Έντυπη Έκδοση Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους Ενας εκθεσιακός χώρος όσο τέσσερα γήπεδα ποδοσφαίρου. Αυτή η τάξη µεγέθους δίνει την κλίµακα για ένα µουσείο το οποίο ούτως ή άλλως θα διαθέτει µία από τις πιο προνοµιούχες θέσεις στον κόσµο. Oταν ολοκληρωθεί, το Grand Egyptian Museum θα παρέχει στους επισκέπτες του άπλετη θέα προς ένα από τα σηµαντικότερα µνηµεία του πλανήτη, τις περίφηµες Πυραµίδες της Γκίζας – ανάµεσά τους και εκείνη του Χέοπα, που είναι το µοναδικό σωζόµενο θαύµα του αρχαίου κόσµου. Σε απόσταση µόλις δύο µιλίων από αυτές θα ορθώνει τη δική του – ας την πούµε – τριγωνική µορφή µε παράπλευρες έδρες της σκαληνά τρίγωνα και µία από αυτές έναν φωτοδιαπερατό τοίχο από γυαλί και αλάβαστρο. Αυτή δεν είναι όµως η µοναδική πρωτοτυπία του µουσείου. Για παράδειγµα, όταν ανοίξει, θα γεφυρώνει το υψοµετρικό χάσµα 50 µέτρων ανάµεσα στο υψίπεδο των Πυραµίδων της Γκίζας και στις όχθες του Νείλου και θα στεγάζει το µεγαλύτερο αρχαιολογικό µουσείο του κόσµου. Αρκετά όµως µε τις διαστάσεις και τα µεγέθη. Ο βασικός λόγος που το Grand Egyptian Museum ή Μουσείο της Γκίζας θα γίνει παγκόσµιος προορισµός είναι το µοναδικής ιστορικής αξίας περιεχόµενό του.
Διότι εκεί θα στεγαστούν περί τα 100.000 αντικείµενα, τα 3.500 εκ των οποίων είχαν βρεθεί στην ανασκαφή του τάφου του Τουταγχαµών από τον Βρετανό Χάουαρντ Κάρτερ το 1922. Εκτοτε, µόλις το ένα τρίτο είχε εκτεθεί δηµοσίως στο Αιγυπτιακό Μουσείο του Καΐρου, το οποίο δεδοµένης της παλαιότητάς του (άνοιξε το 1902) δεν είναι το πλέον κατάλληλο για να αναδείξει και να προστατεύσει τις αρχαιότητες. Η µούµια του νεαρού βασιλιά Τουταγχαµών, ο οποίος στέφθηκε βασιλιάς στα οκτώ του χρόνια και πέθανε στα 18, θα παραµείνει στην Κοιλάδα των Βασιλέων στο Λούξορ, όπου βρέθηκε και εκτίθεται σήµερα, δεδοµένου ότι είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη για να µεταφερθεί. Οι επισκέπτες θα µπορούν να εντυπωσιαστούν µε άλλα εκθέµατα, όπως το κολοσσιαίο άγαλµα του βασιλιά Ραµσή Β’, του ισχυρότερου των αιγυπτίων ηγεµόνων. Με 83 τόνους βάρος, εννέα µέτρα ύψος και ηλικία 3.200 ετών, θα συνιστά µία από τις ατραξιόν του µουσείου. Γι’ αυτό άλλωστε µεταφέρθηκε στο νέο του σπίτι µέσα σε έναν ειδικά κατασκευασµένο «νάρθηκα» συνοδεία µπάντας και έφιππης φρουράς.
Ενα φαραωνικό έργο
Η δηµιουργία του µουσείου βρίσκεται στα σκαριά από το 2000. Ηδη από τότε είχε κριθεί επείγουσα η µεταφορά των θησαυρών του αρχαίου αιγυπτιακού πολιτισµού σε έναν νέο χώρο που θα µπορούσε να αποσυµφορήσει το παλιό µουσείο του Καΐρου κοντά στην πλατεία Ταχρίρ. Ενα σύγχρονο µουσείο που θα ήταν σε θέση να προστατεύσει τη µοναδική πολιτιστική κληρονοµιά και παράλληλα να προσελκύσει περισσότερους επισκέπτες µέσα από τη χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας.
Τελικά ο κλήρος για τον σχεδιασµό του έπεσε στους βραβευµένους αρχιτέκτονες Heneghan Peng (hparc) οι οποίοι κέρδισαν τον διεθνή διαγωνισµό που προκηρύχθηκε το 2002 επικρατώντας ανάµεσα σε 1.500 προτάσεις. Πρόκειται για ένα γραφείο που δηµιουργήθηκε από τη Ρόιζιν Χένεγκαν και τον Σι-Φου Πενγκ στη Νέα Υόρκη το 1999 και δραστηριοποιείται από το 2011 στο Δουβλίνο και στο Βερολίνο. Υστερα από αλλεπάλληλες καθυστερήσεις η κατασκευή ξεκίνησε το 2012, ο προϋπολογισµός ξέφυγε από κάθε έλεγχο, καθώς διπλασιάστηκε και έφθασε το 1 δισ. δολάρια, και πλέον, χρόνο τον χρόνο, αναµένεται η ολοκλήρωση του κτιρίου. Σύµφωνα µε πρόσφατα δηµοσιεύµατα, το soft opening υπολογίζεται µέσα στο 2019, αν και οι φωτογραφίες που βλέπουν το φως της δηµοσιότητας δεν συµβαδίζουν τόσο µε αυτή την τόσο αισιόδοξη προοπτική.
Αργά ή γρήγορα όµως το µουσείο θα ολοκληρωθεί και θα αποτελέσει µέρος ενός µεγαλύτερου συµπλέγµατος το οποίο θα περιλαµβάνει επίσης ένα παιδικό µουσείο, ένα µεγάλο κέντρο συντήρησης, χώρους για συνεδριακές και εκπαιδευτικές δραστηριότητες. Στόχος είναι να λειτουργήσει ως µια γερή τονωτική ένεση για την πληγωµένη εθνική οικονοµία η οποία έχει δει το δυνατότερο χαρτί της, τον τουρισµό, να πλήττεται βάναυσα από το 2011 και έπειτα, απ’ όταν δηλαδή η Αραβική Ανοιξη δεν οδήγησε στην αναγέννηση του τόπου αλλά σε µια βαθιά οικονοµική κρίση που έστρεψε την αιγυπτιακή κυβέρνηση στην αγκαλιά του ΔΝΤ το 2016. Βέβαια, ένα χρόνιο πρόβληµα της χώρας είναι και οι τροµοκρατικές επιθέσεις, η τελευταία από τις οποίες είχε στόχο ένα λεωφορείο µε βιετναµέζους τουρίστες σε µικρή απόσταση από τις Πυραµίδες της Γκίζας τον περασµένο Δεκέµβριο.
Ωστόσο παρ’ όλα τα προβλήµατα και τη διάχυτη ανησυχία, ο τουρισµός έχει αρχίσει να δείχνει σηµάδια ανάκαµψης. Το επόµενο στοίχηµα για την αιγυπτιακή κυβέρνηση είναι να κάνει τους πολίτες της να αισθανθούν ότι αυτό το τόσο φιλόδοξο – και κοστοβόρο – πρότζεκτ απευθύνεται και στους ανθρώπους που ζουν στη χώρα και όχι µόνο σε εκείνους που θα την επισκέπτονται περιστασιακά και µέσα και από ένα αεροδρόµιο µε πτήσεις τσάρτερ που αναµένεται να λειτουργήσει κοντά στο µουσείο. Οι αρχαιολόγοι, για παράδειγµα, θεωρούν ότι ανάµεσα στους 10.000 επισκέπτες που υπολογίζεται ότι θα περνούν το κατώφλι του µουσείου καθηµερινά είναι σηµαντικό να περιλαµβάνονται και πολλοί αιγύπτιοι πολίτες και επιστήµονες, και όχι µόνο ξένοι, «προκειµένου η νέα γενιά να µάθει για την ιστορία της, την κληρονοµιά της µε τρόπο που θα την κάνει περήφανη και θα την οδηγήσει να θέλει να τη διαφυλάξει» όπως δήλωνε σε διεθνή Μέσα ο διευθυντής του µουσείου Τάρεκ Ταουφίκ. «Οι Αιγύπτιοι νιώθουν ότι αξίζει η επένδυση» κατέληγε. Για την ώρα, 6.000 εργάτες δουλεύουν πυρετωδώς για την αποπεράτωση του µουσείου, ενώ όταν ολοκληρωθεί «περισσότεροι από 15.000 θα επωφελούνται έµµεσα από τις δραστηριότητές του».