Από το 2013 και μετά η κατανάλωση τυροκομικών προϊόντων στην Ελλάδα ακολουθεί ανοδική πορεία, σημειώνοντας ποσοστό αύξησης 4,3% το 2013/2012 και 2,6% το 2014/2013. Το 2015 η κατανάλωση εκτιμάται ότι αυξήθηκε κατά 2% περίπου σε σχέση με το 2014. Σύμφωνα με τις ισχύουσες συνθήκες και τάσεις της αγοράς, το 2016 η κατανάλωση τυροκομικών αναμένεται να εμφανίσει αύξηση με ανάλογο ρυθμό (≈2%). Τα παραπάνω αναφέρονται στην κλαδική μελέτη της Icap Group με θέμα «Τυροκομικά Προϊόντα».
Το μεγαλύτερο μέρος της ζήτησης καλύπτεται διαχρονικά από τυριά ελληνικής παραγωγής, το ποσοστό των οποίων διαμορφώθηκε σε 65%-66% το 2015 επί της συνολικής κατανάλωσης. Βεβαίως, η εισαγωγική διείσδυση παραμένει σε σχετικά υψηλά επίπεδα και κυμαίνεται στο 33%-35% τα τελευταία έτη.
Σύμφωνα με τους αναλυτές της Icap, το 2015, περίπου το 12% της συνολικής εγχώριας κατανάλωσης αφορούσε τυποποιημένα τυροκομικά προϊόντα, καταγράφοντας μείωση σε σχέση με το 2014. Ωστόσο, όσον αφορά την κατανάλωση τυροκομικών μόνο μέσω των super markets και των λοιπών σημείων λιανικής, το ποσοστό φτάνει στο επίπεδο του 22%.
Αύξηση παρουσιάζουν οι ποσότητες εξαγωγής τα τελευταία χρόνια. Το ποσοστό εξαγωγικής επίδοσης κυμαίνεται στο 21% περίπου τη διετία 2014-2015.
Στην αγορά διατίθενται τα τελευταία κυρίως χρόνια και προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας (P-l) από αλυσίδες Super- Market (κυρίως στην κατηγορία των λευκών τυριών), τα οποία προσελκύουν όλο και περισσότερους καταναλωτές. Το ποσοστό συμμετοχής τους εκτιμάται περίπου στο 10%-12% το 2015 στο κανάλι της λιανικής (Super Markets).
Στον κλάδο των τυροκομικών προϊόντων περιλαμβάνεται πλήθος παραγωγικών επιχειρήσεων, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων είναι μικρού και μεσαίου μεγέθους. Οι μεγάλες βιομηχανικές εταιρείες διαθέτουν οργανωμένα δίκτυα διανομής, καλύπτοντας γεωγραφικά το σύνολο σχεδόν της ελληνικής επικράτειας. Οι μικρομεσαίες παραγωγικές επιχειρήσεις καλύπτουν τις ανάγκες κυρίως των τοπικών αγορών αλλα διοχετεύουν και μέρος των προϊόντων τους σε άλλες (γεωγραφικές) αγορές. Επίσης, ο κλάδος περιλαμβάνει σημαντικό αριθμό μικρών οικεγενειακών τυροκομείων, τα οποία απευθύνονται αποκλειστικά σε τοπικό επίπεδο. Αξιόλογος είναι και ο αριθμός των εισαγωγικών επιχειρήσεων του κλάδου, οι περισσότερες εκ των οποίων δραστηριοποιούνται στον ευρύτερο τομέα των ειδών διατροφής. Σημαντικό μέρος των εισαγωγών αφορούν προϊόντα που προορίζονται για επαγγελματική χρήση (επιχειρήσεις μαζικής εστίασης, catering). Σχετικά με την Ευρωπαϊκή αγορά, η συνολική παραγωγή τυροκομικών προϊόντων στην Ε.Ε. (28) διαμορφώθηκε το 2014 σε 9.088 χιλ. τόνους, αυξημένη κατά 1,5% σε σχέση με το 2013. Η χώρα με τη μεγαλύτερη παραγωγή είναι η Γαλλία (1.949 χιλ. τόνοι) και ακολουθεί η Γερμανία (1.893 χιλ. τόνοι), η Ιταλία (1.176 χιλ. τόνοι) και η Ολλανδία (772 χιλ. τόνοι).
Η συνολική αξία των εισαγωγών τυροκομικών προϊόντων στο σύνολο της Ε.Ε. (28) διαμορφώθηκε το 2014 σε €15,5 δισεκ. (έναντι €14,7 δισεκ. το 2013) και η συνολική ποσότητα ανήλθε σε 3.850 χιλ. τόνους. Η Γερμανία πραγματοποιεί τις υψηλότερες εισαγωγές (731 χιλ. τόνοι, αξίας €3,5 δισεκ. το 2014) και ακολουθεί η Ιταλία (508 χιλ. τόνοι, αξίας 1,8 δισεκ.).
Οι εξαγωγές τυροκομικών στις χώρες της Ε.Ε. (28) ανήλθαν σε €18,9 δισεκ. το 2014 (αύξηση 4,3% σε σχέση με το 2013). Οι ποσότητες που εξήχθησαν ανήλθαν σε 4.548 χιλ. τόνους το 2014. Η Γερμανία παρουσιάζει τις υψηλότερες εξαγωγές (1.162 χιλ. τόνοι, αξίας 3,9 δισεκ. το 2014) και ακολουθεί η Ολλανδία (750 χιλ. τόνοι, αξίας €3,1 δισεκ.) και η Γαλλία (672 χιλ. τόνοι, αξίας €3,03 δισεκ.).