Το Σουδάν είναι – μαζί με την Αλγερία και την Αίγυπτο – μία από τις αφρικανικές χώρες στις οποίες ο στρατός είναι εκτός όλων των άλλων και ένας βασικός πολιτικός θεσμός.

Μεγάλο μέρος της ιστορίας του Σουδάν μετά την κατάκτηση της ανεξαρτησίας το 1956 έχει σφραγιστεί από στρατιωτικές κυβερνήσεις. Μάλιστα, η τελευταία μεταβατική πολιτική κυβέρνηση του Σουδάν, τα μέλη της οποίας συνελήφθησαν κατά το τρέχον πραξικόπημα, είχε αναλάβει τα καθήκοντά της ύστερα από την πτώση, μετά από μια εντυπωσιακή λαϊκή κινητοποίηση, μια πραγματική λαϊκή επανάσταση, μιας τριαντάχρονης στρατιωτικής δικτατορίας υπό την ηγεσία του Ομάρ αλ-Μπασίρ.

Οι δυσκολίες της μετάβασης

Η πτώση του καθεστώτος του Ομάρ αλ-Μπασίρ έγινε υπό το βάρος μιας λαϊκής επανάστασης που ξέσπασε τον Δεκέμβριο του 2018, όταν η κυβέρνηση αποφάσισε την αύξηση της τιμής του ψωμιού, και κορυφώθηκε τον Απρίλιο του 2019 όταν ξεκίνησε μια μαζική συγκέντρωση έξω από το Γενικό Επιτελείο του Σουδανικού στρατού ζητώντας από τις ένοπλες δυνάμεις να ανατρέψουν τον ηγέτη τους.

Σε αυτή την κίνηση η λαϊκή εξέγερση θύμιζε τις ανάλογες κινητοποιήσεις στην Αλγερία περίπου την ίδια περίοδο που επίσης ζητούσαν από τις ένοπλες δυνάμεις να ανατρέψουν τον πρόεδρο.

Μέσα από τη λαϊκή κινητοποίηση είχαν βγει στο προσκήνιο διάφορες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις. Σημαντικός ήταν ο ρόλος της Σουδανικής Ένωσης Επαγγελματιών, που συγκέντρωνε μεγάλο αριθμό κινημάτων σε κατηγορίες όπως οι γιατροί, οι δημοσιογράφοι, οι δικηγόροι, οι κτηνίατροι και οι εκπαιδευτικοί.

Αντίστοιχα κρίσιμο ρόλο έπαιξε η διαμόρφωση ενός συνασπισμού αντιπολιτευτικών κομμάτων (από κοσμικά ή μετριοπαθή ισλαμικά φιλελεύθερα κόμματα έως το Σουδανικό Κομμουνιστικό Κόμμα), των Δυνάμεων για την Ελευθερία και την Αλλαγή, ενώ παράλληλα διαμορφώθηκε μέσα στις μέρες της λαϊκής επανάστασης και ένα εντυπωσιακό δίκτυο από οργανώσεις και κινήματα μέσα στην κοινωνία των πολιτών.

Ωστόσο, η διαμόρφωση της κυβέρνησης που τώρα ανατρέπεται, στηρίχτηκε σε έναν συμβιβασμό ανάμεσα στον στρατό και τον συνασπισμό της αντιπολίτευσης (με την εξαίρεση του Κομμουνιστικού Κόμματος που την απέρριψε). Αυτός ο συμβιβασμός όριζε μια διαδικασία για τη μετάβαση του Σουδάν σε ένα δημοκρατικό καθεστώς μέσα από εκλογές και μέχρι τότε διαμόρφωνε δύο παράλληλους θεσμούς το Συμβούλιο Κυριαρχίας του Σουδάν στην και μια μεταβατική πολιτική κυβέρνηση υπό τον συλληφθέντα πλέον Αμπντάλα Χαμντόκ.

Οικονομικά προβλήματα και οι πολλαπλές διαιρέσεις της χώρας

Ωστόσο, παρά τη μεγάλη δυναμική που είχε η επανάσταση και τον τρόπο που έφερε στο προσκήνιο νέες πολιτικές δυνάμεις, τα προβλήματα της χώρας παρέμεναν μεγάλα.

Αυτά αφορούν τόσο τα οικονομικά προβλήματα σε μια χώρα που τα προηγούμενα χρόνια εκτεταμένα φαινόμενα κακοδιαχείρισης και διασπάθισης πόρων, όσο όμως και τις διαιρέσεις που διαπερνούν την ίδια την χώρα.

Ως προς τις διαιρέσεις της χώρας, παράλληλα με τις πρόσφατες διαδηλώσεις στο Χαρτούμ είχαμε και μεγάλες διαμαρτυρίες στο Πορτ Σουδάν, του βασικού λιμανιού στα ανατολικά, καθώς οι ανατολικές περιοχές του Σουδάν θεωρούν ότι οι συμφωνίες για την πολιτική μετάβαση αδικούν μια περιοχή της χώρας που παραδοσιακά αισθάνεται αδικημένη και περιθωριοποιημένη.

Το ανατολικό Σουδάν, με την πρόσβαση στη θάλασσα είναι βασικό για το εμπόριο όλης της χώρας αλλά και των γειτονικών χωρών και τα έσοδα από τα λιμάνια είναι ιδιαίτερα σημαντικά για το σουδανικό κράτος, με αποτέλεσμα το κλείσιμο του λιμανιού του Πορτ Σουδάν και των βασικών οδικών αξόνων να έχει άμεση οικονομική επίπτωση.

Αντίστοιχα, και ο Απελευθερωτικός Στρατός του Σουδάν του Μίνι Μινάουι, κυβερνήτη του Νταρφούρ, ένα κίνημα ιστορικά αντιπολιτευτικό απέναντι στο καθεστώς του Μπασίρ, θεώρησε ότι τα τέσσερα βασικά κόμματα των Δυνάμεων για την Ελευθερία και την Αλλαγή, που εκπροσωπούν περισσότερο το κέντρο της χώρας, διεκδίκησαν την εξουσία για τον εαυτό τους.

Την ίδια στιγμή ο Στρατός του Σουδάν δεν επιθυμούσε να χάσει τα διάφορα προνόμια που είχε αποκτήσει κατά τη μακρόχρονη παραμονή του στην εξουσία, συμπεριλαμβανομένου του ελέγχου που έχει στο προσοδοφόρο εμπόριο χρυσού.

Μέσα σε αυτό το κλίμα η αντιπολίτευση στην κυβέρνηση έθεσε το αίτημα να διαλυθεί η μεταβατική κυβέρνηση και να συγκροτηθεί κυβέρνηση τεχνοκρατών, καλώντας ουσιαστικά σε κινητοποιήσεις σε αυτή την κατεύθυνση.

Ο στρατός διεκδικεί τον ρόλο του

Ήδη το τελευταίο διάστημα η πολιτική κρίση είχε επιδεινωθεί. Αυτό φάνηκε και στο αποτυχημένο πραξικόπημα της 21ης Σεπτεμβρίου, για το οποίο μάλιστα αρκετοί κατηγόρησαν ως υπεύθυνα στοιχεία μέσα στον στρατό επηρεασμένα από την ιδεολογία της Μουσουλμανικής Αδελφότητας.

Όμως, και η ηγεσία του στρατού ουσιαστικά διεκδικούσε να αποκτήσει ξανά τον έλεγχο της χώρας για να αντιμετωπίσει την πολιτική και κοινωνική κρίση.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στις 11 Οκτωβρίου ο υποστράτηγος Αμπντέλ Φατάχ αλ Μπουχράν, επικεφαλής του Σουδανικού Συμβουλίου Κυριαρχίας, ενός μεταβατικού θεσμού που λειτουργεί ως κορυφή του κράτους, δήλωσε ότι η μόνη απάντηση στην πολιτική και νομοθετική κρίση στη χώρα είναι η διάλυση του τωρινού υπουργικού συμβουλίου  και η επέκταση της συμμετοχής των πολιτικών κομμάτων στην διακυβέρνηση, ενώ κατηγόρησε όσους ήθελαν να αποκλείσουν τις ένοπλες δυνάμεις από την διαδικασία μετάβασης.

Από τη μεριά τους, οι Δυνάμεις της Ελευθερίας και της Αλλαγής υποστήριξαν ότι η λύση είναι να αναλάβει πολιτικός και την προεδρία του Συμβουλίου Κυριαρχίας.

Ουσιαστικά, μέσα σε μια κατάσταση που επιδεινωνόταν από τις εξελίξεις στο ανατολικό Σουδάν και το κλείσιμο του λιμανιού και τα υπαρκτά οικονομικά προβλήματα ένα φάσμα από δυνάμεις, από σημαντικά τμήματα της ηγεσίας του στρατού, μέχρι τους εκπροσώπους περιοχών και βέβαια τα κόμματα που αντιπολιτεύονταν τις Δυνάμεις του Μέλλοντος και της Αλλαγής, έσπρωχναν τα πράγματα προς μια ανατροπή της μεταβατικής πολιτικής κυβέρνησης.

Ωστόσο, την ίδια στιγμή το γεγονός ότι πολύ πρόσφατα το Σουδάν έζησε μια πραγματική λαϊκή επανάσταση ενάντια σε ένα αυταρχικό καθεστώς που στηριζόταν στον στρατό, σημαίνει ότι είναι πιθανό η παρέμβαση του στρατού να πυροδοτήσει νέο μεγάλο γύρο λαϊκών αντιδράσεων. Ήδη αυτό φάνηκε από τις μαζικές διαδηλώσεις στο Χαρτούμ και την βίαιη απάντηση του στρατού.