Η ιστορία αλλά και η παράδοση στην Κύπρο – από όπου κατάγεται η Κουμανταρία ή Κουμανδαρία –, τοποθετεί την παραγωγή του διάσημου γλυκού κρασιού πολλούς αιώνες πριν, με το όνομα όμως Νάμα. Ο Ομηρος το αποκαλούσε «γλυκό κρασί της Κύπρου» και ο χρόνος παραγωγής του τοποθετείται κοντά στο 6500 π.Χ., αφού οι αναλύσεις που έγιναν σε υπολείμματα κεραμικών αγγείων στην πόλη Ερήμη έδειξαν πως φιλοξενούσαν γλυκό κρασί. Πρόκειται λοιπόν μάλλον για το αρχαιότερο κρασί της Μεσογείου και κατ’ επέκταση ολόκληρης της Ευρώπης. Η αλλαγή του ονόματός του σε Κουμανδαρία έγινε πολλά χρόνια αργότερα.

Στα παλιά τα χρόνια

Το 1191 ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος κατέλαβε την Κύπρο και την πούλησε στους Ναΐτες Ιππότες. Προτού όμως εκχωρήσει το νησί, δοκίμασε στον γάμο του, που έγινε στη Λεμεσό, το ντόπιο γλυκό κρασί και ενθουσιασμένος από την ποιότητά του το αποκάλεσε «κρασί των βασιλέων» και «βασιλέα των κρασιών», ρήσεις πολύ αγαπημένες για ένα κρασί, αφού μερικούς αιώνες αργότερα ο Λουδοβίκος ο 14ος ακριβώς τα ίδια λόγια θα πει για το γλυκό κρασί της Ουγγαρίας, το Τοκάι.

Οι Ναΐτες ήταν δύσκολο να κρατήσουν την εξουσία και το νησί εκχωρήθηκε εκ νέου στον Γάλλο Γκι ντε Λουζινιάν, η δυναστεία του οποίου διήρκεσε τρεις αιώνες. Στο νησί έφτασαν άποικοι μεταξύ των οποίων και ένα εκκλησιαστικό πολεμικό τάγμα Ιωαννιτών Ιπποτών το οποίο έφτιαξε τη στρατιωτική του διοίκηση commanderie ή commandaria σε ένα κάστρο δυτικά της Λεμεσού, γνωστό σήμερα ως πύργος Κολοσσιού. Γύρω από το κάστρο υπήρχε μια μεγάλη και εύφορη περιοχή με καλλιέργειες σιταριού, βαμβακιού, ζαχαροκάλαμου και αμπελιών. Σε αυτόν τον αμπελώνα κυρίως οφείλει το κρασί τη μετονομασία του σε Κουμανδαρία ή Κουμανταρία. Οι Ιππότες τού έδωσαν αυτό το όνομα επειδή παραγόταν στα χωριά που αποτελούσαν φέουδο του Τάγματος. Ταυτόχρονα και επειδή το όνομα αυτό προσέδιδε στο κρασί μέρος της αίγλης που ασκούσαν οι ίδιοι στους καθολικούς λαούς της Δυτικής Ευρώπης και στους προσκυνητές, οι οποίοι, στον δρόμο για τους Αγίους Τόπους έκαναν μια στάση στην Κύπρο και ανεφοδιάζονταν με αυτό το γλυκό κρασί.

Πρωτιά και δόξα

Την ίδια εποχή, το 1223, σε έναν πρωτόλειο διαγωνισμό κρασιού που είχε την έμπνευση να διοργανώσει ο γάλλος βασιλιάς Φίλιππος Αύγουστος, η Κουμανταρία βραβεύτηκε σαν το καλύτερο κρασί από όλα. «Ελαμψε πρώτη σαν αστέρι», λέει ο ποιητής Ανρί ντ’ Αντέλι στο ποίημά του «Ο πόλεμος των κρασιών», κερδίζοντας την υψηλότερη διάκριση σε αυτόν τον πρώτο «διεθνή» διαγωνισμό. Η φήμη του κρασιού συνεχίστηκε καθ’ όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα, ακόμη και κατά την Τουρκοκρατία, και η Κουμανταρία κέρδισε επάξια μια θέση ανάμεσα στα καλύτερα και τα πλουσιότερα τραπέζια της Ευρώπης.

Πού και πώς

Η περιοχή της Κουμανδαρίας περιλαμβάνει 14 χωριά και βρίσκεται στις νότιες μέχρι τις νοτιοανατολικές παρυφές του όρους Τρόοδος, στην επαρχία Λεμεσού. Οι ποικιλίες που συμμετέχουν στην παραγωγή του κρασιού (σε ανάμειξη ή μονοποικιλιακά) είναι οι γηγενείς κυπριακές, το ντόπιο Μαύρο που είναι ερυθρή και το Ξυνιστέρι που είναι λευκή. Για την παραγωγή του γλυκού κρασιού, που κατοχυρώθηκε νομοθετικά το 1990 ως ΠΟΠ, τα σταφύλια πρέπει να προέρχονται υποχρεωτικά από τους αμπελώνες της ομώνυμης ζώνης οι οποίοι είναι δηλωμένοι και καταγεγραμμένοι ώστε να μπορούν να ελεγχθούν.

Ο τρόπος οινοποίησης είναι αρκετά συνηθισμένος για τη Μεσόγειο, αφού τα σταφύλια, μετά τον τρύγο τους, λιάζονται για περίπου μία εβδομάδα με σκοπό την αφυδάτωση που οδηγεί στη συμπύκνωση των σακχάρων. Η διακοπή της αλκοολικής ζύμωσης γίνεται είτε με φυσικό τρόπο – αφού παραχθεί αρκετό αλκοόλ η μαγιά νεκρώνεται και παραμένουν αζύμωτα σάκχαρα (λιαστός, φυσικώς γλυκός οίνος) – είτε με προσθήκη αλκοόλης – τεχνική οίνου λικέρ – αποσκοπώντας και πάλι στο ίδιο αποτέλεσμα. Η προσθήκη καθαρής αλκοόλης αμπελοοινικής προέλευσης συνήθως γίνεται προτού το κρασί μπει στα βαρέλια, διορθώνοντας έτσι και σταθεροποιώντας τον αποκτηθέντα αλκοολικό τίτλο (14%-15%, η νομοθεσία τον ορίζει κατ’ ελάχιστον 10%). Ακολουθεί ωρίμανση σε μεγάλα, παλιά, δρύινα βαρέλια, σε ειδικά υπόγεια για τουλάχιστον δύο χρόνια. Ενίοτε κατά την παλαίωση αφαιρείται μέρος από το παλιό κρασί και το βαρέλι απογεμίζεται με φρέσκο.

Μετά τον τρύγο, τα σταφύλια λιάζονται για περίπου μία εβδομάδα, ώστε να αφυδατωθούν και να συμπυκνωθούν τα σάκχαρα.

Οργανοληπτικά χαρακτηριστικά

Η Κουμανταρία έχει βαθύ κεχριμπαρένιο χρώμα, πλούσια μύτη με έντονο και σύνθετο χαρακτήρα, στην οποία επικρατούν αρώματα σταφίδας, πετιμεζιού, αποξηραμένων σύκων, ξηρών καρπών, πικρής σοκολάτας και πούρου. Το στόμα είναι ιδιαίτερα πυκνό και λιπαρό, με εκπληκτική γευστική ισορροπία, χάρη στη ζωηρή οξύτητά του, αλλά και με μακρά, αρωματική επίγευση. Είναι ένα πολύπλοκο, πληθωρικό κρασί.

*Δημοσιεύθηκε στο BΗΜΑ GOURMET την Κυριακή 8 Mαρτίου 2015.