital controls και την υπογραφή του τρίτου Μνημονίου η οικονομία έπιασε πάτο.
Οσες επιχειρήσεις είχαν μέχρι τότε δυσκολίες εκλήθησαν πλέον να αντιμετωπίσουν ένα βουνό προβλημάτων, όπως η δραστική μείωση της κατανάλωσης, η έλλειψη χρηματοδότησης, το υψηλό ρίσκο για κάθε εμπορική συναλλαγή με την Ελλάδα.
Τότε δραστηριοποιήθηκαν τα distress funds. Επενδυτικά κεφάλαια του εξωτερικού που επενδύουν κυρίως σε υπερδανεισμένες εταιρείες, για αυτό αποκαλούνται και funds της «δυστυχίας». Είχαν πρωτοεμφανιστεί στην Ελλάδα το 2013 αλλά το 2015 άρχισαν να υλοποιούν τα σχέδιά τους. Αναλάμβαναν τα δάνεια εταιρειών με έκπτωση και αποκτούσαν τον έλεγχο της επιχείρησης. Στόχος τους ήταν να αναδιαρθρώσουν την εταιρεία και να την πουλήσουν εκ νέου. Είχαν δηλαδή ορίζοντα αποεπένδυσης.
Από τις αρχές του 2018 όμως η τάση αυτή έχει αλλάξει. Ενδιαφέρον για τη χώρα δείχνουν επενδυτικά funds ενώ δεν λείπουν και οι στρατηγικοί επενδυτές. Το περιβάλλον της χώρας κρατούσε μέχρι τώρα τις αποτιμήσεις χαμηλά.
Το περιβάλλον όμως αλλάζει –τέλος του προγράμματος, μικρή ανάσα για την εξυπηρέτηση του χρέους, ισχνοί αλλά αυξητικοί ρυθμοί ανάπτυξης –και οι αποτιμήσεις επιχειρήσεων που άντεξαν στην κρίση αρχίζουν και «τσιμπάνε».
Οπως χαρακτηριστικά αναφέρουν managers από το εξωτερικό, σε δύο χρόνια από σήμερα δεν θα βρίσκουμε καλές ελληνικές εταιρείες. Θα έχουν αλλάξει οι περισσότερες χέρια, για αυτό και οι διεργασίες για εξαγορές σε κλάδους με υψηλή προστιθέμενη αξία, όπως τρόφιμα, μεταποίηση, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, έχουν ενταθεί. Προκύπτει θέμα αφελληνισμού της ελληνικής επιχειρηματικότητας; Ενδεχομένως ναι. Αλλά την ώρα που η αγορά είναι μία και διεθνοποιημένη πρέπει να παίξει κανείς με τους κανόνες της.
Δηλαδή ο νέος ιδιοκτήτης να χρηματοδοτήσει την εταιρεία, να αυξήσει την παραγωγή της, να βάλει τα προϊόντα της στα διεθνή δίκτυα και να την απογειώσει. Αν η εταιρεία παράγει και φορολογείται στην Ελλάδα το ιδιοκτησιακό καθεστώς έχει μικρή σημασία. Σημασία έχει να αναπτυχθεί η υγιής επιχειρηματικότητα και να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ