Παραδοσιακά τα ελληνικά «τετραήμερα» αφορούν εξορμήσεις και στιγμές χαλάρωσης κάποιων τυχερών. Στις Σπέτσες επί παραδείγματι. Κοντινός στην Αττική και όχι μόνο προορισμός, με εύκολη πρόσβαση για πολλούς, είτε από στεριά είτε από θάλασσα. Ακόμη και μέσα στην καρδιά του χειμώνα φαντάζει όαση.

Απλώς για να χωρέσει όλο το Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, όχι μόνο η κοινοβουλευτική ομάδα του, στο εξοχικό του προέδρου Στέφανου Κασσελάκη και να γιορτάσει την επαναβεβαίωσή του από τη βάση, όπως διατεινόταν πως συνέβη το περιβάλλον του μετά το πέρας των εργασιών της Κυριακής (25/2), προτιμήθηκε η προσιτή λύση της μάζωξης στην Αθήνα. Και σ’ έναν τόπο οικείο και φιλικό, στο κλειστό του Φαλήρου. Εκεί δηλαδή που το 2013 είχε συσταθεί και συστηθεί η (μετέπειτα) κυβερνώσα Αριστερά της πρώτης φοράς υπό τον Αλέξη Τσίπρα και τους στενούς συνεργάτες του.

Από τον επαναπροσδιορισμό στην περιδίνηση

Υποτίθεται πως σε αυτό μεγάλο και ανοικτό «reunion» εκατοντάδων στελεχών και μελών, συνέδρων με δικαίωμα ψήφου για την περίσταση, ο ΣΥΡΙΖΑ θα επανασυστηνόταν και θα επαναπροσδιοριζόταν πολιτικά, επικαιροποιώντας τη στρατηγική του. Επιθυμούσε επειγόντως, καθώς ο χρόνος πιέζει ενόψει των Ευρωεκλογών, ν’ αφήσει πίσω το παρελθόν και να διεκδικήσει το μέλλον του, καθώς «ερχόμαστε από μακριά και πηγαίνουμε μακριά».

Την είχε ανάγκη αυτήν την ενδοσκόπηση. Τη χρειαζόταν την κουβέντα με τον εαυτό του μπροστά στον καθρέπτη, ύστερα από τη συντριβή του περασμένου καλοκαιριού, τη διαδοχή στην προεδρία και τη διπλή διάσπαση (Ομπρέλα, 6+6) που ακολούθησαν το φθινόπωρο, όπως επίσης τη δημοσκοπική καθίζηση των τελευταίων μηνών.

Αντ’ αυτού ο ΣΥΡΙΖΑ μοιάζει να βυθίστηκε περισσότερο στην κινούμενη άμμο της εσωστρέφειας και απόδοσης ευθυνών. Σίγουρα συνέχισε να περιστρέφεται γύρω από μια κολώνα, σαν άλλος βαρυποινίτης στο Εξπρές του Μεσονυχτίου, και ν’ αναζητά απάντηση στο ερώτημα «ποιος επιτέλους κυβερνά αυτό το κόμμα».

Ο Στ. Κασσελάκης που εξελέγη πανηγυρικά στις εσωκομματικές διαδικασίες του περασμένου Σεπτεμβρίου; Ή όσοι, ιερά τοτέμ του χθες με πολλή δουλειά και προσφορά επί σειρά ετών, βρήκε ο ίδιος μπαίνοντας να ηγηθεί σ’ ένα κόμμα, για τους εσωτερικούς μηχανισμούς και τις λειτουργίες του οποίου δεν είχε ιδέα – αψηφώντας τον θεσμικό ρόλο τους;

Ο Ασκός του Τσίπρα

Γύρω στις 17:00 της Πέμπτης και με το άνοιγμα των θυρών, για την είσοδο στο κλειστό όσων ενδιαφέρονταν να παρακολουθήσουν ομιλίες και θεματικά τραπέζια, λύθηκε το σχοινί κι άνοιξε ο Ασκός του Αιόλου. Αντί όμως να φυσήξει άνεμος ούριος στον δρόμο για την ανασύνταξη, ο χώρος πλημμύρισε από αέρηδες αντίθετων κατευθύνσεων και μεγάλης έντασης, συγκρουσιακούς το δίχως άλλο, που δεν άφησαν τη σκόνη να καθίσει στο τσιμεντένιο δάπεδο και διασκορπίστηκε ολούθε.

Η δύναμή τους ήταν τέτοια που παρέσυραν αγνές προθέσεις, καλές ιδέες και καίριες προτάσεις οργάνωσης σ’ ένα άτυπο bras de fer καταμέτρησης δυνάμεων και ισορροπιών.

Πώς επήλθε η νέα καταιγίδα;

  • ο Αλέξης Τσίπρας παρενέβη αιφνιδίως και κάλεσε το Συνέδριο να προκηρύξει εκλογές ηγεσίας.
  • ο Στέφανος Κασσελάκης, σε μια κατά τ’ άλλα δομημένη πολιτικά ομιλία του που διαμορφώθηκε αναλόγως στην πορεία, αποδέχθηκε το challenge αναζητώντας αντίπαλο ως επαγγελματίας μποξέρ των ρινγκ της Νέας Υόρκης ή του Λας Βέγκας, και
  • η σιδηρά Όλγα Γεροβασίλη, μετά από ένα 24ωρο έντονων ζυμώσεων και συζητήσεων, βγήκε μπροστά ως «παρούσα» για να «αφορίσει» το χρίσμα που είχε δοθεί στον αρχηγό και να τον καθαιρέσει μέσα από μια νέα διαδικασία.

Μονομαχία επιβολής ισχύος

Αναπόφευκτα η πόλωση δεν αποφεύχθηκε κι ένα πιθανόν πιο «flat» συνέδριο τοποθετήσεων, ψηφισμάτων και εγκρίσεων κεντρικών θέσεων είχε πλέον αναβαθμιστεί σε ακραία μονομαχία επιβολής ισχύος εντός Κουμουνδούρου. «Εγώ πρόεδρος υπό προθεσμία δεν γίνομαι» αναφώνησε ο ένας κατακλυσμένος από αυτοπεποίθηση, «το νέο δεν είναι ο μεσσιανισμός» αντέτεινε η συνυποψήφιά του επιχειρώντας να τον προσγειώσει στην πραγματικότητα.

Το «βρείτε αντίπαλο και πάμε», που δια χειλοφώνου ξεπήδησε από το στόμα του προέδρου ως κατακλείδα της βασικής ομιλίας του στο Συνέδριο, είχε πλέον συναντήσει την απόκριση που επιζητούσε με μανία από τις προηγούμενες ημέρες. Έσφιξαν τα χέρια οι δυο τους πριν από έναν «όμορφο αγώνα», αλλά δεν ήταν κάτι παραπάνω από την έξωθεν καλή μαρτυρία. Κι ας μην τον έδωσαν ποτέ στο τέλος.

Τα στρατόπεδα χωρίστηκαν ευθύς εξ αρχής, ποιος μιλούσε με ποιον φάνηκε πολύ γρήγορα από τις συγκολλήσεις και τις διπλανές καρέκλες στην πρώτη σειρά.

Απόδοση ευθυνών και αντίπαλος

Άλλωστε από το βράδυ της Πέμπτης είχε αρχίσει ένα άτυπο blame game εντυπώσεων και διαρροών που κορυφώθηκε Παρασκευή και Σάββατο με επαφές και συνεννοήσεις στους λαβυρινθώδεις διαδρόμους του κλειστού γυμναστηρίου, σε τηλεφωνήματα και ανταλλαγή μηνυμάτων. Οι ρυθμοί πυρετώδεις, η πληροφόρηση στους δημοσιογράφους ακατάπαυστη και ραγδαία, η εναλλαγή συναισθημάτων ολοκληρωτική.

Προτού εν τέλει επικυρωθεί η υποψηφιότητα της Όλγας Γεροβασίλη, αναζητήθηκε ο «εκλεκτός» της αντιπολίτευσης και οι πληροφορίες μπλέκονταν η μία μέσα στην άλλη. Ράβε ξήλωνε, δουλειά να μην σου λείπει. Κι όταν πια ο Τεμπονέρας σύμπλευσε με την Γεροβασίλη, διατρανώνοντας από το βήμα πως «δεν διεκδικούμε καρέκλες και οφίτσια», κατέστη σαφές πως τα δύο μπλοκ είναι συμπαγή κι αδιαίρετα.

Ομολογουμένως ο καθείς ήθελε να παίξει το παιχνίδι με τους δικούς του όρους, χωρίς διάθεση υπαναχώρησης, χωρίς διάθεση συμβιβασμών. Αμφότεροι συμφωνούσαν ότι η προσφυγή στην κάλπη είναι η πλέον η καθαρότερη λύση. Για να μην νιώθει ο Στ. Κασσελάκης πρόεδρος υπό προθεσμία από τη μία, για να σταματήσει ο κατήφορος από την άλλη. Ό,τι είχε αποφευχθεί στις αρχές της εβδομάδας, κατά τη διπλή συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας και την εκεχειρία που αποφασίστηκε, επανήλθε πιο ζωντανό και επίκαιρο λίγες ημέρες αργότερα.

Επειδή όμως χρόνος κι ο τρόπος ανάδειξης αρχηγού διέφερε a priori στα δύο στρατόπεδα, η απόσταση ήταν τεράστια για να γεφυρωθεί. Το «1ο Μαρτίου και υβριδικά» δεν θα ήταν ποτέ δυνατόν να συγκεραστεί με το «τουλάχιστον ένα μήνα κι όπως διεξήχθησαν οι προηγούμενες (μόνο κάλπες)».

Η εξέδρα ανήκε στον Κασσελάκη

Οι σύνεδροι δεν διχάστηκαν ακριβώς. Το ρεύμα του Κασσελάκη στους παρόντες, διαπιστευμένους ή μη από τη στιγμή που η είσοδος ήταν ελεύθερη, δεν αμφισβητούνταν.

Χειροκροτήματα, συνθήματα, χειραψίες, ανταλλαγή φιλοφρονήσεων και φωτογραφίες, σε κατάμεστη, γεμάτη, μισοάδεια ή σχεδόν άδεια σάλα αντανακλούσαν μια απότομη σχέση λατρείας που ομολογουμένως έχει αναπτυχθεί. Του αρέσει και τούς αρέσει η αλληλεπίδραση.

Για τους αμφισβητίες; Από αποδοκιμασίες και επίκριση μέχρι γιουχαΐσματα και χλεύη γηπεδικών διαστάσεων. Το «δεν θέλω ου» του 2024 ήταν μια διαρκής παραίνεση του προεδρείου που πάσχιζε για την αποκατάσταση της τάξης. Όσοι προσπαθούσαν ν’ ακούσουν τις έστω πεντάλεπτες ομιλίες έπεφταν πάνω σε οχλαγωγία και ηχορύπανση. Κηλίδα της όλης διαδικασίας το δίχως άλλο, που προκάλεσε πολλές φορές την αγανάκτηση και ελάχιστες μικροεστίες έντασης.

Η τρίτη λύση

Ως «αστειότητες» χαρακτήριζε μονολεκτικά τις εξελίξεις στο Βήμα στέλεχος που απέφυγε τεχνηέντως να εισέλθει σε μια κατάσταση τριβής του παλιού με το νέου, της «καθεστηκυίας τάξης» με τον «μοντερνισμό» του ΣΥΡΙΖΑ. Το έκρινε ανούσιο στον πυρήνα του όλο αυτό που είχε γεννηθεί τέσσερις μήνες πριν από τις Ευρωεκλογές, μια πανελλαδική μάχη απέναντι στην κυβέρνηση Μητσοτάκη. Εκ του αποτελέσματος απεδείχθη ότι είχε δίκιο.

Διότι στο τέλος της ημέρας επικράτησε μια μέση, βολική πιθανόν για όλους, λύση. Αυτήν που ούτως ή άλλως είχαν διατυπώσει διαδοχικά το Σάββατο, πριν και μετά την Όλγα Γεροβασίλη, ο Νίκος Παππάς, ο Σωκράτης Φάμελλος και ο Γιώργος Τσίπρας, αναζητώντας τον φόρμουλα αποφυγής μιας εξουθενωτικής διαδικασίας που θα οδηγήσει σε νέο ξόδεμα πολύτιμου χρόνου και θα επέτεινε αναμφίβολα την κρίση με παράλληλη έλλειψη δυναμικής αξιωματικής αντιπολίτευσης στη Βουλή.

Σ’ αυτήν την περίπτωση, και μετά το πινγκ-πονγκ του τελευταίου σκέλους, ένας «ματωμένος γάμος» αποδείχθηκε πως ήταν αναπόφευκτος για όλους.

Η κοινή πρωτοβουλία για παραμονή του Στ. Κασσελάκη στην ηγεσία του κόμματος άνευ εκλογών και ενίσχυση του εκτελεστικού γραφείου μετά από ανασυγκρότησή του έμελλε να διαμορφώσει με τέτοιον τρόπο τους συσχετισμούς που οδήγησε σε συμβιβαστική ολοκλήρωση του Συνεδρίου. Πάνω από το 70% ως και 80% των συνέδρων, δια ανατάσεως της χειρός και δια γυμνού οφθαλμού, έδειξαν να συμφωνούν εγκρίνοντας ένα σχέδιο συγκερασμού των δυνάμεων: ναι μεν μην εκπέσει ο πρόεδρος, από την άλλη να πλαισιωθεί καταλλήλως ακούγοντας τους γύρω του.

Οι μασκοφόροι και η μετάθεση μετασχηματισμού

Αν έγινε ή όχι ψηφοφορία, αν αποσύρθηκε η πρόταση της Όλγας Γεροβασίλη ή έκανε πίσω ο Στέφανος Κασσελάκης για να μην απορριφθεί η δική του, αν το προεδρείο μέτρησε ή όχι τα υψωμένα καρτελάκια, ποιοι φορούσαν μάσκες κι έπεσαν ήταν η απόληξη μιας επικοινωνιακής, εν μέρει σουρεαλιστικής, τακτικής κερδισμένων και χαμένων που απασχολούσε κυρίως τους ίδιους και το μυαλό όσων προσπαθούσαν να κατανοήσουν και να ερμηνεύσουν όσα άκουγαν.

Τον (ήδη λαβωμένο) ΣΥΡΙΖΑ όχι τόσο. Ο μετασχηματισμός του είχε ήδη μετατεθεί για κάποια στιγμή στο μέλλον.