Emmanuel Carrere
Λιμόνοφ

Μετάφραση Γιώργος Καράμπελας
Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, 2017
σελ. 408, τιμή 16,96 ευρώ

Η σημαία του Εθνικομπολσεβικικού Κόμματος (1993-2007) έλεγε πολλά για τον αρχηγό του: ένας λευκός κύκλος σε κόκκινο φόντο, θύμιζε τη ναζιστική, με τη διαφορά ότι, με μαύρο χρώμα μέσα στον λευκό κύκλο, δεν είχε τη σβάστικα, αλλά το σφυροδρέπανο! Ο «φαιοκόκκινος» Εντουαρντ Λιμόνοφ δεν είναι μυθιστορηματικός χαρακτήρας. «Υπάρχει. Γνωριζόμαστε» σημειώνει ο Εμανουέλ Καρρέρ. «Υπήρξε αλήτης στην Ουκρανία, είδωλο του σοβιετικού αντεργκράουντ, άστεγος και μετά θαλαμηπόλος ενός δισεκατομμυριούχου στο Μανχάταν, μοδάτος συγγραφέας στο Παρίσι, στρατιώτης χαμένος στα Βαλκάνια και τώρα, στο απέραντο μπουρδέλο του μετακομμουνισμού, γηραιός χαρισματικός ηγέτης ενός κόμματος νεαρών ντεσπεράντο». Ο 60χρονος συγγραφέας δημοσίευσε ένα από το πιο αξιόλογα βιβλία που εκδόθηκαν στη Γαλλία τα τελευταία χρόνια. Το «Λιμόνοφ» είχε αποσπάσει το Βραβείο Ρενοντό το 2011. Με αφορμή την πρόσφατη ελληνική του έκδοση, ο Εμανουέλ Καρρέρ συνομίλησε με «Το Βήμα» από το διαμέρισμά του στο Παρίσι.

Γιατί είναι ξεχωριστός για εσάς ο Εντουαρντ Λιμόνοφ; Πώς αποφασίσατε, κύριε Καρρέρ, να γράψετε ένα βιβλίο για μια τόσο αμφιλεγόμενη προσωπικότητα;
«Πιστεύω ότι ως χαρακτήρας είναι εξαιρετικά ενδιαφέρων από μόνος του. Εγώ θέλησα να διερευνήσω τι συνέβη στις χώρες του πρώην Ανατολικού Μπλοκ από τα τέλη της δεκαετίας του ’80 και είχα την αίσθηση ότι, γράφοντας για τον Λιμόνοφ, θα πετύχαινα τον ευρύτερο σκοπό μου. Αμέσως ένιωσα ότι ο ίδιος συγκεντρώνει όλες τις αντινομίες και τις αμφισημίες και τα προβλήματα της μετακομμουνιστικής εποχής. Ο Λιμόνοφ είναι, αν θέλετε, ο ιδανικός πρωταγωνιστής για ένα πικαρέσκο μυθιστόρημα, είναι δηλαδή ένας χαρακτήρας που κινείται στα διαφορετικά και ποικίλα επίπεδα ενός κόσμου, και μέσα απ’ αυτόν ο συγγραφέας μπορεί να εισχωρήσει και σε άλλους τόπους, σε άλλες κοινωνικές τάξεις, σε ένα ευρύτατο φάσμα της ανθρώπινης εμπειρίας. Η ζωή του Λιμόνοφ είναι, όντως, συναρπαστική για να την αφηγηθεί κανείς. Γι’ αυτό και την έγραψα σαν μυθιστόρημα. Πιστεύω πως ό,τι λέω γι’ αυτόν είναι αληθές. Ασφαλώς υπήρχαν και πράγματα που ήταν αδύνατον να διασταυρώσω. Οταν είχα την πρακτική δυνατότητα, το έκανα, μίλησα με μάρτυρες επίμαχων επεισοδίων της ζωής του. Με λίγα λόγια, δεν ισχυρίζομαι ότι έγραψα μια κανονική ή επίσημη βιογραφία του Λιμόνοφ, με την αγγλοσαξονική έννοια του όρου. Ως τέτοια, πράγματι, είναι μια βιογραφία ατελής. Θεωρώ πάντως ότι ως μυθιστόρημα το βιβλίο είναι ενδιαφέρον».
Στην αρχή γράφετε πως η ζωή του Λιμόνοφ «έλεγε κάτι», όχι μόνο για εκείνον ή τη Ρωσία αλλά και για την ιστορία όλων μας από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και μετά. Ξεκινήσατε αυτό το βιβλίο για να μάθετε τι ακριβώς. Τα καταφέρατε;
«Ηταν αρκετά απερίσκεπτη αυτή η εξαγγελία! Είστε ο πρώτος που με ρωτάει γι’ αυτό και νιώθω λίγο άβολα τώρα, επειδή δεν έχω κάτι πρωτότυπο να πω. Υπάρχει όμως η βασική ιδέα ενός διπολικού κόσμου ο οποίος διαταράχθηκε, με ορισμένες συνέπειες. Από τη μια μεριά είχαμε τον δυτικό κόσμο, τον καπιταλιστικό, και από την άλλη τον κομμουνιστικό. Οταν κατέρρευσε η Σοβιετική Ενωση προκλήθηκε ένα πολυφασικό χάος που κατά κάποιον τρόπο συνεχίζεται, και αυτό ακριβώς επιχείρησα να περιγράψω. Διότι, εν τέλει, εκείνος ο γεωπολιτικός διπολισμός –τότε που ήμουν κι εγώ παιδί –ήταν μάλλον απλός και εξηγήσιμος. Ωστόσο, η πτώση του κομμουνισμού επέφερε μια ανατροπή εκείνης της ισορροπίας που, ειδικότερα για τις ανατολικές χώρες, υπήρξε συνταρακτική, έμοιαζε με ολική απώλεια του νοήματος, σήμαινε χάος για πάρα πολλά χρόνια, σε πολιτικό και κυρίως κοινωνικό επίπεδο. Εχω την πεποίθηση ότι η ιστορία του Λιμόνοφ, ακριβώς επειδή είναι παράξενη και αλλόκοτη, αποτυπώνει με ενάργεια αυτό το χάος».
Πάντως όλες αυτές οι αλλαγές δεν επηρέασαν καθόλου τον Λιμόνοφ. Ο ίδιος δεν άλλαξε ποτέ ούτε τον χαρακτήρα ούτε τις ιδέες του…
«Εχετε δίκιο. Ο Λιμόνοφ είχε το εντυπωσιακό ταλέντο της προσαρμογής, ένα χαρακτηριστικό απολύτως απαραίτητο για όποιον θέλει να έχει μια περιπετειώδη ζωή, και ο Λιμόνοφ την είχε με το παραπάνω. Ωστόσο υπάρχει και κάτι άλλο, κάτι που δεν εγγράφεται στο πολιτικό ή στο συλλογικό επίπεδο, αλλά ξεκάθαρα στο ατομικό. Είναι προφανές ότι πολλά πράγματα στον Λιμόνοφ δεν μου αρέσουν καθόλου, για την ακρίβεια τοποθετούμαι με ένταση απέναντί τους, σ’ αυτά που έκανε, λ.χ., όταν διαλυόταν βίαια η πρώην Γιουγκοσλαβία. Υπάρχει όμως και κάτι για το οποίο τον θαυμάζω. Παρέμεινε πιστός στην ιδέα που είχε για τον εαυτό του όταν ήταν παιδί, σ’ εκείνο το παιδί που ονειρευόταν να γίνει ήρωας με κάθε κόστος. Ο Λιμόνοφ το προσπάθησε και πάντοτε πλήρωνε το τίμημα γι’ αυτό. Πήγε ακόμα στη φυλακή, σήμερα είναι 75 χρονών και δεν έχει αλλάξει μυαλά. Πρέπει να του το αναγνωρίσουμε: αγαπάει, και ανέκαθεν αγαπούσε, τις μειονότητες και τίποτε άλλο. Τους αδύναμους απέναντι στους ισχυρούς, τους φτωχούς απέναντι στους πλούσιους, τους ομολογημένους αχρείους απέναντι στα σμήνη των ενάρετων –και όσο αλλοπρόσαλλη κι αν μοιάζει η διαδρομή του, έχει αυτό το στοιχείο συνέπειας, ότι τάσσεται πάντα στο πλευρό τους. Και γι’ αυτό, εγώ προσωπικά, τον θαυμάζω».
Πείτε μου όμως γιατί τον συγκρίνετε τόσο με τον Γιόζεφ Μπρόντσκι όσο και με τον Αλεξάντρ Σολζενίτσιν;
«Κατ’ αρχάς επειδή ήταν και οι δύο σύγχρονοί του. Και επειδή υπήρξαν και οι δύο πολύ σημαντικές προσωπικότητες του ρωσικού πολιτισμού, βραβεύτηκαν με Νομπέλ για το έργο τους. Ο ένας, ο κορυφαίος ποιητής Μπρόντσκι, έγινε η σκιά στη ζωή του Λιμόνοφ, ο δικός του «λοχαγός Λεβίτιν», όπως γράφω στο βιβλίο. Και ο άλλος… Τι να πει κανείς για τον Σολζενίτσιν; Δεν ήταν μόνο ένας από τους πλέον διακεκριμένους λογοτέχνες -και είναι κρίμα που σήμερα δεν τον θυμόμαστε και για τη γραφή του –αλλά και ένας από τους πλέον αποτελεσματικούς συγγραφείς στην ανθρώπινη ιστορία. Εγώ πραγματικά το πιστεύω ότι είχε το δικό του μεγάλο μερίδιο στην κατάρρευση του λεγόμενου υπαρκτού σοσιαλισμού. Αναφέρομαι συγκεκριμένα στο αποκαλυπτικό βιβλίο του «Μια ημέρα του Ιβάν Ντενίσοβιτς». O Σολζενίτσιν ήταν ο πρώτος που το έκανε και το έκανε μόνος: είπε την αλήθεια επειδή πίστευε ότι κάποια στιγμή θα δικαιωθεί, απελευθέρωσε τις ιστορικά ακριβείς πληροφορίες για εκείνη την αυτοκρατορία του ψέματος που αποδείχθηκε πως ήταν η Σοβιετική Ενωση. Δεν τίθεται επομένως ζήτημα, ο Σολζενίτσιν δεν συγκρίνεται ως προς τη σημασία του με τον Λιμόνοφ… Ωστόσο, ο τρόπος με τον οποίο ο Λιμόνοφ τούς μισεί αυτούς τους δύο, ο τρόπος που τους ζηλεύει, είναι φοβερός. Το πιο φοβερό είναι ότι το ομολογεί κιόλας! Και αυτό μού αρέσει πολύ στον Λιμόνοφ, δεν ντρέπεται να παραδεχθεί πράγματα που δεν τον κολακεύουν καθόλου. Ολοι αποκρύπτουν τη ζηλοφθονία τους, όχι όμως ο Λιμόνοφ! Μιλάμε για μια ειλικρίνεια αφοπλιστική».
Γενικότερα, ο Λιμόνοφ αποδεικνύεται μια περίπτωση που δεν ξέρεις από πού να την πιάσεις…
«Χωρίς υπερβολή, ο Λιμόνοφ ενσαρκώνει τη φράση «τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα απ’ όσο φαίνονται». Πάντως σε κάποια φάση, όντως, τον σιχάθηκα. Εννοώ εδώ τη συμπεριφορά του στα Βαλκάνια και ειδικά τη θέση που πήρε στον πόλεμο της Βοσνίας. Και μερικές φορές, όσο καλά κι αν γνωρίζεις πόσο περίπλοκα είναι τα πράγματα, δεν μπορείς να παραβλέψεις το γεγονός ότι πάντοτε υπάρχει μια θέση που είναι καλύτερη από κάποια άλλη. Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Σαράγεβο, για παράδειγμα, οι Σέρβοι βρίσκονταν στην κακή πλευρά. Και ο Λιμόνοφ βρέθηκε μαζί τους. Οπως κι αν το δούμε, σε ορισμένες περιπτώσεις, είτε είσαι με αυτούς που βομβαρδίζουν είτε είσαι με αυτούς που βομβαρδίζονται. Και ο Λιμόνοφ, εν προκειμένω, για πρώτη ίσως φορά στη ζωή του, τάχθηκε με την κακή πλευρά. Κι όταν πρέπει κανείς να μιλήσει για την κακή πλευρά ενός ανθρώπου πρέπει να είναι σοβαρός, ανεξαρτήτως αν υπάρχουν κι άλλες που είναι καλές, ζωηρές ή και αστείες. Δεν πιστεύω, επίσης, ότι τον εξιδανίκευσα. Ειλικρινά. Ασφαλώς και υπάρχει συμπάθεια εκ μέρους μου, αλλά δεν υπάρχει μονάχα αυτή. Στην ουσία νιώθω ακόμα ότι βρίσκομαι στον αντίποδα των όσων ο ίδιος πρεσβεύει. Ξέρετε, όταν κυκλοφόρησε το βιβλίο και το διάβασε, μου είπε αστειευόμενος: «Μου άρεσε ο τρόπος που το έγραψες. Βέβαια, αν είχα την εξουσία, θα σε είχα κρεμάσει. Με συνοπτικές διαδικασίες». Μου απάντησε δηλαδή με το μπουρζουάδικο χιούμορ που απεχθάνομαι».
Κάπου λέτε ότι ο Εντουαρντ μοιάζει με σωσία του Βλαντίμιρ Πούτιν. Τι εννοείτε;
«Σε σύγκριση με τον Πούτιν, ο Λιμόνοφ συνιστά την απόλυτη αποτυχία, είναι ένας λούζερ. Παρ’ όλα αυτά υφίσταται, νομίζω, ένας ουσιαστικός παραλληλισμός μεταξύ τους που σχετίζεται με το υπόβαθρό τους. Και οι δύο προέρχονται από παρόμοιες οικογένειες, όπου οι πατεράδες δούλευαν ως χαμηλόβαθμοι υπάλληλοι του ρωσικού κράτους. Και οι δύο μεγάλωσαν δηλαδή με τέτοιον τρόπο ώστε αργότερα να θεωρήσουν την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης μία από τις μεγαλύτερες καταστροφές στην ιστορία της ανθρωπότητας. Οταν άρχιζα την έρευνά μου για την περίπτωση του Λιμόνοφ, πριν από μία δεκαετία περίπου, μου είχε κάνει εντύπωση ότι τον εκτιμούσαν άνθρωποι όπως η δημοσιογράφος Αννα Πολιτκόφσκαγια που δολοφονήθηκε κατόπιν ή ακόμα και η Ελένα Μπόνερ, η χήρα του Αντρέι Ζαχάροφ… Ωστόσο, δεν μπορώ να μην επισημάνω ότι ο Λιμόνοφ –αν τον εξετάσει κανείς στη βάση των πολιτικών του απόψεων –πρέπει να νιώθει πολύ αμήχανα σήμερα. Γιατί –παρ’ όλο που είναι αντίπαλος του Πούτιν, ένας σθεναρός αντίπαλος του Πούτιν, και αυτός και η ριψοκίνδυνη Νεολαία του Εθνικομπολσεβικικού Κόμματος που είχε συνιδρύσει με τον Αλεξάντρ Ντούγκιν -, δεν φαίνεται να διαφωνεί και πολύ με τον Πούτιν, αντιθέτως συμφωνεί μαζί του στα πάντα! Και αν είχε την εξουσία, θα έκανε ακριβώς τα ίδια με τον Πούτιν. Αν και τώρα που το σκέφτομαι, ίσως και να αποδεικνυόταν ακόμα πιο ριζοσπαστικά ενοχλητικός για τη Δύση».
Η ειδήμων Ελέν Καρρέρ ντ’ Ενκός τι σας είπε για αυτό το βιβλίο;
«Είμαι πεπεισμένος ότι η μητέρα μου δεν θα επέλεγε ποτέ να γράψει ένα βιβλίο για τον Λιμόνοφ ή για κάποιον χαρακτήρα σαν αυτόν. Η μητέρα μου ασχολείται με προσωπικότητες που δημιουργούν την Ιστορία. Αν πάντως της τύχαινε ένας Λιμόνοφ, νομίζω ότι δεν θα ήξερε τι να τον κάνει. Με τον ίδιο τρόπο που κι εγώ δεν θα ήξερα τι να κάνω, λ.χ., με τον Γέλτσιν ή τον Πούτιν. Δεν μιλάμε μόνο για δύο διαφορετικά πεδία ειδίκευσης αλλά και για μια γκάμα ενδιαφερόντων εξ ολοκλήρου αντίθετη. Σέβομαι και θαυμάζω το έργο της μητέρας μου αλλά εμένα με παρακινούν πιο «πειραγμένες» προσωπικότητες. Το βιβλίο μου πάντως το διάβασε και της άρεσε. Και οφείλω να προσθέσω ότι, ακριβώς με τη ματιά της σπουδαίας ιστορικού που είναι, με διαβεβαίωσε πως τα πήγα πάρα πολύ καλά και σε αυτό το επίπεδο».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ