Γεννήθηκε στις 13 Απριλίου 1963 στο Μπακού του Αζερμπαϊτζάν, μια πόλη που τότε ήταν πολυεθνική και στην οποία οφείλει, όπως ο ίδιος έχει εκμυστηρευθεί, την πορεία που πήρε στη ζωή του. Ο Γκάρι Κασπάροφ πιστεύει ότι, αν είχε γεννηθεί αλλού, δεν θα είχε καταλήξει να ασχοληθεί με το σκάκι: «Υπήρχε κάτι το κοσμοπολίτικο στο Μπακού. Υπήρχαν άνθρωποι που έκαναν ό,τι κάνουν όλοι οι άνθρωποι που ζουν σε μια πόλη απ’ όπου περνάει κάθε καρυδιάς καρύδι. Υπήρχαν λέσχες όπου μαζεύονταν άνθρωποι και έπαιζαν μπριτζ, σκάκι, μπιλιάρδο. Το σκάκι υπήρχε στη ζωή της πόλης».


Οπως συνήθως συμβαίνει με όλους τους μεγάλους σκακιστές, ο Γκάρι Κασπάροφ έμαθε τις πρώτες κινήσεις από κάποιον συγγενή του. Στον Κασπάροφ τα πρώτα πιόνια μετακίνησε ο πατέρας του, ο Κιμ Μοϊσέγεβιτς Βάινσταϊν. Ηταν απόγευμα όταν οι γονείς του προσπαθούσαν, χωρίς επιτυχία, να λύσουν ένα πρόβλημα στην εφημερίδα. Το επόμενο πρωινό, όταν ο Γκάρι ξύπνησε, τους υπέδειξε τη σωστή λύση. Ηταν μόλις έξι ετών και ύστερα από λίγους μήνες κέρδισε τον πατέρα του σε μια παρτίδα σκάκι. Οι αναμετρήσεις τους κράτησαν ελάχιστα καθώς ο πατέρας τού Γκάρι Κασπάροφ (μηχανικός το επάγγελμα) πέθανε σε ηλικία μόλις 39 ετών (η ηλικία που έχει τώρα ο Κασπάροφ) από καρκίνο. Ο Γκάρι ήταν τότε 7 ετών. Στην ηλικία των 12 ετών άλλαξε το επίθετό του. Διότι το κανονικό του ονοματεπώνυμο ήταν Γκάρι Βάινσταϊν. Το παιδί-θαύμα από το Μπακού του Αζερμπαϊτζάν ήταν μισός εβραίος, από τον πατέρα του, και μισός Αρμένιος, από τη μητέρα του. Το επίθετο Κασπάροφ είναι της μητέρας του Κλάρας (ηλεκτρολόγος – μηχανολόγος το επάγγελμα) και το διάλεξε γιατί μεγάλωνε με την οικογένειά της. Η Κλάρα Κασπάροφ είχε φθάσει να γίνει επικεφαλής ερευνήτρια σε ινστιτούτο του Μπακού, όταν, το 1981, αποφάσισε να ασχοληθεί αποκλειστικά με την καριέρα του γιου της. Από το 1984 και μετά, όταν της επέτρεψαν να ακολουθεί τον γιο της στο εξωτερικό, έγινε η σκιά του.


Ο Γκάρι Κασπάροφ άρχισε να φοιτά στη σχολή του Μιχαήλ Μποτβίνικ (ο πρώτος σοβιετικός παγκόσμιος πρωταθλητής στο σκάκι μετά τον πόλεμο) όταν έγινε 10 χρόνων και, ενώ ήταν πολύ καλός και στην άλγεβρα, η μητέρα του δεν τον άφησε να ασχοληθεί με αυτήν. Πίστευε ότι δεν θα τα έβγαζε πέρα με δύο τόσο απαιτητικούς τομείς και τον προέτρεψε να ασχοληθεί παράλληλα με το σκάκι και με τη φιλολογία για να αποκτήσει παιδεία. Στη σχολή του Μιχαήλ Μποτβίνικ ο Κασπάροφ διδάχθηκε το σύγχρονο σκάκι. Συναντούσε τον μέντορά του για δύο-τρεις εβδομάδες τον χρόνο και τα υπόλοιπα γίνονταν δι’ αλληλογραφίας. Στις 9 Νοεμβρίου 1985 ο Γκάρι δεν ήταν παρά 22 ετών και είχε γίνει παγκόσμιος πρωταθλητής. Εκτοτε συνέχισε να απασχολεί την κοινή γνώμη είτε με την καθολική επικράτησή του στο σκάκι είτε όταν χώριζε με την πρώτη σύζυγό του, με την οποία απέκτησε και παιδί, είτε όταν έχανε από τον περίφημο Deep Blue της ΙΒΜ είτε όταν το πλήθος τον αποδοκίμαζε στη Μόσχα ενώ εκφωνούσε λόγο με την προοπτική ίδρυσης πολιτικού κόμματος.


Το μεγάλο στοίχημα που έχει βάλει τώρα με τον εαυτό του ο Κασπάροφ είναι να κερδίσει τους διαδόχους του. «Θέλω να γίνω ο μοναδικός αθλητής στον κόσμο σε όλα τα αθλήματα που θα έχει νικήσει τη γενιά που τον διαδέχεται». Στα 39 του χρόνια ο στόχος αυτός μπορεί να είναι ίσως πολύ δύσκολος. Οι ειδικοί θεωρούν ότι στα 40 οι σκακιστές αρχίζουν την κάθοδο αλλά ο Κασπάροφ ευελπιστεί ότι δεν ισχύουν για όλους οι κανόνες αυτοί. Πριν από δύο χρόνια γεύθηκε ξανά την ήττα σε ματς (με εξαίρεση την ήττα του από μηχανή, από τον περίφημο Deep Blue, το 1997) από τον Βλαντίμιρ Κράμνικ και προκάλεσε μεγάλη αίσθηση καθώς κέρδιζε συνέχεια από το 1985, οπότε είχε επικρατήσει επί του Καρπόφ. Μεμονωμένες παρτίδες έχανε κατά καιρούς στα τουρνουά που έπαιζε αλλά ματς ποτέ.


Εκτοτε ο Κασπάροφ άλλαξε στάση. Ο άνθρωπος που είχε αφήσει τους κόλπους της FIDE διαφωνώντας με τις επιλογές της και βασισμένος στο αυξημένο κύρος του είχε δημιουργήσει χωριστό Παγκόσμιο Πρωτάθλημα αποφάσισε να ρίξει νερό στο κρασί του. Από τη στιγμή που ηττήθηκε από τον Κράμνικ στο ματς του Λονδίνου το 2000 το σκηνικό διαφοροποιήθηκε εντελώς οδηγώντας το σκάκι σε πλήρη αναρχία: ο Κράμνικ ήταν παγκόσμιος πρωταθλητής του «κύκλου Κασπάροφ», ο Ανάντ πρώτα και ο Πονομαριόφ κατόπιν παγκόσμιοι πρωταθλητές της FIDE και ο Κασπάροφ Νο 1 (από το 1984, με εξαίρεση ένα εξάμηνο του 1997 που ισοβάθμησε με τον Κράμνικ) σταθερά στην παγκόσμια κατάταξη. Το 2003 θα γίνει η ανάδειξη του οριστικού παγκόσμιου πρωταθλητή με αντιπάλους τους νικητές των δύο (της FIDE και του Κασπάροφ) και εκεί ο Γκάρι θα επιδιώξει να κερδίσει τους διαδόχους του.