Στα προγράμματα μεταφοράς υπολοίπου θα παιχτεί η μάχη του ανταγωνισμούτο 2009 στην καταναλωτική πίστη, καθώς αναμένεται περαιτέρω επιβράδυνση στις χορηγήσεις νέων δανείων. Για τον λόγο αυτό οι τράπεζες αναμένεται να διατηρήσουν σε ελκυστικά επίπεδα τα επιτόκια των συγκεκριμένων προϊόντων σε αντίθεση με τις ακριβές πιστωτικές κάρτες και τα λοιπά καταναλωτικά δάνεια, των οποίων το κόστος εξυπηρέτησης έχει αυξηθεί τους τελευταίους μήνες. Η λογική των προϊόντων αναχρηματοδότησης είναι απλή: κάποιος που εξοφλεί σήμερα ένα ή περισσότερα καταναλωτικά δάνεια ή πιστωτικές κάρτες μπορεί να μεταφέρει το συνολικό χρέος του σε έναν νέο δανειακό λογαριασμό, με μικρότερο επιτόκιο και μεγαλύτερη διάρκεια εξόφλησης. Το ύψος του νέου δανείου είναι δυνατόν να φθάσει σε υψηλά επίπεδα εφόσον η πιστοληπτική ικανότητα του πελάτη το επιτρέπει, ενώ η διάρκειά του μπορεί να ξεπεράσει ακόμη και τα δέκα έτη. Η μείωση της δόσης επιτυγχάνεται τόσο από τη μείωση του επιτοκίου όσο και από την επιμήκυνση της διάρκειας αποπληρωμής.

Το πιο σημαντικό απ΄ όλα ωστόσο είναι η σταθερότητα στη μηνιαία δόση την οποία εξασφαλίζουν τα επιτόκια των προϊόντων που διατίθενται. Οι τραπεζίτες έχουν αντιληφθεί ότι υπάρχει οικονομική στενότητα σε μεγάλο μέρος των πελατών τους, με τις καθυστερήσεις στις πληρωμές να αυξάνονται, και προωθούν πλέον προγράμματα σταθερού επιτοκίου σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε λίγους μήνες νωρίτερα. Το γεγονός αυτό έχει άμεσο αντίκτυπο στη σύνθεση των πωλήσεων. Ενώ το πρώτο εξάμηνο του 2007 το 54% των καταναλωτικών δανείων χορηγούνταν με σταθερό επιτόκιο διάρκειας 2-5 ετών, το ποσοστό αυτό ανέβηκε στο 62% την αντίστοιχη περίοδο του 2008. Από την άλλη, μείωση παρουσιάζουν τα υπόλοιπα των αλληλόχρεων πιστώσεων, δηλαδή των ανοικτών δανείων και των πιστωτικών καρτών, που έχουν πάντοτε κυμαινόμενα επιτόκια, υποχωρώντας τον Οκτώβριο σε 11,4 δισ. ευρώ από 13,4 δισ. ευρώ στο τέλος του 2007. Δεν είναι τυχαίο ότι περίπου το 40% των χορηγήσεων καταναλωτικής πίστης δεν εξυπηρετείται εμπρόθεσμα και υπάρχει κίνδυνος όξυνσης του συγκεκριμένου προβλήματος όταν τα επιτόκια κάποια στιγμή κινηθούν ανοδικά.

Τραπεζικοί συστήνουν στους καταναλωτές προτού επιλέξουν ένα προϊόν να καθορίσουν με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ακρίβεια τις ανάγκες τους σε μετρητά και να προχωρήσουν στη λήψη του δανείου που ανταποκρίνεται περισσότερο στο προφίλ τους.

Τα προγράμματα των τραπεζών διακρίνονται σε τέσσερις βασικές κατηγορίες:

1. Τοκοχρεολυτικά δάνεια. Πρόκειται για την πιο δημοφιλή κατηγορία. Μετά την απελευθέρωση των ορίων δανεισμού τα δάνεια αυτά έχουν αυξημένα πιστωτικά όρια έναντι του ορίου των 3.000 ευρώ που υπήρχε μέχρι πρότινος, συνήθως όμως δεν χορηγούνται περισσότερα από 10.000 ευρώ, εκτός αν πρόκειται για πελάτη με μεγάλο εισόδημα. Προσφέρονται δάνεια είτε με σταθερό επιτόκιο για όλη τη διάρκεια του δανείου ή για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα είτε με κυμαινόμενο επιτόκιο. Η διάρκειά τους μπορεί να φθάσει ως και στους 120 μήνες, ανάλογα με το ποσόν του δανείου αλλά και την πολιτική της κάθε τράπεζας. 2. Ανοικτά δάνεια. Λειτουργούν όπως οι λογαριασμοί των πιστωτικών καρτών και αποπληρώνονται με μηνιαίες δόσεις. Τα δάνεια αυτά είναι ιδιαίτερα συμφέροντα για όσους χρειάζονται μετρητά που μπορούν να τα επιστρέψουν σύντομα και δεν θέλουν να πληρώνουν για μεγάλο χρονικό διάστημα δόσεις και τόκους, καθώς και για αυτούς που θέλουν να έχουν μια ανοικτή πίστωση, να «τραβάνε» χρήματα όποτε επιθυμούν και να αποπληρώνουν είτε με την ελάχιστη δόση ή στο σύνολό του το χρέος τους. Η ελάχιστη μηνιαία δόση μπορεί να ξεκινά από το 1,5% επί του ποσού που έχει εκταμιευθεί. Τα επιτόκιά τους είναι πάντα κυμαινόμενα, ωστόσο σε περιόδους προσφορών υπάρχουν προγράμματα με χαμηλό σταθερό επιτόκιο συνήθως για διάστημα όχι μεγαλύτερο των έξι μηνών. Στην περίπτωση αυτή συμφέρουν εκείνους οι οποίοι μπορούν να αποπληρώσουν το σύνολο του δανείου τους μέσα στο χρονικό διάστημα κατά τη διάρκεια του οποίου ισχύει το σταθερό επιτόκιο. Στη συνέχεια το επιτόκιο μετατρέπεται σε κυμαινόμενο και στην πλειονότητα των περιπτώσεων είναι υψηλότερο των τοκοχρεολυτικών δανείων. 3. Μεταφορά υπολοίπου. Οι τράπεζες προσφέρουν προγράμματα αναχρηματοδότησης καταναλωτικών δανείων και καρτών τα οποία δίνουν τη δυνατότητα στα νοικοκυριά να μεταφέρουν το συνολικό τους χρέος σε έναν λογαριασμό με χαμηλότερο επιτόκιο και μεγαλύτερη διάρκεια αποπληρωμής, εξασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο χαμηλότερες μηνιαίες δόσεις. Ειδικά την τρέχουσα περίοδο κάποιες τράπεζες προσφέρουν ιδιαίτερα προνομιακά επιτόκια, τα οποία μπορεί να είναι σταθερά ακόμη και για όλη τη διάρκεια εξόφλησης. Συνήθως τα προγράμματα αυτά έχουν τη μορφή τοκοχρεολυτικού δανείου. Αξίζει να σημειωθεί πάντως ότι τόσο τα τοκοχρεολυτικά όσο και τα ανοικτά δάνεια που περιγράφηκαν παραπάνω μπορούν να χρησιμοποιηθούν και για αναχρηματοδότηση.

4. Πιστωτικές κάρτες. Οι προσφορές των πιστωτικών καρτών εντοπίζονται κυρίως σε προγράμματα επιβράβευσης. Ο καταναλωτής όσο πιο πολύ χρησιμοποιεί την κάρτα του για τις αγορές του κερδίζει δώρα από συνεργαζόμενες με τις τράπεζες επιχειρήσεις ή συμμετέχει σε κληρώσεις. Παράλληλα οι καταναλωτές μπορούν να εκμεταλλευτούν προγράμματα άτοκων δόσεων που προσφέρουν οι τράπεζες σε συνεργασία με επιλεγμένες εμπορικές και τουριστικές επιχειρήσεις. Ετσι μπορούν π.χ. να πληρώσουν με την κάρτα ένα ταξίδι και να το αποπληρώσουν σε έξι ή περισσότερες άτοκες δόσεις. Εξάλλου υπάρχουν προσφορές για μεταφορά υπολοίπου που δίνουν τη δυνατότητα άτοκης εξόφλησης μέσα σε διάστημα ενός έτους. Το κέρδος για κάποιον ο οποίος χρωστάει 5.000

ευρώ και προχωρήσει σε αναδιάρθρωση του χρέους του μπορεί να φθάσει ως και στα 900 ευρώ σε διάστημα μόλις δύο ετών. Αυτό επιτυγχάνεται με τη μεταφορά του συγκεκριμένου υπολοίπου του από τράπεζα σε τράπεζα, π.χ., ανά εξάμηνο, απολαμβάνοντας μηδενικό επιτόκιο.

Παράδειγμα για χρηματοδότηση 25.000 ευρώ

Εστω ότι ένα νοικοκυριό έχει λάβει χρηματοδότηση ύψους 25.000 ευρώ από τρεις διαφορετικές τράπεζες. * Στην πρώτη τράπεζα πληρώνει μηνιαία δόση 99 ευρώ για προσωπικό δάνειο ύψους 3.000 ευρώ και συνολικής διάρκειας τριών ετών το οποίο έλαβε πριν από έναν χρόνο με επιτόκιο 11,50%. Το ανεξόφλητο κεφάλαιο μετά τον πρώτο χρόνο ανέρχεται σε 2.112 ευρώ.

* Στη δεύτερη τράπεζα πληρώνει μηνιαία δόση 430 ευρώ για καταναλωτικό δάνειο ύψους 20.000 ευρώ και συνολικής διάρκειας πέντε ετών το οποίο έλαβε πριν από δύο χρόνια με επιτόκιο 10,50%. Το ανεξόφλητο κεφάλαιο ύστερα από τα δύο πρώτα χρόνια ανέρχεται σε 13.226 ευρώ.

* Στην τρίτη τράπεζα πληρώνει ελάχιστη καταβολή 100 ευρώ για το υπόλοιπο της πιστωτικής του κάρτας, το οποίο ανέρχεται σε 2.000 ευρώ. Συνολικά και στις τρεις τράπεζες πληρώνει μηνιαίως 630 ευρώ. Το νοικοκυριό αποφασίζει να «κλείσει» τους παραπάνω λογαριασμούς και να μεταφέρει τις οφειλές του, συνολικού ύψους 17.340 ευρώ, σε τοκοχρεολυτικό δάνειο με επιτόκιο 7% και εξόφληση σε έξι έτη. Σε αυτή την περίπτωση η τράπεζα στην οποία θα γίνει η μεταφορά θα αναλάβει την εξόφληση όλων των προηγούμενων οφειλών. Το υπόλοιπο του νέου δανείου θα διαμορφωθεί σε 17.500 ευρώ, περιλαμβανομένης της αμοιβής της τράπεζας (160 ευρώ) για την πραγματοποίηση της όλης διαδικασίας.

Η μηνιαία δόση που καλείται να πληρώσει ο πελάτης θα ανέρχεται μηνιαίως στο ποσόν των 300 ευρώ έναντι 630 ευρώ που πλήρωνε συνολικά προς τις τρεις τράπεζες. Με αυτόν τον τρόπο το νοικοκυριό επιτυγχάνει τόσο τη μείωση των δόσεων που πληρώνει μηνιαίως όσο και τον πιο ξεκάθαρο υπολογισμό και έγκαιρο προγραμματισμό των εξόδων του για τα επόμενα χρόνια. Σε περίπτωση βέβαια που προτιμηθεί η παραπάνω λύση, οι τραπεζίτες συστήνουν να μη λαμβάνεται άλλο δάνειο και να σταματήσει η χρησιμοποίηση των πιστωτικών καρτών, τουλάχιστον ώσπου να εξοφληθούν τα 3/4 των δόσεων του νέου δανείου. Σε αντίθετη περίπτωση υπάρχει κίνδυνος για τον οικογενειακό προϋπολογισμό.