Δ ιάτρητη και αμαρτωλή αποδεικνύεται η υπ΄ αριθμόν 3822 υπουργική απόφαση με την οποία, στις 25 Ιανουαρίου 2005, ο τότε υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Ευ. Μπασιάκος ενέκρινε την παραχώρηση μεγάλων φιλέτων γης στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου με αντάλλαγμα τις παραλίμνιες εκτάσεις της Βιστωνίδας, την κυριότητα των οποίων διεκδικούσε η ιστορική μονή του Αγίου Ορους. Τα στοιχεία που συνηγορούν στην αμφισβήτηση της εγκυρότητας της εν λόγω υπουργικής απόφασης δεν σχετίζονται με τις ομολογουμένες εντυπωσιακές διαπιστώσεις του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Γ.Σανιδά για τις επιλήψιμες «πράξεις και παραλείψεις» των κορυφαίων στελεχών των διοικητικών αρχών αλλά με τις ενέργειες και τις μεθοδεύσεις του… παραπλανηθέντος τέως υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης.

Παραπλανήθηκε πράγματι ο κ. Μπασιάκος, αποδεχόμενος τις εισηγήσεις των μελών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Κτημάτων και Ανταλλάξιμης Περιουσίας, όπως πιθανολογεί ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ή όχι; Ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι ο καθ΄ ύλην αρμόδιος υπουργός έπεσε θύμα των σχετικών γνωμοδοτήσεων που αναγνώριζαν τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα της ιστορικής Μονής του Αγίου Ορους στη λίμνη Βιστωνίδας, ο κ. Μπασιάκος θα έπρεπε να γνωρίζει τα όρια των αρμοδιοτήτων του και τις νομοθετικές εξουσίες που είχε.

Προς τι ο λόγος; Ενώ ο κ. Μπασιάκος ήξερε ότι δεν μπορούσε να εγκρίνει τις παραχωρήσεις δημοσίων εκτάσεων στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου με την έκδοση μιας απλής υπουργικής απόφασης αλλά αποκλειστικά και μόνο με την κατάθεση σχετικού νομοσχεδίου στη Βουλή προς ψήφιση, δεν δίστασε να προχωρήσει στην έκδοση της αμαρτωλής απόφασης.

Αυτό προκύπτει από την ανάγνωση της περίφημης απόφασης 111/2000 της Ολομέλειας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους η οποία έκρινε ότι η Ιερά Μονή Βατοπαιδίου δεν είχε δικαιώματα κυριότητας επί των παραλίμνιων εκτάσεων της Βιστωνίδας, συνολικής έκτασης 27.000 στρεμμάτων, παρά μόνο σε έκταση μικρότερη των 300 στρεμμάτων την οποία κληροδότησε περί τα τέλη της δεκαετίας του 1950 στην ιστορική μονή του Αγίου Ορους «ο βατοπαιδινός μοναχός Ιγνάτιος Λαμπάκης»!

«Παρέχεται η δυνατότητα παραχώρησης της διαχείρισης της λίμνης Βιστωνίδας στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου με νομοθετική ρύθμιση και όχι με απλή απόφαση του υπουργού Γεωργίας,δεδομένου ότι η συνδέουσα το ελληνικό Δημόσιο και την Ιερά Μονή σύμβαση αποδυναμώθηκε με νομοθετικές ρυθμίσεις και όχι με υπουργική απόφαση» αναφέρεται στην απόφαση που έλαβε στις 18 Φεβρουαρίου 2000 η Ολομέλεια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

Σαν να μην έφθανε αυτό, τέσσερα χρόνια αργότερα, στις 9 Δεκεμβρίου 2004, τη συγκεκριμένη απόφαση της Ολομελείας του Νομικού Συμβουλίου «αγνόησαν προκλητικά», όπως κατήγγειλε ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου κ. Γ. Σανιδάς, τα μέλη του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Κτημάτων και Ανταλλάξιμης Περιουσίας και- ω, του θαύματος!- ακόμη και τα μέλη του Δ΄ Τμήματος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

Τόσο οι «μεν» όσο και οι «δε», όπως επεσήμανε ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, «αγνόησαν προκλητικά την υπ΄ αριθμ. 111/200 απόφαση της Ολομελείας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους η οποία εδέχθη ότι η λίμνη Βιστωνίδα είναι κοινόχρηστο πράγμα,ότι δεν είχε επ΄ αυτής δικαίωμα κυριότητας η Μονή Βατοπαιδίου και ότι έχει παραχωρηθεί μόνο η εκμετάλλευση αυτής και του ιχθυοτροφείου» . Με αυτόν τον τρόπο εννέα στελέχη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους προσέφεραν στον τότε υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και στα ενδιαφερόμενα στελέχη της κυβέρνησης την καλύτερη δυνατή κάλυψη για τη διευθέτηση της αμαρτωλής συμφωνίας που θα κάνει πλουσιότερη κατά εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ τη Μονή Βατοπαιδίου και αναλόγως φτωχότερη την ελληνική πολιτεία.

Για τους λόγους αυτούς ο κ. Σανιδάς δεν δίστασε να προβεί σε ιδιαιτέρως απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς για τα στελέχη των διοικητικών αρχών, τα οποία με τις γνωμοδοτήσεις τους «έβλαψαν τα συμφέροντα του Δημοσίου». Προς τούτο ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζήτησε να διερευνηθεί αν τα μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους άσκησαν πλημμελώς τα καθήκοντά τους «λόγω ραθυμίας και αδιαφορίας ή ενσυνείδητων επιλογών εν γνώσει της βλάβης των συμφερόντων του Δημοσίου και προς όφελος της Μονής Βατοπαιδίου».

Στο στόχαστρο της εισαγγελικής έρευνας αναμένεται να βρεθούν τα μέλη του Δ΄ Τμήματος τα οποία το 2004 ενέκριναν την επίμεμπτη συμφωνία, δηλαδή οι κκ. Γρ.Κρόμπας, Ι. Πετρόπουλος, Δ. Παπαγεωργόπουλος, Κρίτων Μανωλής, Βασ.Κοντόλαιμος,Χρ.Μπότσιος, Γ.Λάζος και Ηλ.Δροσογιάννης. Ποικίλα σχόλια και ερωτήματα γεννά ωστόσο το γεγονός ότι πέντε από τα προαναφερόμενα μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους υπήρξαν μέλη και της Ολομελείας και του Δ΄ Τμήματος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους γνωμοδοτώντας υπέρ του Δημοσίου την πρώτη φορά και υπέρ της Ιεράς Μονής Βατοπαιδίου τη δεύτερη, αναιρώντας εαυτούς και άροντας τις υπογραφές τους.

Στη δίνη του κυκλώνα αναμένεται να βρεθούν επίσης τα μέλη του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Κτημάτων και Ανταλλάξιμης Περιουσίας, καθώς και οι ορκωτοί εκτιμητές που εκτίμησαν τα προς ανταλλαγή ακίνητα, «βλάπτοντας τα συμφέροντα του ελληνικού Δημοσίου» και παραπλανώντας τους αρμόδιους υπουργούς της κυβέρνησης.