Σε όλη την Ευρώπη το κυρίαρχο ρεύμα της Αριστεράς ήταν, ιδίως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η σοσιαλδημοκρατία. Ακόμα κι εκεί που τα κομμουνιστικά κόμματα είχαν εντυπωσιακά εκλογικά αποτελέσματα και έλεγχαν τοπικές αυτοδιοικήσεις και συνδικαλιστικές οργανώσεις, η σοσιαλδημοκρατία με την ισχυρή παρουσία της στο κέντρο της πολιτικής σκηνής ήταν απαραίτητος παράγοντας για την ομαλή λειτουργία του πολιτικού συστήματος.
Στην Ελλάδα αντιθέτως, για μια σειρά από λόγους και αιτίες, η σοσιαλδημοκρατία δεν μπορούσε να ριζώσει. Τα σημαντικά λαϊκά στηρίγματα ενός τέτοιου ρεύματος ιδεών, που είχαν συμβάλει καθοριστικά στην ύπαρξη και την παντοδυναμία του ΕΑΜ, δεν έβρισκαν τρόπο πειστικής εκλογικής έκφρασης. Πότε εκφράζονταν περιθωριακά από φωτισμένους διανοούμενους περιορισμένης απήχησης και πότε αφομοιώνονταν σε ευρύτερα ρεύματα λαϊκίστικου εκδημοκρατισμού, όπως η ΕΠΕΚ.
Ολοι όσοι έχουν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο ασχοληθεί με την πολιτική γνωρίζουν πόσο δύσκολο είναι να εγκαθιδρυθεί και να αποκτήσει πλειοψηφική δυναμική ένας νέος πολιτικός φορέας.
Αντιθέτως, η ίδρυση νέου κόμματος από κάποια γνωστή προσωπικότητα της δημόσιας ζωής είναι ευκολότατη. Ο Ανδρέας Παπανδρέου συγχώνευσε με επιτυχία με τον λόγο του, την καταγωγή του και το σύνολο των προσωπικών χαρισμάτων που διέθετε δύο βαθιές ανάγκες και απαιτήσεις της κοινωνίας μας: από τη μία τον εκδημοκρατισμό και την απελευθέρωση της κίνησης και της πάλης των ιδεών, την κατάργηση των πολιτικών διακρίσεων και των τελευταίων κατάλοιπων της μετεμφυλιακής περιόδου και από την άλλη την εξάλειψη των ανισοτήτων και των αδικιών. Μπόλιασε δηλαδή τον τεράστιο κορμό της Ενωσης Κέντρου και των μεταρρυθμιστικών παραδόσεών της με το γόνιμο και δυνατό μόσχευμα των σοσιαλιστικών ιδεών, που ορφάνευαν λόγω της παρακμής του αυταρχικού σταλινικού προτύπου που είχε οικοδομηθεί στη Σοβιετική Ενωση και την Ανατολική Ευρώπη και υιοθετηθεί τυφλά από τους γραφειοκράτες της ηγεσίας του ΚΚΕ.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου πίστευε ως το τέλος της ζωής του στη δυνατότητα μιας διαρκούς ειρηνικής επανάστασης με δημοκρατικές διαδικασίες και στη δυνατότητα ελεύθερης αμφισβήτησης. Δεν παρίστανε τον οραματιστή. Ηταν παθιασμένα και ορισμένοι θα έλεγαν αφελώς ονειροπόλος.
Λίγοι είναι αυτοί που θα ήθελαν να γυρίσουμε στο παρελθόν και να εφαρμόσουμε μια πολιτική διωγμών και διακρίσεων.
Ακόμα λιγότεροι είναι αυτοί που δεν αναγνωρίζουν το κολοσσιαίο έργο της συμφιλίωσης των Ελλήνων και της τελικής και οριστικής αμνήστευσης του παρελθόντος.
Περισσότεροι είναι αυτοί που ασκούν κριτική στην οικονομική πολιτική των πρώτων κυβερνήσεων του ΠαΣοΚ. Είναι γεγονός ότι η τάση αυξήσεως των ελλειμμάτων και του εξωτερικού δανεισμού ενισχύθηκε από το ’81 έως το ’89. Εκ των υστέρων και, θα πρόσθετα, εκ του ασφαλούς, είναι εύκολο να ασκεί κανείς «ορθολογιστική» κριτική. Υπάρχουν πολλοί και στον χώρο του ΠαΣοΚ που «θα γνώριζαν καλύτερα αν ήταν σε θέση να πάρουν αποφάσεις».
Οσοι όμως έζησαν αυτή την περίοδο θυμούνται τη φτώχεια των λαϊκών στρωμάτων, την ανυπαρξία υποδομών και την πλήρη σχεδόν απουσία κοινωνικών υπηρεσιών και αν κάποιοι επιμένουν είναι εύκολο να φρεσκάρουν τη μνήμη τους ανατρέχοντας στον Τύπο και σε άλλα βοηθήματα της εποχής.
Ο μισός πληθυσμός της χώρας, δηλαδή οι γυναίκες, υφίσταντο τερατώδεις διακρίσεις, ακόμα και σε ό,τι αφορά την αμοιβή μισθωτής εργασίας. Η επαρχία βρισκόταν από κάθε άποψη σε άλλη ήπειρο. Παιδεία και Υγεία, στοιχειώδεις απαιτήσεις του πολίτη σε μια προηγμένη ευρωπαϊκή χώρα, ήταν απόλυτα ιδιωτικές και η «φιλανθρωπία»(!) εκάλυπτε όπου και όταν μπορούσε τις ανάγκες των περιθωρίων.
Δεν ξέρω αν υπάρχουν πρόσωπα και πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα που θα μπορούσαν αυτό το κολοσσιαίο έργο να το φέρουν σε πέρας κάτω από καλύτερες προϋποθέσεις. Μακάρι να υπάρχουν. Το γεγονός είναι πάντως ότι αν υπήρχαν δεν εκδηλώθηκαν κατά τρόπο πιστευτό και έγκαιρο και εν πάση περιπτώσει και όταν εκδηλώθηκαν δεν αναγνωρίστηκαν από τον πολίτη.
Πολλούς από τους σημερινούς φωστήρες εκείνη την εποχή, για την οποία πρέπει εμείς να απολογηθούμε, τους αγνοούσε όχι μόνο ο θυρωρός τους, αλλά και η μάνα τους. Τα κόμματα έρχονται και παρέρχονται: ΕΔΑ (Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά), ΕΡΕ (Εθνική Ριζοσπαστική Ενωση), Ενωση Κέντρου και πολλά άλλα πολιτικά σχήματα ανήκουν πια στην Ιστορία.
Ενα είναι σίγουρο. Χωρίς ένα κόμμα έγκυρο, με προγραμματική πνοή και σχέδιο για το μέλλον, η δημοκρατία δεν έχει σταθερότητα και η κοινωνία δεν μπορεί να υποσχεθεί ένα καλύτερο μέλλον.
* Ο κ. Θεόδωρος Πάγκαλος είναι πρώην υπουργός

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ