Η χρονιά που φεύγει μας αφήνει στο πένθος. Πένθος για τους αστυνομικούς και τον πιλότο που χάθηκαν πάνω στο καθήκον, για τα Τέμπη, για τη Γάζα, για την Ουκρανία όπου ο πόλεμος παρατείνεται παγωμένος.

Μας αφήνει όμως και με την ικανοποίηση μιας χώρας που έζησε τρεις εκλογικές αναμετρήσεις ενισχύοντας τη δημοκρατική σταθερότητα και επιβεβαιώνοντας την επιστροφή στην κανονικότητα.

Μιας χώρας που παίρνει αισιόδοξα μηνύματα από την οικονομία και επαινετικά σχόλια από τους εταίρους της.

Μιας χώρας που έχει εξομαλύνει τα εξωτερικά μέτωπα και κυρίως αυτό με την Τουρκία.

Μιας χώρας που πασχίζει με κάποιες μεταρρυθμίσεις να εδραιώσει την εθνική ευημερία και την κοινωνική προκοπή.

Είναι αυτά αρκετά για τον ούριο άνεμο που χρειάζεται μια νέα χρονιά;

Δεν θα κρίνω. Περιμένω την εξέλιξη της ιστορίας. Που ίσως ξεκίνησε αισιόδοξα αλλά με δύο μεγάλα ερωτηματικά.

Πρώτα την έκρηξη μιας καθημερινής βίας.

Προφανώς τίποτα δεν επινόησε η χρονιά που μας αφήνει. Παρακολουθήσαμε όμως άναυδοι το αλλόκοτο ξέσπασμα μιας βίας «της διπλανής πόρτας».

Γονείς που σκοτώνουν παιδιά και αντιστρόφως, αδέλφια που δολοφονούν αδέλφια, άνδρες που κακοποιούν τις συντρόφους τους, μαθητές που δέρνονται και βιάζονται μεταξύ τους, όλα ταυτοχρόνως και ανακατεμένα, μεταφέρουν πρωτόγνωρες τραγωδίες στα κατώφλια των σπιτιών μας.

Κακά τα ψέματα, η βία έγινε μέρος μιας νοσηρής καθημερινότητας. Στη γειτονιά, στα σχολεία, στις τηλεοράσεις μας.

Υστερα την άρνηση μιας άλλης μισής κοινωνίας να συμμεριστεί ό,τι μοιάζει θετικό και αισιόδοξο.

Να αποδεχθεί έστω την προσπάθεια. Στα μάτια τους η επιτυχία είναι ματαίωση και η πρόοδος διάψευση.

Δεν είμαι αφελής.

Μπορεί η χώρα να επέστρεψε στην κανονικότητα, μπορεί να την επισφράγισε σε διαδοχικές αναμετρήσεις, μπορεί να αποθέωσε την πολιτική σταθερότητα και μάλιστα χωρίς ανταγωνιστή, αλλά οι πληγές του πρόσφατου παρελθόντος και οι λογαριασμοί της κρίσης δεν έχουν κλείσει ακόμη.

Παραμένουν μνησίκακα ανοιχτοί.

Αυτό το ρήγμα όμως πρέπει κάποια στιγμή να επουλωθεί. Και μακάρι η νέα χρονιά να το επιτρέψει.

Ούτως ή άλλως, έχουμε νικητή. Δεν χρειάζεται να επαναλαμβάνουμε στο διηνεκές ένα σενάριο εχθροπάθειας και σπαραγμού.

Ούτε μπορεί να εγκλωβίζεται η δημοκρατία σε ένα ακατάπαυστο παιχνίδι ρεβανσισμού μεταξύ νικητών και ηττημένων.

Οχι μόνο επειδή η αντεκδίκηση είναι έξω από τη λογική της δημοκρατίας. Αλλά και επειδή αν επικρατήσει μια τέτοια λογική δεν θα έχουμε νικητές.

Μόνο ηττημένους.