«Μα και μένα μου αρέσει να το ακούω» απαντά ο Πάμπλο Μπέργκερ όταν του λέω πόσο πολύ μου άρεσε η «Χιονάτη» του. «Οποτε μου μιλούν για τη «Χιονάτη» νιώθω σαν να μιλούν για την κόρη μου. Εχω μια κόρη και όλοι ξέρουμε πόσο αρέσει στους γονείς να ακούν ότι το παιδί τους είναι όμορφο και έξυπνο κ.ο.κ.».
Ο 50χρονος ισπανός σκηνοθέτης, παραγωγός και σεναριογράφος, δεν διαφέρει από οποιονδήποτε άλλο καλλιτέχνη. Πιστεύει ότι κάθε έργο του είναι το αποτέλεσμα αγάπης και τρυφερότητας και ότι ο ίδιος ανήκει στους ρομαντικούς. «Επιθυμία μου είναι η επικοινωνία και αυτός είναι ο μοναδικός λόγος για τον οποίο κάνω ταινίες. Ολες οι ταινίες μου είναι παιδιά μου, από τις μικρού ως τις μεγάλου μήκους».
Οι μεγάλου μήκους ταινίες του Μπέργκερ είναι επίσης έργα που αργούν να παραχθούν, ακριβώς επειδή ο ίδιος προτιμά να αφιερώνει πολύ χρόνο σε αυτές.Η προηγούμενη, το «Τορεμολίνος ’73», μια νοσταλγική ματιά στο πορνό της δεκαετίας του 1970, γυρίστηκε το 2003. Εννιά χρόνια αργότερα έρχεται η «Χιονάτη». «Προτιμώ να τις «μαγειρεύω» αργά και, κρίνοντας από το αποτέλεσμα, δεν έχω κανένα παράπονο».
Πράγματι, το «Τορεμολίνος ’73» και η «Χιονάτη» υπήρξαν μεγάλες επιτυχίες –και όχι μόνο στην Ισπανία. Αρεσαν στους κριτικούς, άρεσαν και στο κοινό. Η «Χιονάτη» μάλιστα είχε πολύ καλή πορεία γιατί μετά τα δέκα βραβεία Γκόγια που κέρδισε –ανάμεσά τους καλύτερης ταινίας, γυναικείας ερμηνείας, πρωτότυπου σεναρίου και κινηματογράφησης -, υπήρξε επίσης η επίσημη πρόταση της Ισπανίας στα εφετινά Οσκαρ για το βραβείο καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας.
Η ιστορία της Χιονάτης, του παραμυθιού των αδελφών Γκριμ που από τότε που γράφτηκε έχει διασκευαστεί με δεκάδες τρόπους για το θέατρο, το σινεμά και την τηλεόραση, αυτή τη φορά τοποθετείται στη Σεβίλλη της δεκαετίας του 1920, στη χρυσή εποχή του βωβού κινηματογράφου. Στη χώρα του φλαμένκο και των ταυρομαχιών λοιπόν μια νεαρή κοπέλα, κόρη ταυρομάχου ο οποίος έμεινε παράλυτος, αποφασίζει να ξεφύγει από την καταπιεστική ζωή στα χέρια της μητριάς της. Και το κάνει παρέα με μια ομάδα νάνων ταυρομάχων.
Οταν πριν από μια δεκαετία ο Πάμπλο Μπέργκερ προσπαθούσε να βρει χρηματοδότες για την ταινία του ουδείς έδινε σημασία στο όραμά του: ένα ασπρόμαυρο φιλμ χωρίς ομιλία, για τη Χιονάτη και τις ταυρομαχίες. Οπως συχνά συμβαίνει, έτσι και για τη δημιουργία αυτής της ταινίας το «ταξίδι» υπήρξε γεμάτο προβλήματα και εμπόδια. «Στο σινεμά όμως, όπως και σε πολλά άλλα πράγματα στη ζωή, ένα απλό «ναι» έπειτα από πάρα πολλά «όχι» μπορεί να σου δώσει δύναμη και αυτοπεποίθηση. Πιστεύω ότι κάθε τι συμβαίνει για έναν λόγο».
Ο Στροχάιμ και η Ροβέρο


Αν και είναι δύσκολο για τον Πάμπλο Μπέργκερ να περιγράψει τη γέννηση της «Χιονάτης», δύο ήταν, όπως λέει, τα σημεία-κλειδιά για τη δημιουργία της. Το ένα, η αγάπη του για τον ασπρόμαυρο κινηματογράφο η οποία άρχισε να ωριμάζει μέσα του στα μέσα της δεκαετίας του 1980 μετά την παρακολούθηση της ασπρόμαυρης βωβής ταινίας του Εριχ φον Στροχάιμ «Απληστία».
Η προβολή της είχε γίνει σε ένα φεστιβάλ συνοδεία ζωντανής ορχήστρας που έπαιζε μουσική του Καρλ Ντέιβις. Η εμπειρία ήταν σοκαριστική για τον Μπέργκερ –ο ίδιος την αποκαλεί «κινηματογραφική έκσταση». Από τότε δεν έχανε ποτέ προβολή ταινίας με ζωντανή μουσική, ενώ άρχισε να μελετά το σινεμά εκείνης της εποχής όσο πιο διεξοδικά μπορούσε.
Αν το ένα κλειδί της ταινίας ήταν η αγάπη του Πάμπλο Μπέργκερ για το ασπρόμαυρο βωβό σινεμά και δη το ευρωπαϊκό, το δεύτερο χρονολογείται από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν στα χέρια του έπεσε τυχαία ένα λεύκωμα ασπρόμαυρων φωτογραφιών της Κριστίνα Γκαρσία Ροβέρο, της διασημότερης ίσως εν ζωή ισπανίδας φωτογράφου. Ενα κεφάλαιο του λευκώματος παρουσίαζε νάνους ταυρομάχους. «Μια από τις φωτογραφίες, στην οποία οι νάνοι κοιτούν κατευθείαν στην κάμερα, μου «μίλησε» με πολύ ιδιαίτερο τρόπο, σαν να μου πρότεινε να σκεφτώ ιστορίες» εξηγεί ο σκηνοθέτης. «Σκέφτηκα λοιπόν τι θα μπορούσε αλήθεια να γίνει αν στη μέση αυτής της φωτογραφίας βρισκόταν η Χιονάτη των αδελφών Γκριμ».
Η φωτογράφιση της Ροβέρο δεν ήταν προϊόν φαντασίας: στην Ισπανία υπάρχουν ομάδες νάνων ταυρομάχων, λιγότερες βέβαια σήμερα σε σχέση με το παρελθόν. Ωστόσο αυτό που κάνει την ταινία ακόμη πιο ενδιαφέρουσα είναι η απόφαση του Πάμπλο Μπέργκερ να μετατρέψει τη δική του Χιονάτη επίσης σε ταυρομάχο –άλλωστε ο πατέρας της υποτίθεται ότι είναι ο ταυρομάχος Αντόνιο Βιγιάλτα (Ντανιέλ Χιμένεθ Γκάτσο), ένας θρύλος της δεκαετίας του 1920. Το παράξενο δε είναι ότι ο ίδιος ο Μπέργκερ δεν υπήρξε ποτέ θαυμαστής των ταυρομαχιών. Ο πατέρας του ποτέ δεν τον πήγε σε αρένα ταυρομαχίας…
Ταυρομάχος ο πατέρας, τραγουδίστρια του φλαμένκο η μητριά, ένα μελόδραμα στον πυρήνα της ιστορίας, όπως θα άρμοζε σε μια βωβή ταινία. Ακόμη πιο παράξενο το γεγονός ότι ο Μπέργκερ κατάγεται από την περιοχή των Βάσκων και όχι από τον Νότο. «Τα αντίθετα όμως έλκονται» σχολιάζει, «ο Νότος ελκύεται από τον Βορρά και το αντίθετο. Ανέκαθεν έβρισκα ελκυστική την ιδέα μιας γενικότερης εξωτικής εικονογραφίας της Ισπανίας, όπως γίνεται στην «Κάρμεν»».

Το σοκ του «The artist»
Ο Πάμπλο Μπέργκερ παραδέχεται ότι έπαθε σοκ όταν άκουσε για την ύπαρξης μιας άλλης ταινίας με τις ίδιες φορμαλιστικές ανησυχίες, όπως ήταν το «The artist» του Μισέλ Χαζαναβίσιους –η οποία μάλιστα θριάμβευσε στα περυσινά Οσκαρ: «Στενοχωρήθηκα πάρα πολύ γιατί είχα δουλέψει τόσα χρόνια για τη «Χιονάτη» πιστεύοντας ότι έκανα κάτι πραγματικά πρωτότυπο». Ωστόσο, όταν το «The artist» προβλήθηκε στην Ισπανία, η «Χιονάτη» είχε ήδη γυριστεί. Η ειρωνεία είναι ότι τελικά η επιτυχία τού «The artist» άνοιξε πόρτες στον Μπέργκερ και τον βοήθησε να βρει τα χρήματα που χρειαζόταν για την ολοκλήρωση της παραγωγής. «Τελικά το μυστικό βρίσκεται πάντα στην καλή ιστορία. Αν έχεις να πεις μια καλή ιστορία, θα τα καταφέρεις».

πότε & πού:
Η «Χιονάτη» του Πάμπλο Μπέργκερ προβάλλεται στις αίθουσες σε διανομή Strada Films


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ