Η ολοκλήρωση σήμερα μιας εκλογικής περιπέτειας που ξεκίνησε επίσημα πριν από τρεις περίπου μήνες θα έχει, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, μια ευτυχή κατάληξη: η χώρα από αύριο θα διαθέτει μια νέα κυβέρνηση, αλλά το ερώτημα γιατί έπρεπε να χαθεί τόσος και τόσο πολύτιμος χρόνος θα παραμείνει ουσιαστικά αναπάντητο. Νομίζω ότι θα αθροιστεί και αυτό στο πλήθος των αναπάντητων ερωτημάτων που στιγμάτισαν την περίοδο της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ μεταξύ των ετών 2015 και 2019.

Γιατί, ας πούμε, θα έπρεπε να προηγηθεί ένα εξάμηνο αλλοπρόσαλλων και αντιφατικών διαπραγματεύσεων με την Ευρωπαϊκή Ενωση σχετικά με το πρόγραμμα στήριξης, όταν ήταν βέβαιο ότι δεν θα έβγαινε τίποτε από αυτή τη διαδικασία; Οπως και γιατί έπρεπε να πραγματοποιηθεί το θολό δημοψήφισμα, που έφερε τη χώρα μια κλωστή από την οριστική χρεοκοπία. Συν όλα τα υπόλοιπα: τρίτο – και χειρότερο – μνημόνιο, εγκληματικές αποφάσεις (στη δικαιοσύνη, την υγεία, τον πολιτισμό, την παιδεία, την οικονομία), νόμος για τα κανάλια, Συμφωνία των Πρεσπών, εκλογικός νόμος για την απλή αναλογική.

Η ιστορία του ΣΥΡΙΖΑ στη δεκαετία που σημάδεψε την άνοδό του, όταν καβάλησε το κύμα της αγανάκτησης για τα μνημόνια, είναι μια δεκαετία την οποία ο ιστορικός του μέλλοντος θα αποτιμήσει με τα μελανότερα χρώματα. Με όπλο τον άκρατο λαϊκισμό και με εργαλείο μερικές πρωτοποριακές για τα ελληνικά δεδομένα επικοινωνιακές πρακτικές, ο ΣΥΡΙΖΑ καλλιέργησε ορισμένα από τα χαμηλότερα ανθρώπινα ένστικτα στην επιδίωξη ενός ύψιστου στόχου, ήτοι πάση θυσία διατήρηση στην εξουσία προς ίδιον όφελος.

Και τώρα που ήρθε η ώρα να κάνει «ταμείο», δεν αποκαλύφθηκε απλά ότι είναι γυμνός. Αλλά και ότι βρίσκεται σε ένα διαρκές vertigo, καθώς η αναμενόμενη αντεπίθεση για την ανατροπή των σοκαριστικών εκλογικών αποτελεσμάτων της 21ης Μαΐου μετατράπηκε γρήγορα σε ένα απίθανο ιδεολογικοπολιτικό αλαλούμ.

Η έλλειψη στρατηγικής, η οποία φάνηκε και από τις πρώτες κιόλας ημέρες, κατέστησε σαφές ότι το κόμμα που ανέβηκε στην εξουσία εκμεταλλευόμενο με άθλιο τρόπο την οδύνη και την κακουχία του πληθυσμού από τις επιπτώσεις των μνημονίων θα βρεθεί από απόψε το βράδυ σε ακόμη μεγαλύτερη κρίση.

Το θεώρημα «χωρίς τον Τσίπρα δεν υπάρχει ΣΥΡΙΖΑ, με τον Τσίπρα δεν πρόκειται ποτέ να κερδίσει εκλογές ξανά ο ΣΥΡΙΖΑ» δεν βρίσκεται μόνο ένα βήμα πριν περάσει το κατώφλι της Κουμουνδούρου. Είναι η επόμενη, δύσκολη, πολύ δύσκολη, εξίσωση την οποία καλείται να επιλύσει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Βεβαίως εκείνος, ο κ. Τσίπρας δηλαδή, είναι αυτός που θα κρατάει στα χέρια του τις εξελίξεις. Ωστόσο από κανέναν δεν πρέπει να διαφεύγει μία παράμετρος, η εξής: ότι ο ίδιος είναι πολύ νέος για τα δεδομένα της πολιτικής να αποσυρθεί, αλλά δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι επιθυμεί να παραμείνει στον ΣΥΡΙΖΑ, στον συγκεκριμένο ΣΥΡΙΖΑ. Με το δεδομένο κομματικό aparat, τις φατρίες που υφίστανται στο εσωτερικό του και τις αντιστάσεις να μετουσιωθεί σε αυτό που ο κ. Τσίπρας επεδίωκε χρόνια τώρα: ένα αρχηγικό κόμμα.

Με αυτά τα δεδομένα, η γνώμη μου είναι ότι όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά. Από το να «μονάσει» στην «έρημο» της βίλας του Σουνίου, κατά το πρότυπο του «μέντορά» του Κώστα Καραμανλή στη Ραφήνα, και να επανέλθει στη δρώσα πολιτική όταν κρίνει ότι οι συνθήκες είναι ευνοϊκές, μέχρι να δημιουργήσει άμεσα σχεδόν έναν άλλο φορέα χρησιμοποιώντας στελέχη από την καινούργια Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ. Σε κάθε περίπτωση, όταν χαμηλώσουν απόψε οι προβολείς που θα φωτίσουν τους πανηγυρισμούς των νικητών, προφανέστατα θα στραφούν ξανά σε πλήρη ισχύ στο δράμα που θα ξεκινήσει να παίζεται στον ΣΥΡΙΖΑ…