Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε βλέπει συνήθως απαισιόδοξα το ελληνικό πρόβλημα. Γι’ αυτό και η φράση που χρησιμοποίησε την περασμένη Τρίτη μιλώντας στη μαθητιώσα νεολαία του Βερολίνου –«Αυτόν τον χρόνο δεν θα έχουμε κάποια μεγάλη κρίση στην Ελλάδα» –καταγράφηκε από τα γερμανικά μέσα ενημέρωσης, παρά την αοριστία της, ως αναπάντεχη «σοϊμπλεϊκή στροφή» προς την αισιοδοξία. Αυτό ενισχύθηκε και από δήλωση συνεργάτη του ο οποίος βεβαίωνε ότι ο γερμανός υπουργός Οικονομικών πηγαίνει στη σύσκεψη του Eurogroup της Δευτέρας με την καθαρή πρόθεση να συμβάλει στην επίτευξη συμφωνίας ανάμεσα στους δανειστές και στην Αθήνα.
Ο ίδιος συνεργάτης απέφευγε ωστόσο να προδικάσει το αποτέλεσμα της σύσκεψης. «Υπάρχουν ακόμη ανοιχτά σημεία» είπε. Το κουαρτέτο δεν έχει ολοκληρώσει ακόμη την έκθεσή του, δεν έχει επιτύχει δηλαδή το λεγόμενο «staff-level-agreement», την πλήρη συμφωνία, στο εσωτερικό του. Και αυτή η καθυστέρηση, που οφείλεται και στις πασχαλινές διακοπές στην Ελλάδα, μπορεί ίσως να οδηγήσει σε περαιτέρω παράταση των διαπραγματεύσεων.
«Φίφτι φίφτι» για συμφωνία


Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο νέος εκπρόσωπος των Χριστιανοδημοκρατών σε θέματα προϋπολογισμού Νόρμπερτ Μπράκμαν. «Από όλες τις χώρες που είχαν μνημόνια η Ελλάδα είναι η μοναδική που δεν τήρησε και συνεχίζει να μην τηρεί τις υποχρεώσεις της» λέει. Παράδειγμα, η καθυστέρηση και οι παλινωδίες στην αποκρατικοποίηση «χρεοκοπημένων» επιχειρήσεων. Υπό αυτό το πρίσμα, προσθέτει, οι πιθανότητες επίτευξης συμφωνίας τη Δευτέρα είναι περίπου «φίφτι φίφτι» (50%- 50%). Φρένο στην επίτευξη συμφωνίας, σύμφωνα με τον ίδιο, βάζει και η αντιδικία στους κόλπους των δανειστών σχετικά με το «κούρεμα». «Εμείς είμαστε εναντίον οποιασδήποτε μείωσης της ονομαστικής αξίας του χρέους όπως την απαιτεί το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο» λέει. «Αυτό δεν γίνεται αποδεκτό από το γερμανικό κοινοβούλιο». Χωρίς υποχώρηση του ΔΝΤ δεν πρόκειται να υπάρξει λοιπόν και αυτή τη φορά συμφωνία.
Μήλον της έριδος το 3,5%


Εξίσου κρίσιμο είναι και το θέμα του πρωτογενούς πλεονάσματος. Το μήλον της έριδος παραμένει το ποσοστό του 3,5% για το 2018: το Βερολίνο και οι Βρυξέλλες επιμένουν στην επίτευξή του, το ΔΝΤ το θεωρεί ουτοπικό. «Το πρόβλημα δεν είναι αριθμητικό αλλά ουσιαστικό» λέει ο κ. Μπράκμαν. «Το ζητούμενο είναι ένα ποσοστό που θα επιτρέψει την κάλυψη των αναγκών του Ελληνικού Δημοσίου χωρίς πρόσθετα χρέη. Το 3,5% είναι η εγγύηση γι’ αυτό». Αδηλο, προσθέτει, αν τη Δευτέρα θα βρεθεί η «χρυσή τομή» γι’ αυτό.
Από την άλλη, ωστόσο, λέει ο γερμανός πολιτικός, υπάρχει τεράστια πίεση για το άμεσο κλείσιμο του θέματος. «Αν η συμφωνία μετατεθεί για την περίοδο μετά το δημοψήφισμα για το βρετανικό Brexit (σ.σ.: στις 23 Ιουνίου) και αν το δημοψήφισμα οδηγήσει στην έξοδο της Μεγάλης Βρετανίας από την ευρωζώνη, τότε θα ανοίξει και ο ασκός του Αιόλου και για άλλα μέλη της Οικονομικής Ενωσης» λέει. Τότε θα τεθεί το ερώτημα: Γιατί μία και όχι και 4, 5 ή 6 άλλες κυρίως προβληματικές χώρες; «Σε αυτές θα ανήκει αυτόματα και η Ελλάδα. Και αυτό δεν το επιθυμεί σήμερα κανείς στην Ευρωπαϊκή Ενωση» προσθέτει.
Ούτε όμως η «αντικειμενική» πίεση ούτε οι δηλώσεις-«διαταγές» ανώτατων ευρωπαίων αξιωματούχων, όπως ο Φρανσουά Ολάντ ή ο Ντόναλντ Τουσκ, αποτελούν εχέγγυα επιτυχίας. «Εχουμε συνείδηση του επείγοντος της υπόθεσης, αλλά δεν θα κάνουμε συμφωνία με κάθε τίμημα» έλεγε πηγή της γερμανικής κυβέρνησης. «Οπως σε κάθε άλλο θέμα, έτσι κι εδώ ισχύει η αρχή: η ποιότητα προέχει της ταχύτητας».
Η ίδια πηγή δεν απέκλειε τη μετάθεση της λήψης απόφασης κατά μία ως δύο εβδομάδες ώσπου να «ανάψει πραγματικά η καμπάνια για το Brexit». Ταυτόχρονα ωστόσο παραδεχόταν ότι τα χρονικά όρια είναι στενά και ότι όσο γρηγορότερα γίνει η συμφωνία τόσο πιο απερίσπαστα θα μπορέσουν να συμβάλουν και οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες στην παραμονή της Μεγάλης Βρετανίας στην ευρωζώνη.
Η απαισιοδοξία υπερτερεί ωστόσο στο Βερολίνο. Αυτό γίνεται έκδηλο στις συζητήσεις με βουλευτές των κυβερνητικών κομμάτων. Ακόμη και ο κ. Σόιμπλε εμφανίζεται σήμερα πιο αισιόδοξος για το αποτέλεσμα της Δευτέρας σε σύγκριση με πολλούς από αυτούς!

ΕΡΕΥΝΑ
Για τους δανειστές τα πακέτα

Τη διάθεση των βουλευτών χάλασε αυτή την εβδομάδα και μια έρευνα του ιδιωτικού Πανεπιστημίου ESMT του Βερολίνου που αποδεικνύει ότι από τα 220 δισ. ευρώ που δόθηκαν στην Ελλάδα με τα δύο πρώτα μνημόνια λιγότερα από 10 δισ. (ή λιγότερο από το 5%) πήγαν για τις ανάγκες του Ελληνικού Δημοσίου. Το υπόλοιπο δόθηκε για την εξυπηρέτηση των δανείων και την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Το αποτέλεσμα: αυτό οδήγησε στην επιβάρυνση των ευρωπαίων φορολογουμένων προς όφελος των ιδιωτών δανειστών. Μάταια προσπάθησε η εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών Φρεντερίκε φον Ντισενχάουζεν να διασκεδάσει τις εντυπώσεις λέγοντας ότι και οι ιδιώτες επενδυτές «μάτωσαν» μέσω του πρώτου «κουρέματος». Η εικόνα που έμεινε από την προβολή του θέματος από τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης είναι ότι τα δισεκατομμύρια των πακέτων βοήθειας πήγαν για τη σωτηρία των δανειστών, όχι της Ελλάδας. Και ότι στα μέτρα που πρέπει να ληφθούν μελλοντικά ανήκει και ένα δεύτερο «κούρεμα» που έγινε αναπόφευκτο ύστερα από την αποτυχία του πρώτου.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ