Πίσω από το επιτυχημένο franchise ταινιών του Τζέιμς Μποντ βρίσκονται πολλές γυναίκες. Γυναίκες ωραίες, μοιραίες, επικίνδυνες, σατανικές, αφελείς ή εξαιρετικής νοημοσύνης. Εκείνο που τις ενώνει, παρά τις φαινομενικές τους διαφορές, είναι η αδυναμία τους για τον γοητευτικό πράκτορα, ο οποίος κάθε, μα κάθε φορά καταφέρνει να τις κατακτά ακόμα και όταν όλοι οι οιωνοί είναι εναντίον του. Αρκεί να πούμε ότι όταν ανατέθηκε στον βρετανό συγγραφέα Ρόαλντ Νταλ να γράψει το σενάριο για την ταινία «Ζεις μονάχα δυο φορές» (1967), η οδηγία που πήρε ήταν να χρησιμοποιήσει τρία Bond Girls. Η πρώτη θα πέθαινε στην αγκαλιά του Μποντ νωρίς στην ταινία, η δεύτερη θα ήταν μια κακοποιός την οποία αποπλανεί αλλά τελικά εκείνη σκοτώνεται με κάποιον αποκρουστικό τρόπο, ενώ η τρίτη θα κατάφερνε να ζήσει ως το τέλος της ταινίας. Το ότι θα ήταν πανέμορφη, σέξι και διακοσμητική δεν χρειαζόταν καν να αναφερθεί, ήταν κάπως αυτονόητο.

Γατούλες, ύαινες και διπλοί πράκτορες

Κάπως έτσι χτίστηκε το brand των Βond Girls, αν και τελικά στο καστ παρεισέφρεαν και ιδιαίτερα δυναμικοί γυναικείοι χαρακτήρες. Μέχρις ότου σταδιακά, εκεί στα 90s – όταν τον μανδύα του μυστικού πράκτορα φόρεσε ο Τίμοθι Ντάλτον -, το είδος μετεξελίχθηκε σε Βond Women. Δηλαδή σε γυναίκες αυτάρκεις, αυτόνομες και πιο σοφιστικέ – ποιος ξεχνάει την τσελίστρια της Μάριαμ Ντ’ Αμπο στην ταινία «Με το δάχτυλο στη σκανδάλη» (1987) -, οι οποίες ήξεραν να παίζουν το παιχνίδι της γοητείας στα ίσα, όπως η Παμ Μπουβιέ της Κάρεϊ Λόουελ («Προσωπική εκδίκηση», 1989), για να καταλήξουν βέβαια να γίνουν ένα είδος αναλώσιμο, όπως τα αυτοκίνητα του υπερ-πράκτορα. H σκλαβωμένη, εξωτική Λούπε Λαμόρα της Ταλίσα Σότο στην ίδια ταινία αντιστάθμιζε το female empowerment για να μην ξεχνιόμαστε ότι βρισκόμαστε στο σύμπαν του Ιαν Φλέμινγκ. Θα περιμέναμε χρόνια για να μπορούμε να δούμε μια – μαύρη – γυναίκα να κληρονομεί τον σειριακό αριθμό «007» μετά την απόσυρση του Μποντ, την περίφημη Νόμι της Λασάνα Λιντς στο πρόσφατο «No Time to Die» (2021), ή μια Bond Woman ως τέλειο ταίρι του όχι μόνο να μη βρίσκει τραγικό θάνατο, αλλά να επανέρχεται σε δεύτερη ταινία: τη Λεά Σεϊντού ως Μάντελεν Σουόν στο «Spectre» (2015) και στο «No Time to Die». Είναι κάτι που δεν συνέβη ποτέ για τη Μαλαισιανή Μισέλ Γιέο ως Wai Lin στην ταινία «Το αύριο ποτέ δεν πεθαίνει» (1997), παρ’ όλο που η εντυπωσιακή – Κινέζα στην ταινία – κατάσκοπος έκανε τόπι στο ξύλο τους αντιπάλους της και είχε χαρακτηριστεί ως ο «θηλυκός Μποντ» από τον συμπρωταγωνιστή της Πιρς Μπρόσναν. Να δούμε αν θα συμβεί ό,τι και με τη Σεϊντού για την αγαπημένη μας Ανα ντε Αρμας, η οποία έκλεψε την παράσταση στα πέντε λεπτά σκηνών της που προβλήθηκαν στην ταινία «No Τime to Die», όπου ως μυστική πράκτορας συνδράμει τον Ντάνιελ Κρεγκ σε ένα θεαματικό πιστολίδι περιφέροντας βεβαίως ένα αβυσσαλέο ντεκολτέ. «Αυτό που χρειάζεται το franchise του 007 δεν είναι η ανατροπή των ρόλων, δηλαδή να γίνει γυναίκα ο Τζέιμς Μποντ, αλλά να αποκτήσουν περισσότερο βάθος και ουσία οι γυναικείοι χαρακτήρες» δήλωνε μετά τα γυρίσματα της ταινίας.

Η Εύα Γκριν μάλλον δεν έχει την ίδια ακριβώς άποψη, καθώς χάρη στον δικό της ρόλο, εκείνον της double agent Βέσπερ Λιντ στο «Casino Royale» (2006), έχει χαρακτηριστεί μία από τις καλύτερες Bond Women, η γυναίκα που κάνει τον άστατο πράκτορα να θελήσει να παραιτηθεί από τη ΜI6 προκειμένου να κάνει ένα νέο ξεκίνημα μαζί της, κάτι που βεβαίως δεν θα συμβεί. Ηταν αναπόφευκτο για τον Μποντ να πέσει θύμα της γοητείας της όταν εκείνη κατάφερνε να δει στα μύχια της ψυχής του, λέγοντάς του λόγια όπως: «Κρίνοντας από το κόψιμο του κοστουμιού σου, πήγες σχολείο στην Οξφόρδη ή σε κάποιο συναφές ίδρυμα. Φυσικά θεωρείς ότι όλοι ντύνονται έτσι. Αλλά φοράς τα ρούχα σου με τόσο σνομπισμό, οπότε υποθέτω ότι δεν γεννήθηκες μέσα στα λεφτά και ότι οι φίλοι σου στο σχολείο δεν σου επέτρεψαν ποτέ να το ξεχάσεις. Πράγμα που σημαίνει ότι βρέθηκες σε αυτό το σχολείο χάρη στη φιλανθρωπία κάποιου άλλου: γι’ αυτό και εκδηλώνεις πικρία απέναντι σε όλους. Και αφού ο πρώτος σου συνειρμός αναφορικά με το άτομό μου ήταν να σκεφτείς ότι είμαι «ορφανό», αυτό ακριβώς θα έλεγα ότι είσαι εσύ».

 

Οταν δεν υπήρχε #ΜeΤoo

Bέβαια τα πράγματα δεν ήταν πάντα έτσι και ο σεξισμός ήταν άρρηκτα συνδεδεμένος με τα περισσότερα Βond Girls. Αρκεί να θυμηθούμε ότι στο franchise υπήρξαν ηρωίδες υποτίθεται ικανές για έντονη δράση, αλλά με ονόματα που υπονόμευαν τη χροιά του δυναμισμού τους. Μέγα παράδειγμα η Pussy Galore (βέβαια, εδώ υπήρξε ταινία με τίτλο «Octopussy»), αλλά και η Christmas Jones. Aυτό δε το τελευταίο έχει ενδιαφέρον γιατί, ενώ παραπέμπει σε κουνελάκι του «Playboy», ανήκει υποτίθεται σε μια πυρηνική φυσικό που έχει τη μορφή της Ντενίζ Ρίτσαρντς. Ακόμα και η ίδια η ηθοποιός διακωμώδησε τον εαυτό της σε επεισόδιο του sitcom «30 Rock» για αυτόν τον χαρακτήρα, στον οποίο ο Πιρς Μπρόσναν ως Μποντ εκστομίζει την αλήστου μνήμης ατάκα: «I thought Christmas only comes once a year» στην ταινία «Ο κόσμος δεν είναι ποτέ αρκετός» (1999). Η δε ηθοποιός που ενσάρκωσε την Pussy Galore, η Ονορ Μπλάκμαν, στην ταινία «Χρυσοδάκτυλος» (1964) έμεινε στην ιστορία ως ο queer χαρακτήρας της υπόθεσης· εξάλλου, σύμφωνα με τις περιγραφές του Ιαν Φλέμινγκ, ήταν αρχηγός μιας οργανωμένης εγκληματικής συμμορίας λεσβιών με έφεση στα ακροβατικά(!), ονόματι Pussy Galore’s Flying Circus. Βέβαια, «βρήκε τον δάσκαλό της» στο πρόσωπο του Σον Κόνερι, ο οποίος την ακινητοποίησε σε έναν αχυρώνα για να την κατακτήσει ερωτικά (έτσι λεγόταν τότε ο βιασμός), όπου βέβαια ακόμα και η queer Pussy δεν μπόρεσε τελικά να αντισταθεί στη γοητεία του, oπότε το αδίκημα δεν καταγράφηκε ποτέ ως τέτοιο. Το έτερο Βond Girl με όνομα-ωδή στον σεξισμό ήταν η Ξένια Ονατοπ, την οποία ενσάρκωσε η Ολλανδή Φάμκε Γιάνσεν στο «GoldenEye» (1995). Η ανελέητη πράκτορας Ξένια την έβγαινε… από πάνω στους άνδρες και τους στραγγάλιζε γλυκά συνθλίβοντάς τους ανάμεσα στα φονικά πόδια της.

«Τα βιβλία μου απευθύνονται σε θερμόαιμους ετεροφυλόφιλους» έγραφε ο Ιαν Φλέμινγκ στο δοκίμιό του με τίτλο «How to Write a Thriller», ένας συγγραφέας ο οποίος υπήρξε και υπέρμαχος της άποψης ότι η ομοφυλοφιλία είναι «πάθηση». Η έμπνευση για τα κορίτσια του Μποντ λέγεται ότι ήταν η ερωμένη του Μιούριελ Ράιτ, η οποία, σύμφωνα με τον βρετανικό Τύπο, αποτέλεσε το πρότυπο του Bond Girl. Ομορφη και αθώα, αθλητική, πλούσια, ανεξάρτητη, δεν απαιτούσε πολλά και υπήρξε απόλυτα αφοσιωμένη στον Φλέμινγκ, τον οποίο άφηνε ελεύθερο να κάνει τις παρασπονδίες του. «Ηταν πολύ καλή για να είναι αληθινή» είχε πει για αυτή ο συγγραφέας, συντετριμμένος από τον χαμό της σε αεροπορική επιδρομή το 1944. Φρόντισε λοιπόν να μείνει ο τύπος της στην αιωνιότητα.

Tα εύσηµα στην κυρία Τρεντς, Σίλβια Τρεντς

Πάντως, και πίσω από την πιο διάσημη ατάκα του 007 κρύβεται μια γυναίκα. To «Μy name is Bond, James Bond» ήρθε ως ανταπάντηση στο πρώτο Bond Girl των ταινιών, τη Γιούνις Γκέισον, η οποία, όταν φλερτάρει ως Σίλβια Τρεντς με τον Σον Κόνερι σε ένα κλαμπ του Λονδίνου στην ταινία «Τζέιμς Μποντ, πράκτωρ 007: Εναντίον Δόκτορος Νο» (1962), συστήνεται ως «Τρεντς, Σίλβια Τρεντς». Η Γκέισον ήταν άτυχη, γιατί η γυναίκα που έμεινε στη μνήμη όλων από τη συγκεκριμένη ταινία είναι η Ελβετίδα Ουρσουλα Αντρες ως αναδυόμενη Honey Ryder (κάτι λέγαμε για την ονοματοθεσία πιο πριν) με το λευκό μπικίνι της και τη μέση-δαχτυλίδι (α, ναι, και με εκείνο το μαχαίρι περασμένο στη ζώνη του μαγιό της). Η μαύρη θεά Χάλι Μπέρι απέτισε τρόπον τινά έναν φόρο τιμής σε εκείνο το θρυλικό μπικίνι με το δικό της πορτοκαλί deux pieces στην ταινία «Πέθανε μια άλλη μέρα» (2002), αλλά προσέδωσε στον ρόλο πολύ περισσότερα, καθώς χαρακτηρίστηκε ως «μια μοντέρνα γυναίκα που βοήθησε στην εξέλιξη των γυναικείων χαρακτήρων στις ταινίες Μποντ». Υπήρξαν βέβαια ρόλοι δυναμικών γυναικών και προτού έρθει στο προσκήνιο η Μπέρι. Ποιος μπορεί να ξεχάσει την ανδρόγυνη Γκρέις Τζόουνς στο «Eπιχείρηση: Κινούμενος στόχος» (1985), η οποία ως σατανική May Day είναι σε θέση ακόμα και να σηκώσει έναν άνδρα πάνω από το κεφάλι της; Οχι ότι γλίτωσε με τη σειρά της την ερωτική σκηνή και το «γήτεμα» από τον Τζέιμς Μποντ. Στη δική της περίπτωση έλαχε να είναι ο Ρότζερ Μουρ, με τον οποίο είχε χείριστη σχέση, εξ ου και όπως λέγεται του έκανε φάρσα με ένα σεξουαλικό παιχνίδι στη διάρκεια της ερωτικής σκηνής τους. Η Καρόλ Μπουκέ ως Μελίνα Χάβελοκ στο «Για τα μάτια σου μόνο» (1981) δεν έχει τις ίδιες ικανότητες στην άρση βαρών, ούτε πετάει φαρμακερές ατάκες. Τα δικά της όπλα είναι η φαρμακερή σιωπή και η βαλλίστρα της, την οποία χρησιμοποιεί για να σκοτώσει τον δολοφόνο των γονιών της. Η Μπουκέ συνάπτει σχέση με τον Μποντ-Μουρ, ο οποίος, όπως είπε αργότερα η ίδια, θα μπορούσε να είναι πατέρας της, καθώς στη διάρκεια των γυρισμάτων εκείνη ήταν 23 χρόνων και εκείνος 53. Τελικά και ο ίδιος ο Μουρ κατάλαβε ότι δεν μπορούσε να συνεχίσει να υποδύεται τον μυστικό πράκτορα που σαρώνει τα πάντα στο πέρασμά του όταν συνειδητοποίησε ότι ήταν πλέον μεγαλύτερος ακόμα και από τη μητέρα της συμπρωταγωνίστριάς του στο «Eπιχείρηση: Κινούμενος στόχος» Τάνια Ρόμπερτς των αγαπητών «Αγγέλων του Τσάρλι».