Σε ανοδική τροχιά έχουν εισέλθει τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων, με την ενεργειακή κρίση να λειτουργεί ως καταλύτης προς αυτή την κατεύθυνση.

Πλέον, η αύξηση του διατραπεζικού κόστους χρηματοδότησης δεν επιτρέπει στα πιστωτικά ιδρύματα να τα διατηρήσουν στα ελκυστικά επίπεδα στα οποία είχαν διαμορφωθεί από το 2018 και ύστερα.

Στο πλαίσιο αυτό, όλες οι τράπεζες στην Ελλάδα έχουν προχωρήσει το τελευταίο τρίμηνο σε σημαντικές αναπροσαρμογές στην επιτοκιακή τους πολιτική. Πρόκειται για κινήσεις που αναμένεται να συνεχιστούν στον βαθμό που η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θα παρέμβει το επόμενο διάστημα στα επιτόκιά της για την αντιμετώπιση των πληθωριστικών πιέσεων.

Προσώρας, παρεμβάσεις έχουν γίνει στα σταθερά επιτόκια, τα οποία έχουν αυξηθεί έως και 40 μονάδες βάσης. Τα προϊόντα αυτά αφορούν εκείνους οι οποίοι θέλουν σήμερα να λάβουν χρηματοδότηση για την απόκτηση ή ανέγερση κατοικίας.

Παρότι τα κόστη παραμένουν λογικά, όσοι δεν πρόλαβαν να πάρουν στεγαστικό δάνειο τους πρώτους μήνες του 2022 θα αναγκαστούν τώρα να πληρώσουν ένα «καπέλο».

Ειδικότερα, το σταθερό επιτόκιο δεκαετίας από τη ζώνη του 3% βρίσκεται πλέον σε επίπεδα γύρω από το 3,40%-3,50%, στη 15ετία έχει αυξηθεί από 3,3% στο 3,7%-3,8%, ενώ για μεγαλύτερες διάρκειες φτάνει ακόμα και το 4,4%.

Αυτό έχει ως αποτέλεσμα σε χορηγήσεις με περίοδο εξόφλησης 20 ετών η μηνιαία δόση να αυξάνεται σε σχέση με λίγους μήνες νωρίτερα:

  • Κατά 10-20 ευρώ για δάνειο 100.000 ευρώ
  • Κατά 20-40 ευρώ για δάνειο 200.000 ευρώ
  • Κατά 40-60 ευρώ για δάνειο 300.000 ευρώ

Τραπεζικές πηγές δεν αποκλείουν να υπάρξουν νέες αυξήσεις εάν οι συνθήκες στις αγορές το επιβάλουν. Οπως λένε χαρακτηριστικά, το κόστος θα έπρεπε να είχε πάρει την ανιούσα ήδη από τις αρχές του έτους, αλλά οι αναγκαίες αλλαγές καθυστέρησαν για να μη διαταραχθεί η ζήτηση.

Σημειώνεται ότι τα παραπάνω δεν αφορούν όσους έχουν ήδη λάβει δάνειο και έχουν κλειδώσει το επιτόκιό τους, καθώς σε αυτή την περίπτωση οι καταβολές τους δεν επηρεάζονται καθόλου.

Οι δείκτες EURIBOR

Στον αντίποδα όμως, όσοι αποπληρώνουν δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο θα δουν εκτός απροόπτου τους επόμενους μήνες τις πρώτες αυξήσεις στις δόσεις τους, ως αποτέλεσμα της ενίσχυσης των διατραπεζικών δεικτών EURIBOR.

Για παράδειγμα το EURIBOR 3 μηνών, με το οποίο είναι συνδεδεμένα τα περισσότερα στεγαστικά δάνεια στην Ελλάδα, από το -0,55% την Πρωτοχρονιά βρίσκεται πλέον μία ανάσα από το 0% και σύντομα αναμένεται να περάσει σε θετικό έδαφος. Οταν αυτό συμβεί, θα αναπροσαρμοστούν οι μηνιαίες δόσεις που καταβάλλουν.

Σύμφωνα με αναλυτές, δεν αποκλείεται να φτάσει ακόμη και το 1,50% το 2023, ανάλογα πάντα με τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ, αλλά και με την αβεβαιότητα στις αγορές λόγω της εν εξελίξει κρίσης.

Ετσι, σε ένα δάνειο με κυμαινόμενο επιτόκιο σήμερα 2,75% (EURIBOR 3 μηνών + περιθώριο 2,75%) το ετησιοποιημένο κόστος μπορεί να ξεπεράσει ακόμα και το 4%. Σε αυτό το ενδεχόμενο, ανά 100.000 ευρώ δανείου διάρκειας 20 ετών, η μηνιαία δόση θα αυξηθεί από τα 540 ευρώ σήμερα στα 620 ευρώ. Υψηλότερα δηλαδή κατά 80 ευρώ.

Η ζήτηση

Η εξέλιξη αυτή ανησυχεί έντονα τις τραπεζικές διοικήσεις, καθώς μπορεί να λειτουργήσει αρνητικά προς δύο κατευθύνσεις.

Πρώτον, να μειωθεί η ζήτηση για νέες χορηγήσεις, επηρεάζοντας αρνητικά τα καθαρά έσοδα από τόκους.

Δεύτερον, κάποια νοικοκυριά να μην μπορέσουν να αντεπεξέλθουν στις νέες δόσεις, ειδικά στην τρέχουσα συγκυρία υψηλού πληθωρισμού και περιορισμού του διαθέσιμου εισοδήματος.

Η κρίσιμη συνεδρίαση της ΕΚΤ στις 21 Ιουλίου

Στη συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στις 21 Ιουλίου είναι στραμμένα τα βλέμματα των αγορών, οπότε και η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ αναμένεται να δώσει σήμα για την αύξηση των επιτοκίων.

Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ και άλλες μεγάλες κεντρικές τράπεζες έχουν ήδη ξεκινήσει να εφαρμόζουν πιο περιοριστική νομισματική πολιτική σε μια προσπάθεια να περιορίσουν τον πολύ υψηλό πληθωρισμό που έχει φτάσει στα ύψη λόγω του πολέμου στην Ουκρανία.

Στην Ευρώπη η ΕΚΤ προσπαθεί να βρει τώρα τη χρυσή τομή μεταξύ αύξησης των επιτοκίων και προστασίας της οικονομίας ακόμη και από πιθανή ύφεση.