Με αφορμή το εξαίρετο ρεπορτάζ της Λαμπρινής Κουζέλη στο «Βήμα» της περασμένης Κυριακής («Το τίμιο ξύλο του Καβάφη») για τη διαμάχη που έχει ξεσπάσει για το «Αρχείο Καβάφη» θα μπορούσε κανείς να πει τα εξής:
Ενα αρχείο ενός συγγραφέα, όσο μεγάλος κι αν είναι, δεν αποκτάται από ένα Ιδρυμα κοινής ωφελείας για να διαφημίσει το Ιδρυμα. Δεν αγοράζεται για να προβάλλει το Ιδρυμα μέσω της προβολής του συγγραφέα, ιδίως όταν αυτός δεν έχει ανάγκη προβολής. Δεν αγοράζεται για να κατευθύνει τη μελέτη του έργου του συγγραφέα προς κατευθύνσεις της επιλογής του Ιδρύματος.
Το Ιδρυμα Ωνάση αγοράζοντας το «Αρχείο Καβάφη» από τους κληρονόμους του προηγούμενου κατόχου του έκανε ακριβώς αυτά που δεν έπρεπε: Ανακοίνωσε με τυμπανοκρουσίες το απόκτημά του μεταφέροντάς το στην έδρα του με τιμές Αγίου Φωτός. Αρχισε πάραυτα την επιχείρηση της αυτοδιαφήμισης μέσω της διαφήμισης του «Αρχείου», διά των προγραμματιζόμενων από τον «Επιστημονικό Σύμβουλό» του (Δ. Παπανικολάου) «δράσεων του Αρχείου Καβάφη» (όπως τις βάφτισε το Ιδρυμα), οι οποίες δεν έχουν οργανική σχέση με το «Αρχείο», αφού θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν και χωρίς αυτό. Και έδειξε με τις έως τώρα «δράσεις του Αρχείου» ότι προσπαθεί να οδηγήσει την καβαφική κριτική προς μιαν ορισμένη κατεύθυνση.
Ως προς τα δύο πρώτα παραπάνω «δεν», αναφέρω, χαρακτηριστικά, ότι οι δύο πρώτες «δράσεις» του «Αρχείου» μετά την αγορά του από το Ιδρυμα Ωνάση (τέλος του 2012) ήταν: 1) η «παραχώρηση» ή πώληση στη Διεύθυνση Κρατικών Λαχείων (Μάρτιος 2013) μιας ρετουσαρισμένης επί το νεανικότερον φωτογραφίας του Καβάφη (στην αρετουσάριστη μορφή της πολυδημοσιευμένη ήδη από το 1930), με την υποχρέωση να αναγράφεται στο λαχείο η προέλευσή της από το «Αρχείο» (ως εάν αυτό κατείχε το κοπιράιτ της)· και 2) το γνωστό φιάσκο με τους τεραστίων διαστάσεων, στις πλευρές των τρόλεϊ, αποκομμένους από τα συμφραζόμενά τους και με αλλοιωμένο σε κάποιους νόημα, καβαφικούς στίχους (Οκτώβριος 2013). Ως προς το τρίτο «δεν», αρκεί να αναφερθεί η επίσης τεραστίων διαστάσεων (σε μέγεθος σελίδας εφημερίδας) διαφήμιση της «δράσης» με τίτλο «Από τους καβαφιστές στους Cavafistas» (6-4-2014), με την οποία αναγγελλόταν η μετάβαση, μέσω του Ιδρύματος Ωνάση, σε μια νέα εποχή καβαφικής κριτικής.
Οτι η «δράση» αυτή αποτελούσε τα επίσημα εγκαίνια της νέας εποχής δηλωνόταν από το γεγονός ότι, παρά την πολυδιαφημιζόμενη από το Ιδρυμα «ανοιχτότητα και προσβασιμότητα του Αρχείου Καβάφη» για όλους, με σκοπό την «πληθυντικότητα και πολυδυναμικότητα» των αναγνώσεων της καβαφικής ποίησης, συμμετείχαν σε αυτήν μόνο Cavafistas (εν αναπτύξει και εν εκκολάψει), ενώ αποκλείστηκαν οι αποκαλούμενοι περιφρονητικά από τον «Επιστημονικό Σύμβουλο» «καβαφιστές», ως ασχολούμενοι μόνο «με τη στατική έκδοση των κειμένων του Καβάφη ή τους μικροφιλολογικούς καβγάδες για το μήκος των στίχων του». Αμέσως μετά άρχισαν και οι εργασίες (30-9-2014) της νέας εποχής, με την κατάθεση μιας κύριας πλατφόρμας των κατευθύνσεών της: την παρουσίαση του βιβλίου του «Επιστημονικού Συμβούλου» για τον Καβάφη, θέμα του οποίου είναι, όπως ακριβώς το προσδιορίζει ο συγγραφέας του, «ο ομοφυλόφιλος (ή ο κουίρ, ή ο πούστης, ή η αδερφή) Καβάφης και η ποιητική της σεξουαλικότητας» (βλ. σελίδα 90 του βιβλίου του). Ακολούθως, και άλλες «δράσεις του Αρχείου Καβάφη» σχεδιάστηκαν για την ανίχνευση «των πολλαπλών διασυνδέσεων των ποιημάτων του Καβάφη με τη σωματικότητα και τη σεξουαλικότητα».
Παράλληλα, προφανώς προς διασφάλιση του ομόρροπου των νέων κατευθύνσεων, το Ιδρυμα αποφάσισε να θυσιάσει ένα ακόμη ποσοστό της «ανοιχτότητας» και της «πληθυντικότητας» της έρευνας στο «Αρχείο». Απέστειλε εξώδικο (7-9-2016) και επιστολές (17-10-2016) προς όσους μελετητές του «Αρχείου» είχαν αναλάβει να εκπονήσουν εργασίες πριν από την αγορά του από το Ιδρυμα Ωνάση (τις είχαν ολοκληρώσει ή δουλεύουν ακόμη πάνω σε αυτές), με σκοπό να ελέγξει (ως εάν είχε αυτό το δικαίωμα, μάλιστα και αναδρομικά) την ποιότητά τους, προκειμένου να αποφασίσει αν θα επέτρεπε ή όχι τη δημοσίευσή τους. «Η συγκατάθεσή μας για τη δημοσίευση οποιασδήποτε εργασίας (οποιασδήποτε μορφής) οποιουδήποτε υλικού που σχετίζεται με το Αρχείο Καβάφη», καταλήγει η επιστολή, «δίδεται ή όχι ανάλογα με την αξία της» («on the basis of its merits»).
Αυτό το τελευταίο έκανε το ποτήρι να ξεχειλίσει προκαλώντας την αντίδραση, όχι μόνο των άμεσα θιγομένων, αλλά και άλλων καβαφιστών. Με κείμενά τους στην Athens Review of Books (Νοέμβριος 2016, Φεβρουάριος 2017) επέκριναν την εσφαλμένη και ιδιοτελή χρήση του «Αρχείου» από το Ιδρυμα. Η παραπλανητική ως προς την «ανοιχτότητα του Αρχείου» απάντηση του Ιδρύματος (ARB, Φεβρουάριος) προκάλεσε την οργισμένη και συντονισμένη ανταπάντηση των επικριτών του (ARB, Απρίλιος). Το Ιδρυμα Ωνάση, διά του «Project Manager» του «Αρχείου» πάντα (ο προϊστάμενός του «Επιστημονικός Σύμβουλος» παραμένει όλο αυτό το διάστημα κρυπτόμενος) προσπάθησε –στο ρεπορτάζ της κυρίας Κουζέλη –να πείσει ότι η κατηγορία περί ελέγχου της αξίας της έρευνας οφείλεται σε παρανόηση. «Η έννοια του «on the basis of its merits»», ισχυρίζεται, «είναι ότι, όταν πρόκειται για αυτοτελείς δημοσιεύσεις τεκμηρίων, θεωρούμε αυτονόητη την πρότερη συνεννόηση με το Αρχείο Καβάφη, ώστε να τηρηθεί η πρακτική της ισότιμης ανοιχτής έρευνας».
Ο νοών νοείτω.
Ο κ. Νάσος Βαγενάς είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ