Σε προηγούμενο άρθρο μας στο «Βήμα της Κυριακής» (4.10.2015) είχαμε θέσει το ερώτημα αν γεννιέται κάτι νέο στη Βρετανία μετά την εκλογή του ριζοσπάστη Τζέρεμι Κόρμπιν στην ηγεσία του Εργατικού Κόμματος. Ο κ. Ν. Μουζέλης την προπερασμένη Κυριακή, πάλι στο «Βήμα» (25.10.15), αναρωτιόταν αν ο κ. Α. Τσίπρας είναι σοσιαλδημοκράτης.
Τα δύο κείμενα, αν και ασύνδετα μεταξύ τους, θέτουν, το καθένα με τον τρόπο του, το ίδιο ζήτημα: πώς μπορεί να ανανεωθεί η σοσιαλδημοκρατία στην Ευρώπη σήμερα. Το ζήτημα προφανώς δεν αφορά μόνο τη σοσιαλδημοκρατία ως πολιτικό κίνημα αλλά την ίδια την Ευρώπη που «γέννησε» αυτό το πολιτικό κίνημα μετά το «σχίσμα» του σοσιαλιστικού εργατικού κινήματος στις αρχές του 20ού αιώνα.
Είναι βέβαιο ότι σε κάθε ευρωπαϊκή χώρα η σοσιαλδημοκρατική εκδοχή του εργατικού κινήματος πήρε διαφορετική μορφή. Μπορούμε όμως να διακρίνουμε το βασικό της χαρακτηριστικό, δηλαδή τη μεταρρυθμιστική της δυναμική στη μεταπολεμική περίοδο που οδήγησε στο κράτος πρόνοιας και στον «εξανθρωπισμό» του καπιταλισμού σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες.
Αυτή η μεταρρυθμιστική δυναμική όμως φαίνεται να κόπασε όταν άρχισαν τα πρώτα προβλήματα της κρίσης του κράτους πρόνοιας και τέθηκαν σε αμφισβήτηση οι βασικές αρχές της κεϊνσιανής οικονομικής πολιτικής από τα μέσα της δεκαετίας του ’70.
Η σοσιαλδημοκρατική σκέψη βρέθηκε σε δυσκολία να αντιμετωπίσει τη νεοφιλελεύθερη επέλαση που φαινόταν να δίνει απαντήσεις στα ζητήματα της οικονομικής ανάπτυξης. Τονίζοντας το ζήτημα της δημιουργίας συνθηκών αύξησης της προσφοράς των επιχειρήσεων (χαμηλή φορολογία, ευελιξία στην αγορά εργασίας, αυστηρή δημοσιονομική διαχείριση, περιορισμός κοινωνικών παροχών κ.ά.) φάνηκε να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της νέας φάσης ανάπτυξης του καπιταλισμού στην Ευρώπη και στην Αμερική.
Ετσι, ιδίως μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού, η νεοφιλελεύθερη σκέψη φάνηκε να θριαμβεύει και να υποσκάπτει τα θεμέλια της σοσιαλδημοκρατίας. Η τελευταία μάλιστα άρχισε να υιοθετεί μέρος από τις βασικές αρχές του νεοφιλελευθερισμού και των οικονομικών της προσφοράς έναντι της παραδοσιακής κεϊνσιανής αντίληψης της ενίσχυσης της πλευράς της ζήτησης (αύξηση μισθών, αύξηση δημοσίων δαπανών, επέκταση των κοινωνικών παροχών κ.τ.λ.).
Ετσι τα τελευταία χρόνια η σοσιαλδημοκρατία στην Ευρώπη δεν μπόρεσε να προτάξει έναν πειστικό πολιτικό λόγο και μια διαφορετική οικονομική πολιτική απέναντι στην κρίση που σήμερα ακόμη δεν έχει ξεπερασθεί. Αντίθετα, στις ΗΠΑ, με διαφορετικό προφανώς περιεχόμενο, οι κυβερνήσεις του προέδρου Ομπάμα ανέπτυξαν με βάση τα αμερικανικά δεδομένα μια νεοκεϊνσιανού τύπου οικονομική πολιτική που αντιμετώπιζε αποτελεσματικότερα την κρίση.
Πρόσφατα ως αποτέλεσμα της εντεινομένης οικονομικής κρίσης σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες φαίνεται να αναπτύσσεται ένα νέο πολιτικό κίνημα με ριζοσπαστικό περιεχόμενο (στην Ελλάδα ΣΥΡΙΖΑ, στην Ισπανία Podemos) που προσπαθεί να δώσει απαντήσεις στα οξυμένα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι περισσότερες χώρες της Ευρώπης.
Βεβαίως, τα κινήματα αυτά, που δεν είναι ούτε σοσιαλδημοκρατικά ούτε ανήκουν στην κομμουνιστική παράδοση, βρίσκονται αντιμέτωπα με την κυρίαρχη οικονομική πολιτική της ΕΕ που εμπνέεται από νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις. Ωστόσο, η ώσμωσή τους με την παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατία στην Ιταλία του Ρέντσι, στη Γαλλία του Ολάντ και περισσότερο ίσως στη Βρετανία του Κόρμπιν μπορεί να γονιμοποιήσει νέες ριζοσπαστικές αντιλήψεις για την αντιμετώπιση της κρίσης στην Ευρώπη.
Επιπλέον η διάθεση του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και αλλού απέναντι στα νέα αυτά κινήματα φαίνεται να είναι θετική. Το ερώτημα προφανώς είναι κατά πόσον η συνάντηση αυτή μπορεί να οδηγήσει σε μια νέα σύνθεση, ικανή να διατυπώσει μια νέα πολιτική πρόταση για την αντιμετώπιση της ανεργίας και το ξεπέρασμα της οικονομικής κρίσης.
Ο κ. Ναπολέων Μαραβέγιας είναι καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας και αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ