Οι υποθέσεις των βουλευτών ή επίδοξων υποψηφίων Πάτση, Μαντά, Νικολάου και οι «εκπλήξεις» που προέκυψαν με προβεβλημένα πρόσωπα όπως η ευρωβουλευτής Μαρία Σπυράκη, λειτούργησαν μέχρι στιγμής ως προειδοποιητικά σήματα για το κομματικό επιτελείο της ΝΔ, εν όψει των προσεχών εκλογών και της τελικής διαμόρφωσης των συνδυασμών. Οι κατά περίπτωση παράνομες, παράτυπες ή πάντως αμφιλεγόμενες δραστηριότητες/εκκρεμότητες τους, απείλησαν να θέσουν εν αμφιβόλω την αξιοπιστία της ΝΔ συνολικά και ο προβληματισμός για τους χειρισμούς και, κυρίως, για την εξεύρεση μεθόδων αποφυγής αντίστοιχων παραφωνιών στο εξής.

Οι με συνοπτικές διαδικασίες αποκλεισμοί των συγκεκριμένων προσώπων από τα ψηφοδέλτια ήταν μονόδρομος. Εξαίρεση αποτέλεσε ο Θέμης Χειμάρας, ο οποίος τελικώς περιλήφθηκε στο ψηφοδέλτιο της Φθιώτιδας, καθώς από τον έλεγχο των εταιρικών συναλλαγών της εταιρείας του με το δημόσιο δεν προέκυψαν επιβαρυντικά στοιχεία, σύμφωνα με κομματικές πηγές.

Όμως η αγωνία για το τι θα μπορούσε να προκύψει ανά πάσα στιγμή και για ενδεχόμενα «σκοτεινά σημεία» υποψηφίων, τα οποία πιθανώς θα έχουν διαπεράσει τα κομματικά φίλτρα και τις διαδικασίες ελέγχου, είναι υπαρκτή. Όπως ανέφερε ανώτατο κομματικό στέλεχος λίγες ώρες πριν από την ανακοίνωση των ψηφοδελτίων την Πέμπτη, «υπήρχε μία λελογισμένη ανεκτικότητα, όποιος όμως π.χ. είχε σε βάρος του καταδικαστικές αποφάσεις ή σοβαρές εκκρεμότητες, αποκλειόταν αυτομάτως».

Παρά ταύτα και καθώς στην επικαιρότητα τις προηγούμενες ημέρες κυριάρχησε μία ιδιότυπη αντιπαράθεση με αφορμή την ένταξη του ράπερ Μιθριδάτη στα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ, το ζήτημα της σύνθεσης των ψηφοδελτίων τίθεται σε μία διαφορετική βάση και αναδεικνύει ένα συνολικότερο πρόβλημα της πρόσφατης περιόδου της μεταπολίτευσης. Πρόκειται για την σταδιακή απομάκρυνση άξιων, διακεκριμένων και καταξιωμένων επαγγελματικά υποψηφίων από την πολιτική και τη στροφή των κομματικών ηγεσιών και επιτελείων σε «υποψηφίους σελέμπριτι», με αποκλειστικό σκοπό την άκριτη προσέλκυση ψήφων.

Με διαπιστωμένο το πρόβλημα και με πικρή εμπειρία από πολλά «φάλτσα» κατά το διάστημα των τελευταίων ετών, από το Μαξίμου και τη ΝΔ διαμηνύεται ότι στις επικείμενες εκλογές το κόμμα δεν θα καταφύγει στην πάγια τακτική των τελευταίων δεκαετιών και την επιστράτευση διαφόρων διασημοτήτων, λιγότερο η περισσότερο αμφιλεγόμενων. Υπό αυτό το πρίσμα, υποψηφιότητες όπως αυτή του ραδιοφωνικού παραγωγού Ποσειδώνα Γιαννόπολου, έχουν πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά από εκείνη του Μιθριδάτη ή άλλες αντίστοιχες και πάντως δεν συνιστούν έκπληξη.

Η πρακτική αυτή ωστόσο δεν είναι άγνωστη και στην Πειραιώς.

Ακόμη και επί των ημερών του Κυριάκου Μητσοτάκη έγιναν επιλογές που αποδείχθηκαν ατυχείς και λήφθηκαν αποφάσεις δίχως πολιτικά εχέγγυα, αλλά κατά μείζονα λόγο με κριτήριο την αναγνωρισιμότητα και την δημοφιλία σε συγκεκριμένα κοινά.

Ενδεικτικές τέτοιες περιπτώσεις ήταν η υποψηφιότητα του Κωνσταντίνου Μπογδάνου στην Α’ Αθηνών το 2019 ή η δεύτερη συνεχόμενη υποψηφιότητα του πρώην διεθνή ποδοσφαιριστή Θοδωρή Ζαγοράκη για την ευρωβουλή, στις εκλογές της ίδιας χρονιάς.

Και στις δύο περιπτώσεις, ο Κυριάκος Μητσοτάκης βρέθηκε αντιμέτωπος με λιγότερο ή περισσότερο σοβαρές κρίσεις, που οδήγησαν, αφενός, στην προσωρινή ανεξαρτητοποίηση του ευρωβουλευτή λόγω… ΠΑΟΚ και στη διαγραφή του βουλευτή Α΄Αθηνών, λόγω επανειλημμένων διχαστικών σχολίων και παρεμβάσεων του.