ΕΧΕΙ όλα τα στοιχεία μιας κλασικής διαμάχης μεταξύ «Βορείων» και «Νοτίων». Δύο αντίπαλα στρατόπεδα, όπου το ένα διεκδικεί και το άλλο προασπίζεται, και μια ειρηνοποιός δύναμη σε ρόλο επιδιαιτητή. Μόνο ένα γεγονός διαφοροποιεί την προαναφερόμενη… συνθήκη. Οι επικεφαλής των δύο μπλοκ είναι αποδεδειγμένα πολύ καλοί φίλοι και σκοπεύουν να συνεχίσουν να είναι, ανεξάρτητα από την τελική έκβαση της διαμάχης τους και τις διαθέσεις ορισμένων… οπλαρχηγών τους.


Μήλον της έριδος είναι το Εθνικό Ιδρυμα Υποδοχής και Αποκαταστάσης Αποδήμων και Παλιννοστούντων Ομογενών Ελλήνων (ΕΙΥΑΠΟΕ), το οποίο εδρεύει στην Αθήνα. Για τον έλεγχό του ερίζουν τρεις πόλεις (Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Κομοτηνή), δύο υπουργεία, κυβερνητικά στελέχη, καθώς και πολυάριθμοι βουλευτές, πολιτευτές και τοπικοί άρχοντες.


Μετά τις αποκαλύψεις για μη αποτελεσματικότητα και λανθασμένους χειρισμούς του ΕΙΥΑΠΟΕ, αλλά κυρίως για έλλειψη ολοκληρωμένης στρατηγικής στον ευαίσθητο τομέα της παλιννόστησης των δεκάδων χιλιάδων ομογενών από τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ενωσης, ο πρωθυπουργός κ. Κ. Σημίτης επισπεύδει τις διαδικασίες για τη ριζική αλλαγή της σημερινής κατάστασης. Την Παρασκευή αποφασίστηκε η μεταφορά του ΕΙΥΑΠΟΕ στην Κομοτηνή. Ενδιαφέρον παρουσιάζει ωστόσο το παρασκήνιο που είχε προηγηθεί.


Ενα από τα βασικότερα θέματα, που τελεί υπό άμεση διερεύνηση, αφορά τώρα την εποπτεία του Ιδρύματος. Σήμερα το ΕΙΥΑΠΟΕ βρίσκεται στην Αθήνα και εποπτεύεται από τον αναπληρωτή υπουργό Εξωτερικών κ. Γ. Παπανδρέου. Τους τελευταίους μήνες, ωστόσο, ο υπουργός Μακεδονίας – Θράκης κ. Φ. Πετσάλνικος είχε εκφράσει την επιθυμία να μεταφερθεί το ΕΙΥΑΠΟΕ στη Θεσσαλονίκη και να τεθεί στις αρμοδιότητες του υπουργείου του.


Το γεγονός αυτό δεν πέρασε απαρατήρητο από τα αρμόδια στελέχη του υπουργείου Εξωτερικών, καθώς ανοιχτά πλέον ακούνε στελέχη του υπουργείου Μακεδονίας – Θράκης να αξιώνουν κατά τη διάρκεια κυβερνητικών συσκέψεων τη μετακόμιση του ΕΙΥΑΠΟΕ ή τη διάλυσή του.


«Το θέμα της μεταφοράς έδρας του ΕΙΥΑΠΟΕ έχει, σταδιακά, αναχθεί σε κυρίαρχο, κυρίως από παράγοντες και φορείς εκτός Ιδρύματος», επισημαίνεται σε πρόσφατη αναφορά που συνέταξαν για το θέμα στελέχη του υπουργείου Εξωτερικών.


Κατά την άποψή τους, ωστόσο, «δεν αποτελεί ουσιώδες θέμα, δεδομένου ότι το Διοικητικό Συμβούλιο δύναται να συνεδριάζει οπουδήποτε, και βεβαίως υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εδρεύει στην Αθήνα, όπου ευρίσκεται όλος ο κρατικός μηχανισμός. Υπό αυτή την έννοια, η μεταφορά της έδρας του Ιδρύματος αποτελεί περισσότερο σύνθημα παρά αίτημα».


Τη θέση αυτή εξέφρασε με επιστολή του στον Πρωθυπουργό ο κ. Παπανδρέου, στα τέλη Μαρτίου. «Η μεταφορά της έδρας θα δημιουργήσει αναβρασμό στο προσωπικό, ενώ η εμμονή στη μεταφορά της δεν έχει ανιχνευθεί», τονίζει ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών και εξηγεί: «Υποθέτω ότι σχετίζεται περισσότερο με συσχετισμούς ισορροπιών διαφόρων συντελεστών και παραγόντων, παρά μια ουσιαστική θέση επί του θέματος».


Από την πλευρά τους, υπηρεσιακοί παράγοντες του υπουργείου Μακεδονίας – Θράκης υπογραμμίζουν ότι η λειτουργία του ΕΙΥΑΠΟΕ έχει καταστεί προβληματική, καθώς, όπως υποστηρίζουν, δεν κατάφερε να αντεπεξέλθει στα αυξημένα καθήκοντά του που σχετίζονται με την υποδοχή, την αποκατάσταση και την ένταξη των ομογενών που παλιννόστησαν από τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ενωσης.


Πέραν τούτου, αρμόδια στελέχη του υπουργείου Μακεδονίας – Θράκης υπενθυμίζουν ότι στη Βόρεια Ελλάδα έχει εγκατασταθεί η πλειονότητα των Ποντίων που ήρθαν στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια από τις Δημοκρατίες της πρώην Σοβιετικής Ενωσης. Κατά τη γνώμη τους η μεταφορά του Ιδρύματος στη Θεσσαλονίκη και η εποπτεία του από τον υπουργό Μακεδονίας – Θράκης αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την ουσιαστική παρακολούθηση και επίσπευση των προγραμμάτων στέγασης και επαγγελματικής κατάρτισης που βρίσκονται σε εξέλιξη τα τελευταία χρόνια στη Θράκη. Αν κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό, κατά την άποψη των ίδιων υπηρεσιακών παραγόντων, θα ήταν σκόπιμο η κυβέρνηση να προχωρήσει στο κλείσιμο του ΕΙΥΑΠΟΕ και στη δημιουργία ενός νέου ευέλικτου οργανισμού.


Στις εν λόγω θέσεις των στελεχών του υπουργείου Μακεδονίας – Θράκης, υπηρεσιακοί παράγοντες του υπουργείου Εξωτερικών αντιτείνουν με τη σειρά τους ότι θα μπορούσε να μεταφερθεί στη Θράκη όλος ο μηχανισμός του Ιδρύματος, ο οποίος διασφαλίζει την άμεση υλοποίηση των στόχων του, και να ενεργοποιηθεί η Γενική Διεύθυνση Βορείου Ελλάδος, με έδρα την Κομοτηνή.


Στη διελκυστίνδα των διεκδικήσεων για τον έλεγχο του ΕΙΥΑΠΟΕ, τα αντίπαλα μέρη δεν είναι μόνο δύο. Κατά καιρούς εναλλάσσονται.


Ενα τρίτο μπλοκ, που μάχεται για τον επανακαθορισμό των δεδομένων, απαρτίζεται από τις τοπικές αρχές της Κομοτηνής. Βουλευτές, εκπρόσωποι της τοπικής αυτοδιοίκησης και ποντιακά σωματεία ζητούν τη μεταφορά του Ιδρύματος στην Κομοτηνή, καθώς βλέπουν να υλοποιείται «μία πολιτική γι’ αυτούς, αλλά χωρίς αυτούς».


Προς επίρρωσιν των απόψεών τους, μάλιστα, υπενθυμίζουν ότι αυτές τις υιοθετεί και ο Πρωθυπουργός, ο οποίος προεκλογικά είχε εξαγγείλει ότι η έδρα του ΕΙΥΑΠΟΕ θα μεταφερθεί στην Κομοτηνή, κάτι το οποίο και έπραξε την περασμένη Παρασκευή. Τους οδήγησαν σε νέα προσφυγιά


ΖΟΦΕΡΗ είναι η εικόνα που παρουσιάζει το ΕΙΥΑΠΟΕ. Ελλειψη σχεδιασμού, χαμηλή παραγωγικότητα και λανθασμένες επιλογές καταλογίζουν στη διοίκηση του Ιδρύματος στελέχη του υπουργείου Εξωτερικών.


Αναφερόμενος στο θέμα αυτό ο μέχρι πρότινος πρόεδρος του ΕΙΥΑΠΟΕ κ. Γιώργος Ιακώβου, επιρρίπτει ευθύνες στην κυβέρνηση, τονίζοντας προς «Το Βήμα»: «Η πολιτεία δεν έδωσε αυτή τη δυνατότητα στο Ιδρυμα. Με ποιον τρόπο θα έκανε το ΕΙΥΑΠΟΕ προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης, όταν έλαβε από τα αρμόδια υπουργεία μόνο 54 εκατομμύρια δραχμές. Σε σύνολο οκτώ δισεκατομμυρίων δραχμών, που δόθηκαν για τα εν λόγω προγράμματα, στη Θράκη πήγαν μόνο 500 εκατομμύρια και από αυτά μόνο τα 150 εκατομμύρια διαχειρίστηκαν δημόσιοι οργανισμοί, όπως το ΕΙΥΑΠΟΕ, το ΕΛΚΕΠΑ και ο ΟΑΕΔ».


Εντονη κριτική ασκείται και για τις τοποθεσίες, στη Θράκη, που επέλεξε το ΕΙΥΑΠΟΕ για την κατασκευή οικισμών. Οι απομονωμένες τοποθεσίες ­ γκέτο τις χαρακτήρισε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κ. Δημήτρης Ρέππας ­ και η έλλειψη θέσεων εργασίας οδήγησαν τους Ποντίους σε μία ακόμη προσφυγιά: αναζήτησαν την τύχη τους στα μεγάλα αστικά κέντρα της Ελλάδας και του εξωτερικού.


Το σημαντικότερο θέμα, εν τούτοις, σχετίζεται με τη διακοπή της εισροής των χρημάτων από το δάνειο, ύψους 75 δισ. δραχμών, που είχε εξασφαλίσει το ελληνικό κράτος από το Ταμείο Κοινωνικής Αποκατάστασης του Συμβουλίου της Ευρώπης (ΤΚΑΣΕ). Η μη τήρηση των προϋποθέσεων που είχαν τεθεί για τη σταδιακή εξασφάλιση των απαραίτητων κονδυλίων οδήγησε στη διακοπή του δανείου, το οποίο αποτελούσε τον τροφοδότη του κατασκευαστικού προγράμματος του ΕΙΥΑΠΟΕ. Για τις αιτίες της δυσπραγίας που παρουσιάστηκε στην απορροφητικότητα του δανείου, οι απόψεις διίστανται. Στελέχη των υπουργείων Εξωτερικών και Οικονομικών επισημαίνουν ότι με υπαιτιότητα του ΕΙΥΑΠΟΕ σταμάτησε η ροή των χρημάτων του ΤΚΑΣΕ. «Δεν τήρησαν τις συμφωνίες που είχαν τεθεί ως προϋπόθεση για τη χρηματοδότηση του δανείου. Ενώ απαράβατος όρος ήταν η κατασκευή κατοικιών, το ΕΙΥΑΠΟΕ προχώρησε στην εκμίσθωση ή στην αγορά νέων κατοικιών».


Ο κ. Ιακώβου δίνει τη δική του εκδοχή. «Δεν ήταν στις αρμοδιότητες του Ιδρύματος ο χειρισμός του δανείου, αλλά στην ευθύνη των αρμοδίων υπουργείων. Η εκμίσθωση και η αγορά έτοιμων κατοικιών δεν συνδέεται με τη διακοπή του δανείου. Σε αυτά τα προγράμματα προχωρήσαμε γιατί έπρεπε να λύσουμε άμεσα το πρόβλημα στέγασης των Ποντίων, οι οποίοι είχαν εγκατασταθεί προσωρινά σε χώρους υποδοχής. Είναι προφανές ότι το αρμόδιο υπουργείο Οικονομικών ήθελε να κάνει περικοπές και σε αυτό το θέμα».