Δεν θα με επέπληττε ο Αριστείδης Μπαλτάς εάν μετά το κάζο Κασσελάκη, επεξέτεινα την φόρμουλα του Αλτουσέρ στο βιβλίο του Ο Λένιν και η φιλοσοφία – Η φιλοσοφία ως όπλο της επανάστασης: «η φιλοσοφία -σε τελευταία ανάλυση- είναι πολιτική στη θεωρία»*.

Τις ημέρες που πέρασαν λοιπόν, ο μέντορας του κόμματος, θα εύχονταν να έρθουν οι φροϋδιστές στην εξουσία, τώρα που οι αγράμματοι του Σύριζα βρίσκονται στα πράγματα. Ο Μπαλτάς δεν θα είχε παρά να προσφύγει στην ψυχανάλυση όπως άλλωστε το είχε κάνει ο δάσκαλός του. Και τότε, την αλτουσεριανή ρήση θα τη διάβαζε ως εξής: «η ψυχανάλυση -σε πρώτη ανάλυση- είναι θεωρία στην πολιτική. Διότι, ποιός άλλος λόγος εκτός από το «Λόγο του Κυρίου» μας δείχνει τις επιπτώσεις της κυριαρχίας στη ζωή μας; Δηλαδή ότι ο Πολάκης είναι στα πράγματα;

Και, όπως ο Λακάν το 1958, πριν οδηγηθεί στην περιβόητη πρότασή του «Δεν υπάρχει ο Άλλος του Άλλου», υποστήριζε ότι ο Άλλος του Άλλου υπάρχει και είναι το «Όνομα του Πατρός» (ο Νόμος), έτσι κι εδώ, το Όνομα αυτό είναι «το σημαίνον που μέσα στον Άλλο ως τόπο του σημαίνοντος είναι το σημαίνον του Άλλου ως τόπος του Νόμου».

Απλουστεύω. Στην περίπτωση Κασσελάκη-Φίλη, ενώ από τη μια και οι δύο υπακούουν στο Νόμο (αρχή της πλειοψηφίας), την ίδια στιγμή δεν τον υπακούουν. Ο πρώτος, επειδή δεν υπάρχει πολιτική παρά εκεί που υπάρχει πλειοψηφία, ο δεύτερος, γιατί εκεί που υπάρχει πλειοψηφία δεν υπάρχει πολιτική αλλά ίντριγκα. Ο γρίφος όμως λέγεται κι αλλιώς: εκεί που υπάρχει Νόμος, υπάρχει τάξη (Κασσελάκης). Και εκεί που υπάρχει τάξη, δεν υπάρχει Νόμος (Φίλης).

Πράγματι, διαπιστώνουμε εδώ κάτι σαν ειρωνεία της Δημοκρατίας που εγγράφεται στα χιλιοειπωμένα «παράδοξά» της τα οποία, σημειωτέον, όταν δεν την κάνουν αδύνατη, την κάνουν αδύναμη. Γιατί η επιθυμία της τι άλλο είναι παρά η μετωνυμία μιας έλλειψης όπου κάποιος εξουσιοδοτεί κάποιον άλλον να πάει στη θέση του τη στιγμή ακριβώς που ο αυτός λείπει από τη θέση του. Όπως στην ψυχανάλυση, όπου τίποτα δεν αποδεικνύει το τέλος της θεραπείας -ώστε να επιτρέπει στον αναλυόμενο (έστω τον πολίτη) να μην παραμυθιάζεται. Πολλώ δε μάλλον όταν ο τόπος της πολιτικής (και της ανάλυσης) είναι η φαντασίωση ως υποτιθέμενη σχέση του πολίτη με την πολιτική, εντελώς διαφορετική όμως από τη σχέση του με τη γνώση. Ο Κασσελάκης δεν γνωρίζει. Ο Φίλης θα όφειλε να γνωρίζει περισσότερα από το 2015 (επί Καμμένου). Κασσελάκης-Φίλης, την περασμένη Τρίτη, δεν έκαναν τίποτα περισσότερο από το να φαντασιώνουν την εξουσία (τους) σε μια «άγρια» μεταξύ τους ψυχανάλυση κατά την διάρκεια της οποίας θα ήθελαν να μεταστρέψουν -σε μια ώρα- ο ένας τον άλλο. Το αποτέλεσμα μας είναι γνωστό: ένας από τους καλύτερους μαθητές του Φρόϋντ, ο Βίκτωρ Τασκ, αυτοκτόνησε.

Παρόλα αυτά, επειδή η επιθυμία για εξουσία είναι διαστροφική στο βαθμό που η απόλαυση δεν είναι ποτέ εκεί που θα ήθελε η συμβολική τάξη (Δημοκρατία), τόσο η απόλαυση του Κασσελάκη όσο και η απόλαυση του Φίλη κατά τη μοιραία συνάντηση υπήρξε μια απόλαυση δομικά χαμένη. Ούτε δυσαρέσκεια ούτε χαρά: «άγρια» πολιτική! Δεν έχουμε παρά να την βλέπουμε καθημερινά στην τηλεόραση. Κι αυτό που βλέπουμε, αυτό που ακούμε από τους πολιτικούς κάνει να αντηχεί μικροφωνισμένη η φωνή τους κατά τις δηλώσεις στα μικρόφωνα. Ε λοιπόν, αυτός ο απόηχος της φωνής τους στους τοίχους (τα μικρόφωνα) «είναι η απαρχή του πράγματος από το οποίο φτιάχνουμε πραγματικότητα». Ο Λακάν μιλώντας στους τοίχους του ψυχιατρικού νοσοκομείου της Saint Anne, δεν έβλεπε καμία σχέση της αντήχησης (réson) με το νόημα (raison). Αλλά ο Λακάν δεν πίστευε στον κοινό νου, πίστευε στο νόημα -«κοινό», όπως ο λόγος στον Ηράκλειτο.

«Πιθανόν να μην υπάρχει ούτε εις εξ υμών που να με καταλαβαίνει με τον ίδιο τρόπο. Εξάλλου πασχίζω η πρόσβαση σ’ αυτό το νόημα να μην είναι πολύ άνετη ώστε να πρέπει να προσπαθήσετε από τη μεριά σας να προσθέσετε τον δικό σας χυμό, γεγονός που είναι εξυγιαντικό ακόμα και θεραπευτικό. Εκκρίνοντας νόημα με περισσότερη ορμή θα δείτε ότι η ζωή γίνεται πιο άνετη»**.

Προσυπογράφω! Διότι το σημαίνον (η εξουσία) είναι ο μόνος κύριος του παιχνιδιού. Και τόσο ο Φίλης όσο κι ο Κασσελάκης υποτίθεται ότι του δίνουν νόημα.

Αφήνω για το τέλος αυτού του κειμένου την απορία του ανθρώπου που υποτίθεται ότι με ακούει όταν μιλώ στους τοίχους της δημοσιότητας.

Με ρωτάει: « Έχουν κανένα λόγο όλα αυτά;»

Απαντώ: « Έχουν λόγο. Τον «Λόγο της ψυχανάλυσης». H ψυχανάλυση παράγει την αλήθεια του υποκειμένου η οποία ως τέτοια δεν απαρνιέται το ασυνείδητο».

Εκεί καραδοκεί για τους πολιτικούς το άγχος του ευνουχισμού. Ακόμη και για τον Μπέο. Στον Σύριζα το ασυνείδητο επιφύλαξε την επιστροφή του απωθημένου. Από τον Τσίπρα ως τον Παππά ήθελαν να γίνουν αστοί στην εξουσία. Με τον Κασσελάκη τα κατάφεραν -αλλά χωρίς την εξουσία. Εχθές χάρηκα στην τηλεόραση τους πολιτικούς να επαναλαμβάνουν ό,τι επαναλαμβάνεται. Και δεν ξέρω γιατί σκέφτηκα το παράδοξο: το σύμπτωμά τους ήταν ότι από όλους άκουσα μια γλώσσα χωρίς λόγο. Η απορία μου περιορίστηκε σε αυτό: πώς ενώ αυτοί νομίζουν ότι είναι κύριοι του νοήματος, κύριος είναι ο τόπος του Άλλου. Αλλά έτσι δεν συμβαίνει και με την ψύχωση;

Ένα απέραντο ψυχιατρείο, η Ελλάδα. Και ο Σύριζα.

* Λουί Ατλουσέρ, Ο Λένιν και η φιλοσοφία – Η φιλοσοφία ως όπλο της επανάστασης, εκδόσεις Εκτός Γραμμής, 2016.

** Ζακ Λακάν, Μιλάω στους τοίχους, εκδόσεις Εκκρεμές, 2015.