Oσοι παρομοιάζουν τις ταραχές του Δεκεμβρίου με τις κοινωνικές εξεγέρσεις που παρατηρούνται σε ευρωπαϊκές χώρες δεν λαμβάνουν υπόψη τους μιαν ουσιώδη διαφορά: ότι κύρια πηγή των εξεγέρσεων στις χώρες αυτές είναι η ανέχεια και περιθωριοποίηση ενός σημαντικού τμήματος της κοινωνίας, ενώ η διεκδίκηση του δικαιώματος της αξιοπρεπούς διαβίωσης κατά τις δικές μας ταραχές υπήρξε γεγονός δευτερεύον και δευτερογενές. Διότι η κύρια αιτία και ο πυρήνας των δικών μας συμβάντων, που είχαν ως αφορμή τον βάρβαρο φόνο του νεαρού μαθητή, ήταν (όπως την προσδιόρισε ο Θ.Δ. Παπαγγελής στο «Βήμα» της 14ης Δεκεμβρίου) η έξοδος αυτού που ονομάζουμε σήμερα πανεπιστημιακό άσυλο στους δρόμους. Είναι ακριβώς το γεγονός ότι το «άσυλο» βγήκε στους δρόμους εκείνο που καθιστά λανθασμένο τον χαρακτηρισμό εξέγερση για τα συμβάντα του Δεκεμβρίου και που μαγαρίζει τις δίκαιες εκδηλώσεις οργής των νέων για την άθλια ηθική κατάσταση της χώρας μας, με τον ίδιο τρόπο που ο φόνος του νεαρού μαθητή αμαυρώνει την εικόνα της αστυνομίας. Σε αυτόν τον βαθμό παρακμής έχουμε φτάσει: να μην μπορούμε να κάνουμε ούτε μια πραγματική κοινωνική εξέγερση. Διότι πώς θα μπορούσε να χαρακτηριστεί εξέγερση η διάχυση στην πόλη της ωμής βίας μερικών εκατοντάδων ανθρώπων, κουκουλοφόρων και μη, που συστεγάζονται στο πανεπιστημιακό «άσυλο», την οποία κανείς από τους αρμόδιους δεν τολμά να αντιμετωπίσει: ούτε η πολιτεία (η εκάστοτε κυβέρνηση και αντιπολίτευση, και, ως εκ τούτου, η αστυνομία) ούτε οι πανεπιστημιακοί (διδάσκοντες και φοιτητές). Το παράλογο δεν βρίσκεται τόσο στο γεγονός ότι οι χούλιγκαν, οι οποίοι εσφαλμένα αποκαλούνται αντιεξουσιαστές και οι οποίοι έχουν καταλύσει κάθε έννοια πανεπιστημιακού ασύλου προκαλώντας κάθε τόσο ανυπολόγιστες καταστροφές, έχουν επιβάλει στον πανεπιστήμιο, και όχι μόνο σε αυτό, τη φασιστική εξουσία τους. Βρίσκεται κυρίως στα φαιδρά επιχειρήματα με τα οποία οι εν λόγω αρμόδιοι προσπαθούν να αποφύγουν την εφαρμογή του νόμου για το άσυλο, είτε χαρακτηρίζοντας κατάλυσή του τη νόμιμη, προς προστασία του, επέμβαση της αστυνομίας, είτε αναλισκόμενοι σε στρουθοκαμηλικές ανακοινώσεις: «Καταφέραμε να διαφυλάξουμε το άσυλο», δήλωνε ο πρύτανης του Πολυτεχνείου (22.12.2008) εν μέσω των ερειπίων και των καταστροφέων που ερείπωσαν το ίδρυμα. Ο προ μηνών νοσηλευθείς στο νοσοκομείο, από χτυπήματα ευγενών νέων που εισέβαλαν στο γραφείο του, πρύτανης του ΑΠΘ διαβεβαίωνε (11.12.2008) ότι η εφαρμογή του νόμου για το άσυλο είναι περιττή, γιατί «η πανεπιστη μιακή κοινότητα δεν έχει ανάγκη από τοποτηρητές» (λίγες ημέρες αργότερα το κτίριο της Φιλοσοφικής του θα γινόταν τόπος κρανίου). Οσο για τον πολιτικό κόσμο, η μεν ΝΔ υποκρίνεται ότι ζητεί την εφαρμογή του νόμου (στο χέρι της είναι να την επιβάλει), το ΠαΣοΚ, που στην ιδέα της ενεργοποίησής του έκανε ως σήμερα ότι έδενε τα κορδόνια του, ρίχνει τώρα το μπαλάκι υποκριτικά στους ψοφοδεείς πανεπιστημιακούς, ενώ για τον κ. Αλαβάνο η τήρηση του νόμου «ισοδυναμεί με την είσοδο του τανκ στο Πολυτεχνείο» (sic).

Το αποκορύφωμα αυτού του θεάτρου σκιών ήταν η μετατροπή του κεντρικού κτιρίου του Πανεπιστημίου των Αθηνών σε καλύβα του Καραγκιόζη (18.12.2008), με το θέαμα των χειροπιασμένων καθηγητών του που περικύκλωναν τελετουργικά το κτίριο, ως ένα είδος συμβολικής προστατευτικής αλυσίδας (όπως δήλωνε σκηνοθετικώς ο τελικά μη παραιτηθείς πρύτανης), μιαν ώρα πριν το παρακείμενο κτίριο της Νομικής δεχτεί μιαν ακόμη εισβολή βανδάλων.

Τι είναι εκείνο που έχει οδηγήσει σε αυτήν την εθελοτυφλία; Γιατί, βέβαια, σε καμία χώρα της οικουμένης- ευνομούμενη ή μη – δεν υπάρχει μια τέτοια γελοιοποίηση της έννοιας του πανεπιστημιακού ασύλου· να θεωρείται παραβίασή του η επέμβαση της πολιτείας για την προστασία του. Αυτός ο παγκοσμίως καινοφανής παραλογισμός έχει μετατρέψει το πανεπιστημιακό άσυλο σε μια μαύρη τρύπα της δημοκρατίας μας· μια τρύπα που καταβροχθίζει κάθε προσπάθεια έλλογης σκέψης και που, διαχεόμενη στην πολιτεία, υπονομεύει τα αιτήματα μιας κοινωνικής εξέγερσης. Για όσους δεν παρασύρονται από εύκολους, και βολικούς κομματικά, συναισθηματισμούς, ο φόνος του Αλέξη Γρηγορόπουλου έχει τις ρίζες του στο σημερινό υποτιθέμενο πανεπιστημιακό άσυλο. Να είναι άραγε τυχαίο ότι αυτό που ονομάζουμε σήμερα «Εξάρχεια» βρίσκεται στην περιοχή του Πολυτεχνείου;

Καθώς οι αιτίες των παραλογισμών είναι ψυχολογικές και η μαύρη τρύπα για την οποία ομιλώ δεν εμφανίστηκε σήμερα ή χθες αλλά άρχισε να σχηματίζεται από την αρχή της μεταπολιτευτικής περιόδου, η μόνη αιτία της, που θα μπορούσε να προσδιορίσει κάποιος, θα πρέπει να ανάγεται στην εποχή της χούντας. Δεν μπορεί κάποιος να εξηγήσει την ανοχή σε αυτή την τραγική παρωδία ασύλου και στην άλογη βία που έχει αυτή εκθρέψει, παρά μόνο ως επιγέννημα της παθητικής στάσης του ελληνικού λαού απέναντι στην απριλιανή δικτατορία. Οι ενοχικές καταστάσεις οδηγούν συχνά σε άκρα αντίθετα από εκείνα τα οποία τις προκάλεσαν. Θα πρέπει να είναι οι τύψεις για την επταετή ανοχή της ανελευθερίας και της καταπίεσης εκείνο που οδήγησε σε αυτή τη μοιρολατρική αποδοχή της ασυδοσίας που εκπορεύεται από το πανεπιστημιακό «άσυλο», το οποίο έχει μεταβληθεί σε εστία σκότους που όλα δείχνουν ότι δεν υπάρχει το σθένος να εξαλειφθεί.

Ο κ. Νάσος Βαγενάς είναι καθηγητής της Θεωρίας και Κριτικής της Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.