Έντονες αντιδράσεις προκάλεσε η τροπολογία που κατέθεσε το υπουργείο Παιδείας και με την οποία καθορίζεται το εκπαιδευτικό πρόγραμμα, αλλά και το πλαίσιο των εργασιακών δικαιωμάτων των ιδιωτικών εκπαιδευτικών.
Ως προς το εκπαιδευτικό πρόγραμμα, αναφέρεται ότι «παρέκκλιση ως προς το ωρολόγιο πρόγραμμα διδασκαλίας και πρόσθετες εκπαιδευτικές δραστηριότητες πέραν του ωρολογίου προγράμματος, ιδίως ενισχυτική διδασκαλία, πρόσθετη διδακτική στήριξη, ενίσχυση της γλωσσομάθειας κ.λπ. επιτρέπονται, κατόπιν ελέγχου νομιμότητας ως προς το πρόγραμμα σπουδών και το παιδαγωγικό περιεχόμενο της διδασκαλίας από την κατά περίπτωση αρμόδια Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης του υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων».
Σχετικά με το καθεστώς εργασίας των εκπαιδευτικών στα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, αυτό αυστηροποιείται έτι περαιτέρω.
Άμεση ήταν η αντίδραση του Συνδέσμου Ιδιωτικών Σχολείων, ο οποίος σε ανακοίνωσή του κάνει λόγο για «εκ νέου επίθεση στα ιδιωτικά σχολεία που μοχθούν σε δύσκολους καιρούς να προσφέρουν την καλύτερη εκπαίδευση στα ελληνόπουλα».
«Η νέα ρύθμιση μονιμοποιεί ουσιαστικά τους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς στα σχολεία. Η διοίκηση του κάθε σχολείου στο εξής δεν θα μπορεί να διαφυλάξει την ποιότητα της εκπαιδευτικής υπηρεσίας που παρέχει στους μαθητές, καθώς δεν θα μπορεί να αντικαταστήσει έναν εκπαιδευτικό, ανεξάρτητα αν αυτός αποδίδει ή όχι, αν προσεγγίζει τους μαθητές ή όχι, αν έχει διάθεση προσφοράς ή όχι» αναφέρεται στην ανακοίνωση.
Σημειώνεται επίσης ότι η νέα ρύθμιση είναι «εντελώς αντίθετη προς τις διεθνείς καλές πρακτικές της εκπαίδευσης, προς τις παραινέσεις του ΟΟΣΑ».
«Η ρύθμιση δεν προστατεύει τον καλό εκπαιδευτικό αλλά αυτόν που θα μπει στην τάξη και δεν θα ανταποκριθεί στα καθήκοντα του με ευσυνειδησία» επισημαίνεται από τον Σύνδεσμο, ο οποίος επιτίθεται στον υπουργό παιδείας Νίκο Φίλη «που είχε το θράσος να αποκαλέσει από τηλεοράσεως ‘πειρατικά’ τα ιδιωτικά σχολεία».
Η τροπολογία προκάλεσε την αντίδραση και τη ΝΔ που διά του συντονιστή Μορφωτικών Υποθέσεων Θεόδωρου Φορτσάκη ζήτησε την άμεση απόσυρσή της.
«Μετά τη διάλυση της δημόσιας εκπαίδευσης, το υπουργείο Παιδείας προχωρά και στη διάλυση της ιδιωτικής εκπαίδευσης. Όπως το συνηθίζει ο κ. Φίλης, κατέθεσε αιφνιδιαστικά στη Βουλή νομοθετική ρύθμιση για τα ιδιωτικά σχολεία με μόνο στόχο να ελέγξει ο ίδιος τις εκπαιδευτικές δραστηριότητες των ιδιωτικών σχολείων και τις εργασιακές σχέσεις των ιδιωτικών εκπαιδευτικών» δήλωσε ο κ. Φορτσάκης, κατηγορώντας την ηγεσία του υπουργείου ότι «αντί να εργαστεί για να διορθώσει τα χάλια των δημόσιων σχολείων, που η ίδια έχει προκαλέσει, θέτει ως προτεραιότητά της πλέον και τη διάλυση των ιδιωτικών σχολείων».
«Ο σκοπός τους είναι ένας και άσχετος με την εκπαίδευση: Η ικανοποίηση ενός συγκεκριμένου κομματικού ακροατηρίου, που απεχθάνεται την ιδιωτική πρωτοβουλία, την αξιοκρατία και την αξιολόγηση» κατέληξε ο κ. Φορτσάκης.
Ικανοποίηση από ΟΙΕΛΕ
Πάντως, η Ομοσπονδία Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Λειτουργών Ελλάδας (ΟΙΕΛΕ) εξέφρασε την ικανοποίησή της για την κατάθεση της ρύθμισης, υποστηρίζοντας σε ανακοίνωσή της ότι «αποκαθιστά τη συνταγματική νομιμότητα στο χώρο της ιδιωτικής εκπαίδευσης, επαναφέροντας την εποπτεία της στον φυσικό της χώρο, δηλαδή στο υπουργείο Παιδείας».
Με τη ρύθμιση αυτή, τονίζει η ΟΙΕΛΕ, «μπαίνει τέλος στον εφιάλτη που έφερε στο χώρο μας το νομοθετικό έκτρωμα Αρβανιτόπουλου που προκάλεσε εκατοντάδες αναιτιολόγητες και εκδικητικές απολύσεις, όξυνε την ανομία στα ιδιωτικά σχολεία (μαύρη εργασία, έκδοση παράνομων τίτλων, καταστρατήγηση ωρολογίων προγραμμάτων, φοροδιαφυγή κ.λπ. ) και απαξίωσε τους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς».
Σύλλογος Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Λειτουργών Βορείου Ελλάδος
Υπέρ της ρύθμισης τάσσεται και το Σύλλογος Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Λειτουργών Βορείου Ελλάδος, αφήνοντας αιχμές στην ανακοίνωσή του για τον σύνδεσμο των ιδιοκτητών, χαρακτηρίζοντάς τον «club που δεν υπέστη ουδεμία απώλεια από την πολυετή κρίση της χώρας, αλλά αντιθέτως αύξησε τα κέρδη του εις βάρος των εκπαιδευτικών και της κοινωνίας».
Αναφέρονται επίσης στο «παράλογο “δικαίωμα” του ιδιοκτήτη να απολύει όποιον θέλει αναιτιολόγητα» καθώς και το ότι για τις πρόσθετες δράσεις «επιλέγουν συνήθως προσωπικό χωρίς τα τυπικά προσόντα, ανασφάλιστο και υποαμειβόμενο».