mpitsi@dolnet.gr


Τα αστικά λύματα «πνίγουν» τις θάλασσες, τα ποτάμια και τις λίμνες της χώρας με το επικίνδυνο φορτίο τους καθώς σε πολλές πόλεις καθυστερεί η κατασκευή των εγκαταστάσεων επεξεργασίας τους. Ακόμη και οι υφιστάμενοι βιολογικοί καθαρισμοί όμως σε πολλές περιπτώσεις υπολειτουργούν ή δεν λειτουργούν καθόλου. Αλλωστε το ενδιαφέρον τόσο της κεντρικής διοίκησης όσο και της τοπικής αυτοδιοίκησης σταματά μόλις κατασκευαστούν οι μονάδες και μετά… «ας ρημάξουν». Πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έλαβε απόφαση για την παραπομπή της Ελλάδας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο λόγω της μη συμμόρφωσης της χώρας μας με την τελική προθεσμία (1998) εγκατάστασης μονάδας τριτογενούς επεξεργασίας λυμάτων για την περιοχή της Ελευσίνας. Η παραπομπή θα μπορούσε να αφορά και άλλες 11 περιοχές κοντά σε ευαίσθητα οικοσυστήματα όπου δεν υπήρξε συμμόρφωση με τις κοινοτικές οδηγίες και τις δεσμευτικές ημερομηνίες.


Ηδη από το 1998 θα έπρεπε να έχουν ολοκληρωθεί οι εγκαταστάσεις τριτοβάθμιας επεξεργασίας σε 16 ελληνικές πόλεις άνω των 10.000 κατοίκων που βρίσκονται σε ευαίσθητες περιοχές. Οι πόλεις όμως που το 1998 είχαν συμμορφωθεί με την οδηγία ήταν μόλις τέσσερις!


Η συνήθης δικαιολογία των ελλήνων αρμοδίων είναι ότι το 1998 τα ποσοστά συμμόρφωσης ήταν εξίσου μικρά και σε άλλα κράτη-μέλη, όπως το Βέλγιο, η Πορτογαλία, η Φινλανδία και η Σουηδία! Επειδή όμως η σύγκριση συνήθως γίνεται με το καλύτερο… αξίζει να σημειωθεί ότι στην Αυστρία την ίδια χρονιά λειτουργούσαν 24 από τις 25 εγκαταστάσεις και στη Δανία 123 από τις 125.


Το Εργαστήριο Υγειονομικής Τεχνολογίας του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου παρακολουθεί τον τελευταίο χρόνο την εφαρμογή της οδηγίας 91/271 για την προστασία των υδάτινων συστημάτων που αποτελούν αποδέκτες λυμάτων και καταγράφει τη σχεδίαση, την κατασκευή και τη λειτουργία των εγκαταστάσεων επεξεργασίας αστικών λυμάτων (ΕΕΛ) της χώρας για λογαριασμό του ΥΠΕΧΩΔΕ. Σύμφωνα με τον διευθυντή του Εργαστηρίου καθηγητή κ. Ανδρέα Ανδρεαδάκη, σήμερα, έστω και καθυστερημένα, στην Ελλάδα έχουν ολοκληρωθεί οι 12 τριτοβάθμιοι βιολογικοί καθαρισμοί σε περιοχές που βρίσκονται κοντά σε ευαίσθητους αποδέκτες (όπως ο Αμβρακικός Κόλπος, το στενό της Λευκάδας, το δέλτα του Εβρου, ο Αχελώος, ο Λούρος, η Βόλβη κ.ά.). Ακόμη δεν έχουν τελειώσει οι εγκαταστάσεις στο Θριάσιο, στα Γρεβενά, στο Κιλκίς και στη Θήβα.


Στην Ψυττάλεια το περασμένο καλοκαίρι ξεκίνησε τροποποίηση των εγκαταστάσεων ώστε να γίνεται τριτοβάθμια επεξεργασία στα αστικά λύματα του λεκανοπεδίου. «Αναμένεται ότι οι εργασίες θα έχουν ολοκληρωθεί ως το τέλος του χρόνου» υποστηρίζει η κυρία Αναστασία Λαζάρου από το ΥΠΕΧΩΔΕ. Ως τότε στην Ψυττάλεια θα συνεχίσει να λειτουργεί ο πρωτοβάθμιος βιολογικός καθαρισμός. Δηλαδή, σήμερα από τα αστικά λύματα που καταλήγουν στον Σαρωνικό Κόλπο απομακρύνεται μόνο το ένα τρίτο του ρυπαντικού φορτίου και περίπου το 50% των στερεών σωματιδίων. «Στο Θριάσιο η κατασκευή του βιολογικού βρίσκεται ακόμη στο στάδιο της μελέτης. Είναι αλήθεια ότι πρόκειται για μια περιοχή που κινδυνεύει με ευτροφισμό και έχουμε καθυστερήσει» παραδέχεται η κυρία Λαζάρου.


Εν τούτοις στα ευαίσθητα υδάτινα οικοσυστήματα τα προβλήματα δεν σταματούν με την κατασκευή των βιολογικών καθαρισμών. Αντίθετα τότε αρχίζουν, αφού οι… σκοτούρες των αρμοδίων σταματούν μόλις οι εγκαταστάσεις ολοκληρωθούν. Η παρακολούθηση της λειτουργίας τους από την κεντρική διοίκηση ή την τοπική αυτοδιοίκηση είναι ουσιαστικά ανύπαρκτη, με αποτέλεσμα, σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου Αθηνών (υπεύθυνος καθηγητής κ. Μιχάλης Σκούλλος), επάνω από το 30% των εγκαταστάσεων να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα λειτουργίας: ανεπάρκεια στη συντήρηση, ελλείψεις στα αναλώσιμα, μη αντιπροσωπευτική δειγματοληψία, προβλήματα στις μεθόδους αναλύσεων κ.ά.


Μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις οι εγκαταστάσεις επεξεργασίας αστικών λυμάτων δεν λειτούργησαν ποτέ. Οπως συνέβη για παράδειγμα στη Σέριφο, όπου ο βιολογικός καθαρισμός ­ ο οποίος ολοκληρώθηκε το 1994 με κοινοτικά και εθνικά κονδύλια ­ είναι παροπλισμένος λόγω αστοχιών στον σχεδιασμό του έργου! Σύμφωνα με τον δήμαρχο Σερίφου κ. Ελευθέριο Παλιό, παρατηρείται εισροή θαλασσινού νερού στο δίκτυο αποχέτευσης και έτσι η μονάδα δεν μπορεί να λειτουργήσει. «Σε όλα τα έργα υπάρχουν κάποιες αστοχίες. Περιμένουμε να έρθει η εταιρεία ύδρευσης και αποχέτευσης να ελέγξει το δίκτυο» λέει ο δήμαρχος.


Σε ό,τι αφορά την επιταγή της οδηγίας 91/271 για παρακολούθηση του τρόπου λειτουργίας και της αποτελεσματικότητας των εγκαταστάσεων επεξεργασίας αστικών λυμάτων έχει δρομολογηθεί στην Ελλάδα η διαδικασία για τη συγκέντρωση στοιχείων των ΕΕΛ που αφορούν ευαίσθητους αποδέκτες. Για όσες εγκαταστάσεις βρίσκονται σε περιοχές με κανονικό αποδέκτη η συλλογή πληροφοριών και η παρακολούθηση της λειτουργίας τους μόλις ξεκινούν.


Σε πόλεις άνω των 15.000 κατοίκων οι οποίες δεν βρίσκονται κοντά σε ευαίσθητα οικοσυστήματα η Ελλάδα όφειλε να έχει ολοκληρώσει εγκαταστάσεις βιολογικής επεξεργασίας ως το 2000. Σήμερα, και πάλι με καθυστέρηση, το ποσοστό ολοκλήρωσης των σχετικών έργων έφθασε το 70%, ποσοστό που αντιστοιχεί μόλις στο 50% του συνολικού πληθυσμού των πόλεων αυτών.


Στους οικισμούς με πληθυσμό από 2.000 ως 15.000 κατοίκους θα πρέπει ως το 2005 να έχουν κατασκευαστεί δίκτυα αποχέτευσης και βιολογικοί καθαρισμοί. Οι μικρότεροι οικισμοί (με λιγότερους από 2.000 κατοίκους) οφείλουν να δημιουργήσουν μικρά ιδιωτικά συστήματα για σωστή επεξεργασία των λυμάτων. Οσοι έχουν ήδη κατασκευάσει δίκτυο αποχέτευσης, σύμφωνα με τον κ. Ανδρεαδάκη, αποτελούν πρακτικά σημειακή πηγή ρύπανσης και εμπίπτουν αυτομάτως στις διατάξεις της οδηγίας για κατασκευή εγκατάστασης επεξεργασίας λυμάτων με «κατάλληλη επεξεργασία».


ΠΩΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΕΙ Οι μικροοργανισμοί-καθαριστές


Ο βιολογικός καθαρισμός χρησιμοποιεί φυσικούς μικροοργανισμούς που υπάρχουν στη φύση οι οποίοι δρουν στα λύματα και τα αποικοδομούν. Οπότε το οργανικό φορτίο ελαττώνεται και δεν καταλήγει στους υδάτινους αποδέκτες (θάλασσα, ποτάμια, λίμνες). Ετσι αποφεύγεται η σήψη, η οποία έχει ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη μικροβίων και άλλων δυσάρεστων επακόλουθων. Επιπλέον μέσα στον βιολογικό καθαρισμό συγκρατούνται και καταβυθίζονται και τα μικρόβια που υπάρχουν στο αρχικό λύμα. Επίσης απομακρύνονται το άζωτο και ο φώσφορος. Σε περίπτωση που υπάρχει σκέψη για επαναχρησιμοποίηση του νερού ­ κάτι που δεν φαίνεται να απασχολεί ακόμη την Ελλάδα, παρ’ ότι τα φαινόμενα λειψυδρίας είναι ιδιαίτερα έντονα ­ απαιτείται περισσότερος εξευγενισμός των λυμάτων και χλωρίωση του νερού.