Παρά τη δυσμενή οικονομική συγκυρία, η αγορά των ποδηλάτων δεν επλήγη όσο άλλοι κλάδοι της ελληνικής οικονομίας. Σύμφωνα με μελέτη που εκπόνησε η ΣΤΟΧΑΣΙΣ Σύμβουλοι Επιχειρήσεων, το μέγεθος της αγοράς ποδηλάτων (σε τεμάχια) ανήλθε σε 279.200 το 2012, με το Μέσο Ετήσιο Ρυθμό Μεταβολής να διαμορφώνεται σε -0,6% την περίοδο 2009-2012, ενώ ο Μέσος Ετήσιος Ρυθμός Μεταβολής σε αξία, διαμορφώθηκε σε -5,2% την αντίστοιχη χρονική περίοδο.
Όσον αφορά στο 2013, η αγορά ποδηλάτων παρουσιάζει μείωση, η οποία εκτιμάται σε επίπεδα της τάξης του 4% – 6% (σε τεμάχια) συγκριτικά με το 2012 και 6% – 8% σε αξία. Από το 2014 προβλέπεται σταθεροποίηση της αγοράς, υπό την προϋπόθεση ότι, θα βελτιωθούν οι οικονομικές συνθήκες.
Σύμφωνα με τον συντάκτη της μελέτης, κ. Αδάμ Ρεγκούζα, ο εξεταζόμενος κλάδος χαρακτηρίζεται από έντονο ανταγωνισμό, ιδιαίτερα στις ίσης δυναμικότητας επιχειρήσεις, γεγονός που οφείλεται στην προσπάθεια αύξησης του μεριδίου τους στην εγχώρια αγορά, καθώς και στην προσφορά ποδηλάτων, τα οποία δεν παρουσιάζουν υψηλό βαθμό διαφοροποίησης, ανά κατηγορία. Επίσης, ανταγωνισμός υφίσταται και μεταξύ των εμπορικών επιχειρήσεων ποδηλάτων και των αλυσίδων λιανικής (σούπερ μάρκετ, καταστήματα παιχνιδιών, τεχνικά πολυκαταστήματα, κλπ), κυρίως σε επίπεδο τιμολογιακής πολιτικής.
Σε αυτό το πλαίσιο, εκτιμάται ότι, τα ποδήλατα trekking, που εντάσσονται στα ποδήλατα πόλης, θα αυξήσουν το μερίδιό τους στην εξεταζόμενη αγορά, καθώς είναι ο τύπος ποδηλάτου που φαίνεται ότι προτιμούν οι αγοραστές, για τη μετακίνησή τους σε κοντινές αποστάσεις, έχοντας ως σκοπό την εξοικονόμηση κόστους, παράλληλα με την εκγύμναση.
Σημαντική κρίνεται η συμβολή της Πολιτείας στην ανάπτυξη της χρήσης του ποδηλάτου, που θα ευνοήσει άμεσα την εξεταζόμενη αγορά, με τη δημιουργία σύγχρονων υποδομών (κατασκευή ποδηλατοδρόμων, εγκατάσταση φωτεινών σηματοδοτών για ποδηλάτες), αλλά και με τη σωστή ενημέρωση των πολιτών σχετικά με τα οφέλη (περιβαλλοντικά, υγείας), από τη χρήση του ποδηλάτου.
Η Ιταλία, η Γερμανία και η Ολλανδία έχουν τη μεγαλύτερη παραγωγή ποδηλάτων στην ΕΕ-27, με το μερίδιο της Ελλάδας να περιορίζεται στο 1,13%.
Όσον αφορά στη χρηματοοικονομική κατάσταση των επιχειρήσεων του κλάδου με στοιχεία του 2012, όπως αναφέρει η υπεύθυνη του τμήματος Κλαδικών Στοχεύσεων κ. Κορίνα Ιγγλέση, οι τιμές του δείκτη κάλυψης χρηματοοικονομικών δαπανών των επιχειρήσεων, δείχνουν ότι οι επιχειρήσεις εξακολουθούν να παραμένουν, έστω και οριακά (2012), «ανθεκτικές» στις δύσκολες οικονομικές συνθήκες. Η χρησιμοποίηση των συνολικών επενδυμένων κεφαλαίων των επιχειρήσεων του κλάδου στη δημιουργία πωλήσεων εμφανίζεται περιορισμένη την εξεταζόμενη τετραετία, ενώ σε καλύτερα επίπεδα, αν και μειούμενος, διαμορφώνεται ο βαθμός χρησιμοποίησης των ιδίων κεφαλαίων, σε σχέση με τις πωλήσεις. Η σχετική σταθερότητα του περιθωρίου μικτού κέρδους αποτυπώνει την προσπάθεια προσαρμογή τους στο σημερινό οικονομικό περιβάλλον, όσον αφορά στην τιμολογιακή πολιτική, καθώς και στη συγκράτηση του κόστους πωλήσεων.