Η δημοκρατία δεν καταρρέει από τη μία μέρα στην άλλη. Δεν χρειάζεται να δεις τανκς στους δρόμους ή να ακούσεις σειρήνες. Συνήθως χάνεται αθόρυβα. Μέσα από μικρές αλλαγές, μικρές υποχωρήσεις, που στην αρχή δεν φαίνονται σημαντικές. Ωσπου, μια μέρα, κοιτάς γύρω σου και δεν την αναγνωρίζεις πια. Κοίτα τι συμβαίνει στην Ουγγαρία και την Πολωνία. Ηγέτες που εκλέχτηκαν κανονικά, με ψήφους, έχουν βρει τρόπους να κρατάνε την εξουσία στα χέρια τους με κάθε μέσο.
Ελέγχουν τα μέσα ενημέρωσης, αλλάζουν τους νόμους προς όφελός τους, περιορίζουν πανεπιστήμια, διορίζουν δικούς τους δικαστές. Στην τηλεόραση, ακούς μόνο ό,τι τους συμφέρει. Αν διαφωνείς, δεν έχεις πού να μιλήσεις.
Το χειρότερο; Ολα αυτά γίνονται μέσα στην ίδια την Ευρωπαϊκή Ενωση. Εκεί που υποτίθεται πως προστατεύονται τα ανθρώπινα δικαιώματα και η ελευθερία. Και όμως, βλέπεις τους επίσημους εκπροσώπους της ΕΕ να ανησυχούν, να κάνουν σχετικές δηλώσεις… αλλά να μην κάνουν αρκετά. Και οι πολίτες; Κάποιοι φοβούνται. Αλλοι σιωπούν. Αλλοι απλώς συνηθίζουν.
Κι αυτό είναι το πιο επικίνδυνο. Να συνηθίσουμε. Να πούμε «ε, δεν πειράζει, δεν είναι και τίποτα». Να δεχτούμε ότι η ενημέρωση θα είναι ελεγχόμενη, ότι οι θεσμοί δεν θα είναι ανεξάρτητοι, ότι η φωνή μας δεν μετράει.
Η δημοκρατία δεν είναι δεδομένη. Χρειάζεται συμμετοχή, φωνή, κριτική, πάθος. Δεν την προστατεύουν οι πολιτικοί. Την προστατεύουμε εμείς – οι πολίτες. Ειδικά οι νέοι. Αυτοί που έχουν όλο το μέλλον μπροστά τους. Αν δεν μιλήσουμε όταν βλέπουμε αδικία, αν δεν αντιδράσουμε όταν περιορίζονται οι ελευθερίες μας, τότε, κάποια μέρα, μπορεί να μην μπορούμε να μιλήσουμε καθόλου.
Η κοινωνική ανισότητα
«Είναι απλό» έλεγε ο πατέρας μου πρόσφατα στη μητέρα μου στο οικογενειακό τραπέζι. «Αμα ο άλλος δεν έχει να πληρώσει το ρεύμα, δεν θα κάτσει να σκεφτεί τα πολιτικά, Ειρήνη. Το μόνο που τον νοιάζει είναι πώς θα τη βγάλει…». «Δεν είναι μόνο το χρήμα, παιδιά» είπε πρόσφατα χαρακτηριστικά μέσα στην τάξη η καθηγήτριά μας η κυρία Πετροπούλου. «Είναι και το ποιος έχει πρόσβαση στην παιδεία, ποιος μπορεί να σπουδάσει, ποιος έχει ελπίδα για επαγγελματική ανέλιξη».
Οσο οι ευκαιρίες περιορίζονται τόσο ενισχύεται η αναξιοκρατία. Και έτσι απομακρύνονται οι πολίτες από το κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι. Οι οικονομικές ανισότητες δημιουργούν μια ανεξέλεγκτη και συγχρόνως επικίνδυνη συσσώρευση εξουσίας και πλούτου σε λίγα και συγκεκριμένα χέρια. Οι οικονομικά ισχυροί, λοιπόν, έχουν τη δύναμη να επιβληθούν, ώστε να μπορούν να διαμορφώνουν τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις, μέσω των επιχειρηματικών τους συμφωνιών, των πολιτικών χορηγήσεων και γενικότερα της δραστηριότητάς τους, ως προς όφελός τους.
Τη δημοκρατία δεν την προστατεύουν οι πολιτικοί, την προστατεύουμε εμείς, οι πολίτες, ειδικά οι νέοι. Αν δεν μιλήσουμε όταν βλέπουμε την αδικία, τότε, κάποια μέρα, μπορεί να μην μπορούμε να μιλήσουμε καθόλου.
Επομένως, η πολιτική εξουσία δεσμεύεται και καθοδηγείται από τους «ισχυρότερους», γεγονός το οποίο φέρνει σταδιακά την άνοδο ενός συστήματος που εξυπηρετεί συμφέροντα και παραμελεί τις πραγματικές ανάγκες της πλειοψηφίας του λαού και του καθολικού συμφέροντος. Ακόμα, η διαφθορά, η οποία ενισχύεται λόγω της ισχυρής συμμαχίας πλούτου και πολιτικής εξουσίας, οδηγεί στην υιοθέτηση της πολιτικής αδιαφάνειας, παραπλάνησης και κατάχρησης της εξουσίας, διαφθείροντας την ισχύ και την παγιότητα των δημοκρατικών θεσμών.
Παράλληλα, όσο αυξάνονται οι κοινωνικοοικονομικές διακρίσεις οδεύουμε προς την πολιτική πόλωση, η οποία δημιουργεί εύφορο έδαφος για την ανάπτυξη αντιδημοκρατικών παρατάξεων. Τα πολιτικά αυτά κινήματα, εκμεταλλευόμενα την κοινωνική δυσαρέσκεια και στοχεύοντας στις πιο ευάλωτες ομάδες, αντιπροσωπεύονται από ενέργειες που απορρίπτουν τη δημοκρατία.
Επιπλέον, εντείνεται η δυσπιστία των πολιτών στα εκάστοτε πολιτικά συστήματα, που αδυνατούν να τους εκπροσωπήσουν και να υπερασπιστούν τα συμφέροντά τους, οπότε επιλέγουν να μένουν αδρανείς πολιτικά. «Τι να ψηφίσω; Ολοι ίδιοι είναι» ακούμε συχνά. Και αυτή η φράση, όσο απλή κι αν φαίνεται, είναι επικίνδυνη. Γιατί γεννά απάθεια. Και η απάθεια γεννά αυταρχισμό.
Η παραπληροφόρηση
Ζούμε στην εποχή της ταχύτητας. Ολα τρέχουν, ειδήσεις προκύπτουν παντού, ειδοποιήσεις, τίτλοι, βίντεο. Αλλά μέσα σε όλον αυτόν τον θόρυβο, κάποιες φορές η αλήθεια χάνεται. Και το χειρότερο είναι ότι δεν το καταλαβαίνουμε πάντα. Πρόσφατα, κάναμε ένα γκάλοπ στους δρόμους της πόλης μας, της Αρτας, σχετικά με τα fake news. Τις ίδιες αγωνίες και αμφιβολίες φαίνεται να έχουν και οι συμπολίτες μας.
Οι περισσότεροι/ες εξέφρασαν τη δυσκολία που έχουν στο να διακρίνουν μια ψευδή από μια αληθινή είδηση αλλά και την αγωνία για τον ρόλο πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων στην ενημέρωση. Αυτό όμως που κέντρισε κυρίως την προσοχή μας μέσω του γκάλοπ είναι ότι οι περισσότεροι πολίτες έχουν πέσει θύματα ψευδών ειδήσεων, τις οποίες μάλιστα διέδωσαν και στα social media. Η παραπληροφόρηση δεν είναι απλώς πρόβλημα λοιπόν. Είναι δηλητήριο.
Μπαίνει σιγά-σιγά στην καθημερινότητά μας, αλλάζει το πώς βλέπουμε τα πράγματα, πώς σκεφτόμαστε, τι πιστεύουμε. Και όταν φτάνουμε στο σημείο να παίρνουμε αποφάσεις – ποιον θα ψηφίσουμε, τι στηρίζουμε, τι απορρίπτουμε – δεν βασιζόμαστε πια στην πραγματικότητα αλλά σε μια παραμορφωμένη εικόνα.

Πρόσφατα, κάναμε ένα γκάλοπ στους δρόμους της πόλης μας, της Αρτας, σχετικά με τα fake news. Οι περισσότεροι εξέφρασαν τη δυσκολία που έχουν στο να διακρίνουν μία ψευδή από μία αληθινή είδηση αλλά και την αγωνία για τον ρόλο πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων στην ενημέρωση.
Οταν δεν μπορούμε να ξεχωρίσουμε την αλήθεια από το ψέμα, ανοίγει η πόρτα στον διχασμό. Ξαφνικά, δεν συζητάμε. Μαχόμαστε. Εμείς κι εσείς. Δικοί μας και δικοί σας. Μια κοινωνία χωρισμένη, που δεν εμπιστεύεται θεσμούς, ούτε καν τους δικούς της ανθρώπους. Αυτό το κλίμα το εκμεταλλεύονται όσοι θέλουν να ελέγξουν.
Οσοι θέλουν να σπείρουν σύγχυση για να ανέβουν στην εξουσία. Τι μπορούμε να κάνουμε; Να είμαστε δύσπιστοι, όχι απέναντι σε όλα, αλλά απέναντι σε ό,τι μοιάζει «πολύ ωραίο για να είναι αληθινό». Να ψάχνουμε λίγο παραπάνω. Να ρωτάμε. Να συζητάμε. Και, κυρίως, να μη θεωρούμε την ενημέρωση δεδομένη. Γιατί όταν σταματήσουμε να ζητάμε την αλήθεια, τότε η δημοκρατία θα αρχίσει να ξεφτίζει.
Χάκερς και προπαγάνδα
Στην εποχή μας, η επίθεση στη δημοκρατία δεν γίνεται με στρατό. Γίνεται με χάκερς, με ψεύτικες ειδήσεις, με προπαγάνδα που κυκλοφορεί ύπουλα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ανάμεσα στους μεγαλύτερους κινδύνους συγκαταλέγονται οι εξωτερικές παρεμβάσεις από κρατικούς και μη κρατικούς φορείς, οι οποίοι επιδιώκουν να χειραγωγήσουν τις δημοκρατικές διαδικασίες μέσω κυβερνοεπιθέσεων, προπαγάνδας και διασποράς παραπληροφόρησης.
Συγκεκριμένες χώρες έχουν κατηγορηθεί επανειλημμένα για τέτοιες παρεμβάσεις, με στόχο την αποσταθεροποίηση κυβερνήσεων και τη διαμόρφωση της κοινής γνώμης προς όφελός τους. «Είναι σαν να παίζουν με το μυαλό μας» σχολίασε η συμμαθήτριά μου Χρυσάνθη προχθές μέσα στην τάξη.
Αυτός ο νέος «πόλεμος» απαιτεί νέου τύπου άμυνα. Οι δημοκρατίες οφείλουν να προστατεύσουν τις θεμελιώδεις αρχές τους, διασφαλίζοντας ελεύθερες και αδιάβλητες εκλογές, καθώς και μια κοινωνία ανθεκτική στις εξωτερικές επιρροές. Σε μια εποχή όπου η πληροφορία είναι όπλο, η διαφύλαξη της δημοκρατίας δεν είναι απλώς επιλογή, αλλά αναγκαιότητα.
Κάθε εποχή έτσι θέτει τις δικές της προκλήσεις και τα δικά της εμπόδια στη δημοκρατία αλλά η ίδια βρίσκει τρόπους για να επιβιώνει. Πρόκειται για ένα ζωντανό πολίτευμα που εξελίσσεται συνεχώς, προϋποθέτει την ενεργή συμμετοχή των πολιτών και τη συσπείρωση όλων στον κοινό σκοπό που δεν είναι άλλος από το να γίνει σαφές ότι η δημοκρατία δεν είναι απλώς ένα πολίτευμα.
Είναι καθημερινή στάση. Είναι όταν ενημερώνεσαι πριν ψηφίσεις. Οταν διασταυρώνεις αυτά που διαβάζεις. Οταν μιλάς, συζητάς, διαφωνείς με σεβασμό. Οταν σηκώνεσαι και λες: «Αυτό δεν είναι σωστό». Και ναι, η εποχή μας είναι δύσκολη! Παραπληροφόρηση, ανισότητες, πόλωση, απειλές από το Διαδίκτυο… Αλλά γι’ αυτό ακριβώς έχει αξία να υπερασπιζόμαστε τη δημοκρατία. Το μέλλον της δημοκρατίας θα το γράψουμε όλοι μαζί!
Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στο ένθετο «Το Βήμα της Ευρώπης» που κυκλοφόρησε με «Το Βήμα της Κυριακής» στις 11 Μαΐου 2025.