Μία από τις δημόσιες υπηρεσίες όπου η διακίνηση «μαύρου χρήματος», το γνωστό «φακελάκι», δίνει και παίρνει είναι τα νοσηλευτικά ιδρύματα της χώρας. Αν εμείς οι «ιθαγενείς» έχουμε βιωματική σχέση με την πρακτική αυτή, οι διεθνείς οργανισμοί, όπως λ.χ. ο ΟΟΣΑ, την έχουν αναλύσει κατά καιρούς στις εκθέσεις τους. Η παρεμβολή «μαύρου χρήματος» σε μια επαγγελματική, μη εγχρήματη, σχέση υποβαθμίζει το κύρος του γιατρού, υποτιμά την προσωπικότητα του πάσχοντος και αποτελεί σοβαρή πηγή απώλειας εισοδήματος για τον κρατικό κορβανά.
Για να αντιμετωπίσουμε το φαινόμενο αυτό πρέπει πρώτα να κάνουμε μερικές αναγκαίες διακρίσεις, να αποκτήσουμε δηλαδή μια αίσθηση των εκφάνσεων του φαινομένου. Υπάρχουν πράγματι επίορκοι γιατροί στα δημόσια νοσοκομεία, οι οποίοι, εκμεταλλευόμενοι την αδύνατη θέση του πάσχοντος, τον εξαναγκάζουν να πληρώσει παράνομα για τις ιατρικές υπηρεσίες που έπρεπε να του προσφέρουν δωρεάν. Η πρακτική αυτή αποτελεί αντικείμενο του ποινικού δικαίου και είναι υποχρέωση των ιατρικών συλλόγων να αποπέμψουν από τις τάξεις τους διεφθαρμένους συναδέλφους.
Μέσα στο δημόσιο σύστημα υγείας όμως ανθεί μια ιδιωτική συναλλαγή μεταξύ αρρώστου και γιατρού η οποία είναι ελεύθερα αποδεκτή και από τα δύο μέρη. Ο ασθενής θέλει συχνά να επιλέγει τον ιατρό του. Το κάνει εν αγνοία του συστήματος, με αντίτιμο που γνωρίζουν μόνο οι δυο τους. Αυτό μεταφράζεται σε μερικές εκατοντάδες ως μερικές χιλιάδες ευρώ για την ιατρική πράξη. Σε αυτή την περίπτωση ο ασθενής αντιμετωπίζεται κατά προτεραιότητα, εκτός σειράς, σε προνομιακό δωμάτιο νοσηλείας, χωρίς να το πάρει χαμπάρι ούτε το νοσοκομείο ούτε το κράτος. Πρόκειται για μια κρυπτο-ιδιωτικοποίηση του δημόσιου συστήματος υγείας, η οποία, αφήνοντας κατά μέρος την ηθική διάσταση του θέματος, οδηγεί σε πολλαπλές οικονομικές απώλειες. Πρώτα ο ασθενής δεν αφαιρεί τη δαπάνη από το φορολογητέο του εισόδημα. Δεύτερον, το κράτος δεν εισπράττει τον αναλογούντα φόρο. Και, τρίτον, το νοσοκομείο, ενώ προσφέρει για τη νοσηλεία του ασθενούς υλικοτεχνική υποδομή, ιατρικό, νοσηλευτικό και διοικητικό προσωπικό, δεν αποζημιώνεται από την ουσιαστικά ιδιωτική σχέση γιατρού- ασθενούς.
Είναι απλοϊκό να νομίζει κανείς ότι η νοοτροπία αυτή μπορεί να αντιμετωπισθεί μόνο με κατασταλτικά ή καταγγελτικά μέτρα. Ο λόγος είναι ότι η αιτιολογία της νοοτροπίας αυτής είναι πολυπαραγοντική. Αρχίζει από το γεγονός ότι ο Χ ασθενής αναζητεί τις ιατρικές υπηρεσίες του Ψ γιατρού λόγω της φήμης, της ειδικότητας και των ικανοτήτων του τελευταίου. Στην αναζήτηση του καλύτερου είναι λογικό να εμπίπτουν και οι γιατροί των δημόσιων νοσηλευτικών ιδρυμάτων. Η δεύτερη αιτία που ευοδώνει την πρακτική είναι η απαράδεκτα χαμηλή μισθοδοσία του ιατρικού προσωπικού των δημόσιων νοσοκομείων σε σχέση με το μεγάλο, ποιοτικά και ποσοτικά, παρεχόμενο έργο. Το γεγονός αυτό ενθαρρύνει τους γιατρούς σε αδιαφανείς συναλλαγές. Μια τρίτη ουσιώδης αιτία της τριτοκοσμικής αυτής συμπεριφοράς είναι η θεωρητική εμμονή της πολιτείας στην υποτίθεται δωρεάν δημόσια υγεία εθελοτυφλώντας στην πραγματικότητα. Η εμμονή αυτή θυμίζει έντονα τη στάση συντηρητικών γονέων, τα παλαιότερα χρόνια, απέναντι στις προγαμιαίες σχέσεις των θυγατέρων τους. Τέλος, οι παράνομες πρακτικές ευοδώνονται από την πλημμελή διοίκηση των νοσηλευτικών ιδρυμάτων, τα οποία, κατά κανόνα, διοικούνται από κομματικά στελέχη, χωρίς παιδεία και εμπειρία στη διοίκηση. Το πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι οι νέες διοικήσεις πολλών νοσοκομείων της πρωτεύουσας. Το κομματικό κράτος θριάμβευσε ξανά.
Πώς θα θεραπευτεί η ιδιάζουσα αυτή κατάσταση; Δεν χρειάζεται να επανεφεύρουμε τον τροχό- τον έχουν ήδη εφεύρει άλλοι! Είναι απλό. Η ιδιωτική σχέση γιατρού- ασθενούς, αντί να γίνεται εν κρυπτώ, να γίνεται φανερά μέσα από το επίσημο σύστημα του νοσοκομείου. Ετσι, από τις ιδιωτικές πράξεις στο δημόσιο νοσοκομείο τα εισοδήματα των γιατρών θα αυξάνονται, το κράτος θα απολαμβάνει τον αναλογούντα φόρο και το νοσοκομείο θα έχει μια πηγή αύξησης των εσόδων. Ο μεικτός τρόπος λειτουργίας των δημόσιων νοσοκομείων έχει εφαρμοστεί στο αρχαιότερο δημόσιο σύστημα υγείας, στη Βρετανία, καθώς και στην Ολλανδία και στη Γερμανία. Γιατί να μην τους μιμηθούμε;
Φυσικά, η πρακτική αυτή κατ΄ ουδένα τρόπο δεν πρέπει να αφαιρέσει τίποτα από τον τρόπο νοσηλείας των μη εχόντων, οι οποίοι θα αντιμετωπίζονται ισότιμα με τους έχοντες. Για να επιτευχθεί αυτή η λεπτή ισορροπία, οι ειδικευμένοι ιατροί των δημοσίων νοσηλευτικών ιδρυμάτων δεν θα επιτρέπεται να νοσηλεύουν «ιδιωτικά» περισσότερο από ένα ποσοστό ασθενών επί του συνόλου των ασθενών που αντιμετωπίζουν κάθε μήνα. Αντιλαμβάνεστε, βέβαια, ότι για να εφαρμοσθεί κάτι τέτοιο πρέπει να καταπολεμηθούν η εμμονική ιδεοληψία της δήθεν δωρεάν υγείας, η κουλτούρα της φοροδιαφυγής και η πρακτική του κομματισμού- τρία από τα σημαντικότερα γνωρίσματα της νεοελληνικής ταυτότητας τα τελευταία 30 χρόνια. Ισως έτσι εξηγείται γιατί διεθνώς καθιερωμένες πρακτικές παραγνωρίζονται στη χώρα μας!
Ο κ. Χαράλαμπος Μ. Μουτσόπουλος είναι καθηγητής της Ιατρικής Σχολής.