Κατέβασε τον πήχη των προσδοκιών για την ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας τη Δευτέρα η Παγκόσμια Τράπεζα. Και μάλιστα δεν τον κατέβασε μόνο για την εφετινή χρονιά αλλά για τρία χρόνια.

Το μαντάτο είναι κακό όχι μόνο για τη δεύτερη, μετά την αμερικανική, οικονομία του πλανήτη αλλά και για τις εμπορικές της εταίρους. Δηλαδή για όλες τις εξαγωγικές οικονομίες της Δύσης –διότι πρώτη προτεραιότητα όλων ανεξαιρέτως είναι να πουλήσουν στους Κινέζους!
Η μεγάλη κάμψη των βιομηχανικών παραγγελιών το μήνα Αύγουστο, που ανακοίνωσε επίσης τη Δευτέρα η Γερμανία, δεν είναι άσχετη με το φρενάρισμα της κινεζικής ανάπτυξης.
Επιλογή του Πεκίνου
Συγκεκριμένα ο διεθνής Οργανισμός μείωσε την πρόβλεψή του για την εφετινή αύξηση του κινεζικού ΑΕΠ από το 7,6% στο 7,4%. Για το 2015 προέβλεψε χαμηλότερη ανάπτυξη 7,2% και για το 2016 ακόμη χαμηλότερη 7,1%. Για τις δύο χρονιές που έπονται η Παγκόσμια Τράπεζα είχε αρχικώς προβλέψει ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας με ρυθμό 7,5%.
Η Παγκόσμια Τράπεζα είναι η τελευταία μιας σειράς διεθνών Οργανισμών και τραπεζικών οίκων που αναθεώρησαν επί το μετριοπαθέστερων τις προβλέψεις τους για το οικονομικό μέλλον της πολυπληθέστερης χώρας στον κόσμο.
Προ-τελευταία στη σειρά ήταν η αμερικανική τράπεζα Goldman Sachs, η οποία είχε διατηρήσει μεν την πρόβλεψή της για την εφετινή ανάπτυξη στην Κίνα στο 7,3%, αλλά αναθεώρησε την πρόβλεψή της για το 2015 από το 7,6% στο 7,1% – είναι δηλαδή πιο απαισιόδοξη από την Παγκόσμια Τράπεζα.
Σημειωτέον ότι η ίδια η κυβέρνηση του Πεκίνου έχει προϋπολογίσει για εφέτος ανάπτυξη 7,5%. Πράγμα που σημαίνει ότι τόσο η Παγκόσμια Τράπεζα όσο και η Goldman Sachs (που υπενθυμίζουμε ότι προβλέπουν ποσοστά 7,4% και 7,3% αντιστοίχως) θεωρούν ότι το Πεκίνο θα πέσει έξω.
Ο Λούις Κούις, επικεφαλής οικονομολόγος της RBS στην Κίνα, μιλώντας στο BBC εξέφρασε πάντως την άποψη ότι η κινεζική κυβέρνηση θα χάσει εφέτος τον στόχο που έχει βάλει για την ανάπτυξη επειδή η ίδια δεν κάνει… τίποτε το ουσιαστικό για να τον πετύχει!
«Το Πεκίνο ενδιαφέρεται περισσότερο να περιορίσει τους κινδύνους από την υπερθέρμανση της οικονομίας παρά να διατηρήσει τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης», δήλωσε συγκεκριμένα ο Κούις και υπενθύμισε τη φροντίδα της κινεζικής νομενκλατούρας να διαχειριστεί ένα σταδιακό και ασφαλές ξεφούσκωμα της φούσκας των ακινήτων.
Και η Παγκόσμια Τράπεζα, όμως, στην έκθεσή της για την Κίνα παρατηρεί ότι «μέτρα που λαμβάνει η κεντρική κυβέρνηση για να περιοριστούν τα χρέη των τοπικών κυβερνήσεων, για να περιοριστεί η σκιώδης τραπεζική, για να αντιμετωπιστεί η υπερπαραγωγή προϊόντων που διογκώνει διαρκώς τα αποθέματα, για να περιοριστεί η ενεργειακή ζήτηση και για να αντιμετωπιστεί η υψηλή ρύπανση συνεπάγονται μείωση των δημοσίων επενδύσεων, της βιομηχανικής παραγωγής και κατά συνέπεια του ρυθμού ανάπτυξης».
Σημειωτέον ότι οι διεθνείς αναλυτές δεν έχουν ακόμη συνυπολογίσει στις μελέτες τους τις οικονομικές επιπτώσεις από τις διαδηλώσεις των δημοκρατών κατοίκων του Χονγκ Κονγκ.
Η μοναδική προσώρας εκτίμηση από την τράπεζα AΝΖ κάνει λόγο για απώλειες 2 δισ. δολαρίων του Χονγκ Κονγκ (223 εκατ. ευρώ) κυρίως από διαφυγόντα τουριστικά έσοδα. διότι οι διαδηλώσεις συνέπεσαν με τη «Χρυσή Εβδομάδα» στην ηπειρωτική Κίνα, με πενθήμερη αργία δηλαδή.
Σημειώνεται ότι τα δύο τρίτα των τουριστικών επισκεπτών στο Χονγκ Κονγκ προέρχονται από την ηπειρωτική Κίνα. Και οι ταραχές αφ’ ενός κράτησαν πολλά καταστήματα στο Χονγκ Κονγκ κλειστά και αφ’ ετέρου αποθάρρυναν πολλούς Κινέζους να ταξιδέψουν στην πόλη.
Καμπανάκι για τη Γερμανία
Εν τω μεταξύ, με καμπανάκι κινδύνου για τη γερμανική οικονομία ισοδυναμούν τα στοιχεία για τις παραγγελίες των γερμανικών βιομηχανιών το μήνα Αύγουστο. Σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομίας, οι παραγγελίες υποχώρησαν κατά 5,7% συγκριτικά με τον Ιούλιο.
Πρόκειται για τη μεγαλύτερη πτώση των παραγγελιών που καταγράφεται σε μηνιαία βάση στη μεγαλύτερη (και εξαγωγικότερη) οικονομία της Ευρωζώνης από το αποκορύφωμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2009.
Από τα επιμέρους στοιχεία που ανακοίνωσε η γερμανική κυβέρνηση αίσθηση προκαλεί εκείνα που εντοπίζουν τη μεγαλύτερη πτώση των βιομηχανικών παραγγελιών από χώρες εκτός Ευρωζώνης –οι παραγγελίες υποχώρησαν κατά 9,9% τον Αύγουστο συγκριτικά με τον Ιούλιο!
Είναι προφανές ότι η Κίνα δεν εγγυάται πλέον την απορρόφηση των γερμανικών εξαγωγικών προϊόντων, ενώ οι γεωπολιτικές εντάσεις στη Ρωσία και στη Μέση Ανατολή αποθαρρύνουν ακόμη περισσότερους πελάτες των γερμανικών βιομηχανιών.
Από την άλλη πλευρά, όπως παρατήρησε ο επικεφαλής οικονομολόγος της ING Κάρστεν Μπρζέσκι, «δεν είναι μόνο ο ‘παράγων Πούτιν’ που τρομοκρατεί τους πελάτες των Γερμανών, είναι και η οικονομική εξασθένηση των εταίρων της Γερμανίας στην Ευρωζώνη».
Μόλις την περασμένη Παρασκευή, άλλωστε, η εταιρεία ερευνών Markit ανακοίνωσε ότι ο δείκτης ΡΜΙ που μετρά τις προθέσεις των μάνατζερ στην Ευρωζώνη να προχωρήσουν σε επενδύσεις υποχώρησε στο 52 το Σεπτέμβριο από το 52,3 που είχε εκτιμηθεί αρχικώς.
«Κολλημένη στη λάσπη»
Ο δείκτης δηλαδή κατρακυλά μήνα με το μήνα προς το 50, το σημείο δηλαδή που ορίζει την ανάπτυξη ή τη συρρίκνωση της επιχειρηματικής δραστηριότητας στη ζώνη του ευρώ (κάθε ένδειξη του ΡΜΙ πάνω από το 50 υποδηλώνει ανάπτυξη και κάθε ένδειξη κάτω από το 50 υποδηλώνει συρρίκνωση).
«Η οικονομία της Ευρωζώνης μοιάζει να έχει κολλήσει στη λάσπη», αναφέρει χαρακτηριστικά στην έκθεσή της η Markit.
Ασφαλώς και η ίδια η γερμανική οικονομία δεν έχει μείνει ανεπηρέαστη από τη νέα, ραγδαία επιδείνωση του οικονομικού κλίματος στην Ευρωζώνη που παρατηρείται από την άνοιξη και εντεύθεν –και σ’ αυτό συνεισέφερε πολύ, είναι αλήθεια, η τροπή που πήρε η κρίση στην Ουκρανία.
Διότι έπειτα από ένα δυναμικό ξεκίνημα του 2014, το γερμανικό ΑΕΠ έφθασε να υποχωρεί κατά 0,2% το δεύτερο τρίμηνο του έτους. Αυτό σημαίνει ότι (και) η μεγαλύτερη και ισχυρότερη οικονομία της Ευρωζώνης βρίσκεται με το ένα πόδι στην ύφεση.
Αν τα στοιχεία για το τρίτο τρίμηνο, που έληξε στις 30 Σεπτεμβρίου, δείξουν επίσης συρρίκνωση του ΑΕΠ, τότε και επισήμως (δύο συνεχόμενα τρίμηνα αρνητικής ανάπτυξης λέει η θεωρία) η γερμανική οικονομία θα βρίσκεται σε ύφεση. Και θα επιβεβαιωθούν οι Κασσάνδρες που προέβλεπαν τρίτη βουτιά (triple dip) της ευρωοικονομίας στην ύφεση.