Με το πέρασμα του χρόνου, ειδικά όταν η παιδεία εντός και εκτός σχολείων δεν βοηθά, ακόμα και οι πιο εμβληματικές προσωπικότητες της Ιστορίας, του πνεύματος και των επιστημών παύουν να γίνονται σημείο αναφοράς και αυτοί που δεν τους γνωρίζουν ξεπερνούν ολοένα και περισσότερο των αριθμό αυτών που τους γνωρίζουν.

Πόσοι άραγε κάτω των 40 ετών γνωρίζουν ποιος ήταν ο Φώτης Κόντογλου; Και πόσοι κάτω των 50 είμαστε σε θέση να τους πληροφορήσουμε για το τι προσέφερε στον ελληνικό πολιτισμό;

Σε πολλούς βέβαια που είτε λόγω ενδιαφέροντος, είτε αντικειμένου, είτε ηλικίας γνωρίζουν πολύ καλά ποιος ήταν ο Φώτης Κόντογλου πιθανότατα εξανίστανται με το ερώτημα αυτό διερωτώμενοι «Πώς είναι δυνατόν να μην γνωρίζει κάποιος, ποιος ήταν ο Φώτης Κόντογλου;», το τι όμως θα θέλαμε να συμβαίνει έχει πολλές φορές μεγάλη απόσταση από αυτό που πραγματικά συμβαίνει.

Για το ποιος λοιπόν ήταν ο σπουδαίος ζωγράφος και λογοτέχνης Φώτης Κόντογλου, που πέθανε σαν σήμερα, στις 13 Ιουλίου 1965, θα μας «μιλήσουν» ο λογοτέχνης Ηλίας Βενέζης, o βυζαντινολόγος Μαρίνος Καλλιγάς και η ποιήτρια και θεωρητικός της τέχνης Ελένη Βακαλό.

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 15.7.1965, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

«Σημαντικό κεφάλαιο των σύγχρονων ελληνικών γραμμάτων»

Όπως αναφέρει «ΤΟ ΒΗΜΑ» της 15ης Ιουλίου 1965, ο Ηλίας Βενέζης στο επικηδείο που εκφώνησε στις 14 Ιουλίου 1965, ως εκπρόσωπος της Ακαδημίας Αθηνών, ανέφερε:

«Από τα χρόνια του Παπαδιαμάντη είχε να φανή στα Ελληνικά Γράμματα τέτοια ενότης πράξεως ζωής και πίστεως. Το έργον του επιφανούς αυτού συγγραφέως, του Φώτη Κόντογλου (…) έχει πλέον καταστή κεφάλαιον σημαντικόν των συγχρόνων ελληνικών γραμμάτων.

«Εις απαράμιλλον προσωπικόν ύγος, με βαθείαν πίστιν εις την ορθοδοξίαν και την βυζαντινήν τέχνην, εκήρυξεν την επιστροφήν εις τας ρίζας της ελληνικής παραδόσεως και έδωσεν εις εξαίρετα βιβλία δείγματα αυτή της επιστροφής.

»Οι ήρωές του είναι άνθρωποι απλοί και γνήσιοι, των θαλασσών και των βουνών μας, με ψυχικήν υγείαν, με πίστιν, με αγάπην.

»Και η περιρρέουσα αυτούς ατμόσφαιρα είναι η Ελλάδα εις την αδιάσπαστον συνέχειάν της, από τους παλαιούς κλασσικούς χρόνους έως τους βυζαντινούς και τους χρόνους της τουρκοκρατίας και τους ιδικούς μας».

«Στάθηκε σαν διαμαρτυρία»

«ΤΟ ΒΗΜΑ» της 25ης Ιουλίου 1965 δημοσιεύει κείμενο του Μαρίνου Καλλιγά. Μεταξύ άλλων αναφέρει ο σπουδαίος βυζαντινολόγος για τον Φώτη Κόντογλου:

«Ο Φώτης Κόντογλου είναι ένας σταθμός στην ιστορία της Νεοελληνικής Τέχνης. Είναι μια λαμπρή καλλιτεχνική φυσιογνωμία που έρριξε το φως της πολύ πιο πέρα από το άμεσο άπλωμα που είχε η επίδραση της τέχνης πάνω στους μαθητές και μιμητές του.

(…)

»Θέλω κυρίως να μιλήσω για την προσφορά στην τέχνη μέσω της ζωγραφικής του. (…) Στάθηκε σαν μια διαμαρτυρία στη φορά που είχε πάρει η νεοελληνική τέχνη στις αρχές του αιώνα μας με τον ακαδημαϊκσμό της, που είχε ξεχάσει και είχε αγνοήσει κάθε παληότερη ελληνική καλλιτεχνική παράδοση. (…)

»[Η νεοελληνική τέχνη στις αρχές του αιώνα μας, ήταν προσηλωμένη στο θάμπος που πρόσφερε η γλυκερότητα του ακαδημαϊσμού στην πιο τελευταία εξέλιξή του, έδειχνε περιφρόνηση στην παληότερη ελληνική παράδοση, που θεωρούσε πια οριστικά νεκρή και την υπολόγιζε μόνο σαν μουσειακό είδος, ανίκανο να δώση νέες δυνάμεις. (…)

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 25.7.1965, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

»Ο Φώτης Κόντογλου γνώριζε την εποχή εκείνη στο Παρίσι τα ρεύματα που άρχισαν να επιβάλλωνται σιγά – σιγά. Πλησίασε τις νεώτερες και πιο σύγχρονες εκδηλώσεις που δεν έβρισκαν τότε ακόμη πλατύτερη απήχηση, τάραζαν όμως τις ευαίσθητες χορδές κάθε πραγματικής καλλιτεχνικής ιδιοσυγκρασίας.

»Τότε, σαν συγχρονισμένος άνθρωπος που ήταν, τού γεννήθηκαν τα προβλήματα που η λύση τους τον ωδήγησε στην αναζήτηση των παλαιότερων πηγών. Η αναδρομή στις ρίζες είναι ένα γνώρισμα της σύγχρονης τέχνης γιατί της προσφέρονται όχι μόνο νέες μορφές αλλά και μια κανούργια αίσθης, περασμένη από τη σίτα της παλαιότερης πείρας. (…)

»Ο Φώτης Κόντογλου ζήτησε πρώτος αυτός να συνδεθή με την παράδοση ξαναφέρνοντας ατόφια την τεχνική που είχε λησμονηθή και θέλησε να συνεχίση την βυζαντινή ζωγραφική που είχε διακοπεί σχεδόν από την εποχή του Διονυσίου του εκ Φουρνά που έγραψε την “Ερμηνεία” του γύρω στα 1730. (…)

»Με το τόλμημά του ο Κόντογλου άνοιξε ένα καινούργιο δρόμο, όχι μόνο θεωρητικό αλλά βγαλμένο από την ίδια την παληότερη ελληνική τέχνη. Δίδαξε ότι όχι μόνο από το πνεύμα αλλά και από την μορφή μπορούμε και πρέπει να διδαχθούμε την ανανέωση και τελικά την δημιουργία της νεοελληνικής ζωγραφικής. Η διδαχή του θα μείνη αναλλοίωτη και η επιρροή του ακατάλυτη στην πορεία της νεοελληνικής τέχνης».

Το άγριο πάθος του

Η  Ελένη Βακαλό έγραψε στα «ΝΕΑ» της 23ης Ιουλίου 1965:

«Ως να φανή ο Κόντογλου, η ιστορία μας πατούσε σ’ ένα σκέλος, τη Δύση και το όραμα που μόνο κρατούσε η Δύση από την Ελλάδα, της αρχαιότητάς της.

»Ο Κόντογλου με το άγριο πάθος του μάς έδωσε το άλλο σκέλος, την Ανατολή και μέσα από την Ανατολή της μνήμης του Βυζαντίου. Διπλασίασε την Ιστορία μας. Επέτρεψε έτσι στους νεώτερους να δούνε, αν όχι το δικό του αποκλειστικό πρότυπο, την ιδιοτυπία μιας ισορροπίας, ανάμεσα σε δύο κόσμους σαν κύριο συστατικό του ελληνισμού. (…)

»Τι έστησε ο Κόντογλου με την πίστη του στις αρχές του νεοελληνικού εαυτού μας, θα είναι χρέος μας ανεξάντλητο από αλλαγές γενεών και στάσεων».