Σε «προεκλογικό πυρετό» για τη νέα του διοίκηση έχει μπει το αρχαιότερο πανεπιστήμιο της χώρας, με τις ηλεκτρονικές κάλπες του να στήνονται στις 11 Μαΐου. Θα εφαρμοστεί το νέο σύστημα που ψηφίστηκε πέρυσι από την κυβέρνηση και το οποίο προβλέπει την εκλογή έξι εκ των πρωτοβάθμιων καθηγητών του, οι οποίοι και θα αποτελέσουν τη «μαγιά» για τη συγκρότηση του νέου Συμβουλίου του. Για όλα αυτά μας μιλάει ο απερχόμενος πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών Θάνος Δημόπουλος.

 

Συμπληρώνετε 8 χρόνια στη διοίκηση του αρχαιότερου πανεπιστημίου στη χώρα. Πώς θα χαρακτηρίζατε τη διαχείρισή του;

«Το Πανεπιστήμιο Αθηνών είναι θεσμός που έχει ταυτισθεί με την έννοια της δημόσιας παιδείας στη χώρα μας, λειτουργώντας αδιάλειπτα από το 1837. Προάγει την εκπαίδευση – προπτυχιακή, μεταπτυχιακή, διά βίου – και συμβάλλει στη διεξαγωγή της έρευνας με πολλαπλά μέσα, όπως με την υποστήριξη συμμετοχής του επιστημονικού προσωπικού σε συνέδρια και τη δημιουργία μεγάλων κεντρικών ερευνητικών υποδομών (core facilities). Παράλληλα, επιτελεί σημαντικό κλινικο-εργαστηριακό έργο στη δημόσια υγεία και τα νοσοκομεία της πρωτεύουσας. Ταυτόχρονα, οι καθηγητές κάθε επιστημονικής εξειδίκευσης συμμετέχουν στην εξωστρέφεια του Ιδρύματος με την παροχή συμβουλευτικού έργου και την κοινωνική προσφορά. Η αποστολή αυτή απαιτεί στενή συνεργασία με την πολιτεία, τους θεσμικούς και ιδιωτικούς φορείς, στην Ελλάδα, την Ευρωπαϊκή Ενωση και διεθνώς. Η διαχείριση χρειάζεται τεχνοκρατική και ανθρωπιστική προσέγγιση, υπέρβαση της γραφειοκρατίας που χαρακτηρίζει το δημόσιο λογιστικό, όραμα με σύνεση και ρεαλισμό, συνεχή προγραμματισμό με βαθιά γνώση των δυνατοτήτων του πανεπιστημίου μας».

Τι θεωρείτε ότι χαρακτηρίζει τη διοίκησή σας;

«Βασικά στοιχεία της διοίκησης και της λειτουργίας αποτελούν η στενή συνεργασία με όλες και όλους τους συναδέλφους, πανεπιστημιακούς καθηγητές και διοικητικούς, ώστε να έχουμε τα πλεονεκτήματα ενός μεγάλου, συμπεριληπτικού πανεπιστημίου, με υψηλή διασφάλιση ποιότητας στην εκπαίδευση και την έρευνα και με εξωστρέφεια προς την κοινωνία.

Στο Πανεπιστήμιο Αθηνών αυτά τα χρόνια αυξήθηκαν καταρχήν οι κτιριακές του εγκαταστάσεις σε όλες τις σχολές του, ενώ προσελκύσαμε χρηματοδοτήσεις για υποδομές με νέο εξοπλισμό, ανταποκρινόμενο στην αριστεία που απαιτείται για την έρευνα και προσαρμοζόμενο στους ταχείς ρυθμούς της σύγχρονης κοινωνίας. Επίσης, το Ιδρυμα βελτιώθηκε στις διεθνείς κατατάξεις, με προφανή οφέλη τόσο για τους αποφοίτους του όσο και για την αξιοπιστία ως προς τη διεκδίκηση διεθνών προγραμμάτων. Επιπλέον, η ανάδειξη των επιτευγμάτων όλων των επιστημονικών ομάδων και η διασύνδεση με την κοινωνία, καθώς και η διεθνοποίηση με τη στενή συνεργασία με σημαντικά πανεπιστήμια της Ευρώπης και διεθνώς, αποτελούν βασικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν όλο το Ιδρυμα».

Πρέπει τα πανεπιστήμια να ορίζουν μόνα τους τον αριθμό των εισακτέων τους;

«Ο αριθμός των εισακτέων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αποτελεί σημαντικό ζήτημα που χρήζει πολυπαραγοντικής προσέγγισης. Βασικά στοιχεία αποτελούν η υπάρχουσα στελέχωση σε διδακτικό προσωπικό των τμημάτων και των σχολών, οι υποδομές για τη διδασκαλία, η δημόσια χρηματοδότηση, ο αριθμός των φοιτητών που μετεγγράφονται από άλλα πανεπιστήμια, η δυνατότητα εξεύρεσης εργασίας των αποφοίτων και η εθνική στρατηγική για την τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Το Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπως και τα υπόλοιπα πανεπιστήμια, βοηθούν μέσω του ειδικού λογαριασμού κονδυλίων έρευνας, δηλαδή μέσω των χρηματοδοτήσεων που φέρνουν οι συνάδελφοι καθηγητές, στην αγορά εξοπλισμού, στην επιπλέον στελέχωση με εξειδικευμένο προσωπικό, στην υποβοήθηση της έρευνας και της διδασκαλίας. Μετά από μια υπερδεκαετή οικονομική κρίση που επηρέασε τη χώρα μας σε κάθε τομέα, η αύξηση της χρηματοδότησης, η βελτίωση του δημόσιου λογιστικού και η αναστροφή της υποστελέχωσης στο ελληνικό πανεπιστήμιο είναι σημαντικά για τη διασφάλιση της ποιοτικής και δωρεάν εκπαίδευσης στη νέα μας γενιά».

Πώς θα ενισχυθεί θεσμικά η διεθνοποίηση των ΑΕΙ; Ειδικές θέσεις καθηγητών από το εξωτερικό;

«Σήμερα βρίσκονται σε ισχύ 95 διεθνείς συμφωνίες συνεργασίας του πανεπιστημίου μας µε ομοταγή ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, από 28 χώρες παγκοσμίως, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και ειδικές συμφωνίες ανταλλαγής φοιτητών ή συνεργασίας μεταξύ συγκεκριμένων σχολών ή τμημάτων των ιδρυμάτων. Συμμετέχει σε κεντρικό επίπεδο σε 10 διεθνείς οργανισμούς και πανεπιστημιακά δίκτυα, ενώ μέσω των καθηγητών του η συμμετοχή σε διεθνείς επιστημονικούς φορείς ανέρχεται σε εκατοντάδες.

Το ακαδημαϊκό έτος 2022-23, οι διμερείς συμφωνίες συνεργασίας ERASMUS+ ξεπέρασαν τις 700, με 380 ιδρύματα από 40 χώρες. Είναι το πρώτο πανεπιστήμιο που έχει ιδρύσει δύο ξενόγλωσσα προπτυχιακά προγράμματα για αλλοδαπούς, ένα για την Αρχαιολογία, Φιλοσοφία και Ελληνική Ιστορία, ήδη από το 2019, ενώ ολοκληρώνεται και το πρώτο έτος αντίστοιχου προγράμματος στην Ιατρική. Επιπλέον, στο Ιδρυμά μας λειτουργούν 33 ξενόγλωσσα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών από τα συνολικά 224, προκειμένου να καλυφθεί η αναγκαιότητα σε εθνικό και διεθνές επίπεδο για εξειδικευμένη γνώση και επαγγελματική αποκατάσταση.

Οσον αφορά τις ειδικές θέσεις συνεργασίας με έλληνες καθηγητές από το εξωτερικό, οι περιορισμένες αποδοχές (συγκριτικά με άλλες χώρες) που μπορεί να προσφέρει η ελληνική πολιτεία σε έναν καθηγητή μεγάλου και αναγνωρισμένου ιδρύματος αποτελούν τροχοπέδη. Είναι πλέον σημαντική η αναπροσαρμογή του μισθολογίου των πανεπιστημιακών τόσο ως προς αντίστοιχες κατηγορίες ειδικών μισθολογίων όσο και ως προς τον ευρωπαϊκό μέσο όρο των μισθών των πανεπιστημιακών, διότι θα αποτελέσει και βασικό στοιχείο για την αναστροφή του «brain drain» στη χώρα μας, ισχυροποιώντας την τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Τέλος, η συμμετοχή μας εδώ και μια τετραετία στην ίδρυση της ευρωπαϊκής συμμαχίας CIVIS, που περιλαμβάνει άλλα 11 ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, αποτελεί ύψιστη τιμή και μεγάλη ευκαιρία για το διδακτικό προσωπικό και τους φοιτητές μας. Η διεθνοποίηση των ΑΕΙ ενισχύεται επομένως θεσμικά και μέσω της ευρωπαϊκής μας οικογένειας, σε ένα ευρύ φάσμα θεματικών και επιστημονικών πεδίων».