Η ίδρυση και λειτουργία μη κρατικών μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων συμπαρασύρει αναγκαστικά και τα δημόσια ΑΕΙ σε μια μεγάλη συζήτηση περί της δικής τους θέσης στον νέο ακαδημαϊκό χάρτη της χώρας. Οι συνέπειες των παραπάνω στη λειτουργία τους είναι δεδομένες, αν και το μέγεθος ή την κατεύθυνσή τους δεν μπορούμε να τα δούμε ακόμη καθαρά. Αρκεί ωστόσο να σκεφτούμε τα παρακάτω:

Η χώρα μας θα έχει διαφορετικό τρόπο εισαγωγής στα κρατικά πανεπιστήμια από αυτόν στα μη κρατικά. Στα μεν πρώτα τις αυστηρές πανελλαδικές εξετάσεις, στα δε δεύτερα τους όρους εγγραφής που θα καθορίζονται από το κάθε μη κρατικό μη κερδοσκοπικό ανώτατο ίδρυμα (με βάση τον κανονισμό του μητρικού πανεπιστήμιου με το οποίο συνεργάζεται) και πιθανότατα θα είναι επί τη βάσει απολυτηρίου.

Εκ των πραγμάτων εδώ τίθεται το θέμα της μεγάλης διαφοράς που υπάρχει στην Ελλάδα μεταξύ της σημερινής – τεράστιας – γενναιοδωρίας στους βαθμούς του απολυτηρίου των μαθητών και μαθητριών, σε σύγκριση με εκείνους που παίρνουν στις πανελλαδικές εξετάσεις τους.

Τα δημόσια πανεπιστήμια τη χώρας μας έχουν 4ετείς κύκλους προπτυχιακών σπουδών. Πολλά ιδιωτικά πανεπιστήμια στο εξωτερικό όμως (και πιθανώς και εδώ) θα λειτουργούν με 3ετείς κύκλους προπτυχιακών σπουδών. Τα επαγγελματικά (και πλέον και ακαδημαϊκά) δικαιώματά τους όμως θα παραμένουν απολύτως τα ίδια.

Εφόσον ο στόχος μας, υποθέτω, δεν είναι να κλείσουν περιφερειακά πανεπιστήμια της χώρας, ας συζητήσουμε μερικές προτάσεις:

Την ανάγκη για καθιέρωση και στη χώρα μας του λεγόμενου Ακαδημαϊκού Απολυτηρίου (δηλαδή είσοδο στα ανώτατα ιδρύματα κυρίως με βάση τους βαθμούς των επιδόσεων των υποψηφίων για αυτά στο Λύκειο, με εθνικό, αντικειμενικό τρόπο εξέτασης). Παράλληλα, τη χαλάρωση της αυστηρότητας του συστήματος εισαγωγής στα δημόσια ΑΕΙ από τα 14.000 μόρια και κάτω και τις λεγόμενες σχολές μεσαίας και χαμηλής ζήτησης.

Την ανάγκη για αύξηση καθηγητών, διοικητικού προσωπικού στα δημόσια ΑΕΙ και κυρίως επιδότησης της φοιτητικής στέγης στην επαρχία. Στις  απομακρυσμένες πόλεις που εδρεύουν ιδρύματα όπως το Δημοκρίτειο Θράκης, το Πανεπιστήμιο Αιγαίου ή το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας, όποιο τμήμα στο μέλλον δεν προσφέρει στέγη χωρίς να επιβαρύνει τις οικογένειες των φοιτητών και φοιτητριών, πιθανότατα θα συρρικνώνεται ή και θα κλείνει. Βέβαια εδώ η ευθύνη ανήκει στην ελληνική πολιτεία, καθώς δεν είναι πρόβλημα των μη κερδοσκοπικών ΑΕΙ το ότι σπέρναμε επί δεκαετίες πανεπιστημιακά τμήματα στην ελληνική επαρχία και φτάσαμε σήμερα να υπάρχουν επιστημονικά αντικείμενα, όπως π.χ. η γεωπονία, που προσφέρεται με… 40 τμήματα πανελλαδικά.

Την ανάγκη να δοθεί έμφαση στη λειτουργία των μη κρατικών μη κερδοσκοπικών ΑΕΙ κυρίως σε ξενόγλωσσα προγράμματα σπουδών, έτσι ώστε να αποτελέσουν έναν διακριτό πόλο στην ανώτατη εκπαίδευση της χώρας, να μην αντιπαρατεθούν ανοιχτά με τα δημόσια ΑΕΙ και να αποτελέσουν πραγματικό πόλο έλξης φοιτητών και φοιτητριών από το εξωτερικό (αλλά και από την Ελλάδα).

Η κυβέρνηση με τις πρόσφατες αποφάσεις της απέφυγε την «πανεπιστημιοποίηση» ιδιωτικών κολεγίων κερδοσκοπικού χαρακτήρα στη χώρα (που είχε ήδη αρχίσει να συζητείται και να προκαλεί αντιδράσεις) και με ωριμότητα επέλεξε τη λύση της ίδρυσης μόνο μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών ανωτάτων Ιδρυμάτων.

Επειδή το θέμα όμως είναι πολύ σοβαρό για να αφεθούμε στην πιθανότητα πρόχειρων ή βολονταριστικών αποφάσεων, όπως συχνά έχουμε δει στο παρελθόν, θα πρέπει όλα τα παραπάνω να τεθούν σε μια πραγματική, δημόσια διαβούλευση, με τη συμμετοχή και των πρυτάνεων των δημοσίων ΑΕΙ σε πνεύμα συνεννόησης και πολιτικής συναίνεσης, πριν φτάσουμε να διαβάσουμε το κείμενο του νέου νομοσχεδίου του υπουργείου Παιδείας.