Η επίσκεψη του Ζοζέπ Μπορέλ στην Άγκυρα και οι συναντήσεις του με τους υπουργούς Εξωτερικών και Άμυνας, Μεβλούτ Τσαβούσογλου και Χουλουσί Ακάρ αντιστοίχως, επιβεβαίωσε αυτό που ήταν κοινό μυστικό το τελευταίο διάστημα. Υπό την επίνευση του Βερολίνου, που ασκεί το τρέχον εξάμηνο την εκ περιτροπής Προεδρία του Συμβουλίου, η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) θα επιδιώξει να διαμορφώσει τις προϋποθέσεις για τη δρομολόγηση ενός διαλόγου μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας, που θα μπορούσε να εξειδικευθεί σε συνομιλίες Τουρκίας – Ελλάδος καθώς και, πιθανώς, σε ένα νέο γύρο διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό.

Οι συζητήσεις είναι πολύ πρόωρες και αναμφίβολα δεν συντρέχουν όλες οι απαραίτητες προϋποθέσεις για έναν διάλογο. Η έκβαση της προσεχούς συνεδρίασης του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων στις 13 Ιουλίου, αλλά και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 17-18 Ιουλίου στις Βρυξέλλες θα επιτρέψουν να υπάρξει καθαρότερη εικόνα.

Δείτε επίσης: 

Διπλωματικός πυρετός για λύση στον τουρκικό γόρδιο δεσμό – Ο «δαίδαλος» του Καστελλορίζου και οι οδηγίες Βενιζέλου από το 2014

Tι ζητάει η Αθήνα;

Το μείζον ζήτημα για την Αθήνα είναι πάντως να ξεκαθαρίσει η ίδια τι θα ήθελε από έναν τέτοιο διάλογο. Θα αρκείτο απλώς σε μία αποκλιμάκωση της έντασης ή θα επεδίωκε κάτι ευρύτερο, κινούμενη προς μία ολιστική προσέγγιση επίλυσης των διαφορών με την Τουρκία, ακολουθώντας πχ έναν οδικό χάρτη; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι κομβική διότι θα καθορίσει τα επόμενα βήματα. Άλλωστε, αυτό που φαίνεται ότι έχουν στο μυαλό τους οι ευρωπαίοι συνομιλητές της Αθήνας είναι «να παγώσουν» τον χρόνο σε όσα έχουν συμβεί ως τώρα και να πιάσουν μετά το νήμα του διαλόγου. Σε αυτή την περίπτωση, είναι σαφές ότι η Άγκυρα θα έχει το «πάνω χέρι», έχοντας σταδιακά διαμορφώσει μία σειρά από τετελεσμένα, με βασικότερα το Μνημόνιο Συναντίληψης με την Τρίπολη για τις θαλάσσιες ζώνες.

Με το Μεταναστευτικό και την κρίση της Λιβύης να ρίχνουν τη βαριά σκιά τους στις ευρωτουρκικές σχέσεις, η ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο δημιουργεί σοβαρό πρόβλημα στους σχεδιασμούς Γερμανίας και Βρυξελλών. Η Τουρκία διαδραματίζει κομβικό ρόλο και στα δύο μέτωπα και για τον λόγο αυτό μία ανάφλεξη στην Ανατολική Μεσόγειο κρίνεται ως πλήρως αντιπαραγωγική. Ο ύπατος εκπρόσωπος της ΕΕ για την εξωτερική πολιτική, που εμφανίστηκε μάλλον υπερβολικά απολογητικός κατά τη συνέντευξη Τύπου με τον κ. Τσαβούσογλου καθώς δεν έκανε πχ ούτε μία αναφορά σε θέματα κράτους δικαίου, δήλωσε ότι ο σκοπός της επίσκεψής του ήταν «να διασφαλίσω την έναρξη διαπραγματεύσεων, δηλαδή της Τουρκίας με την ΕΕ ή τις χώρες – μέλη, την Κυπριακή Δημοκρατία και τους Τουρκοκυπρίους. Η Ελλάδα, η Τουρκία, η ΕΕ, τα Ηνωμένα Έθνη μπορούν όλοι να βρεθούν μαζί».

Λύση – πακέτο

Ο κ. Μπορέλ εμφανίστηκε να επιθυμεί μία λύση – πακέτο. Όπως ο ίδιος σημείωσε, αυτό που επιδιώκει είναι «η υιοθέτηση μίας νέας προσέγγισης που θα ικανοποιήσει και τις δύο πλευρές και μια συμφωνία που θα καλύπτει όλα τα θέματα, δηλαδή την απελευθέρωση των θεωρήσεων, την επικαιροποίηση της Τελωνειακής Ένωσης, τις γεωπολιτικές συμφωνίες στην Ανατολική Μεσόγειο, τη συνεργασία στη Λιβύη και στη Συρία». Πρόσθεσε δε ότι η Τουρκία «είναι ένας ισχυρός παράγοντας» και ότι ο ίδιος εκτιμά πως «η σχέση μας με την Τουρκία είναι το πιο σημαντικό μας ζήτημα όσον αφορά στην εξωτερική πολιτική».

Ο κ. Τσαβούσογλου απέρριψε πάντως ευθέως τη λογική του πακέτου. «Αν συνδέσετε το ζήτημα της μετανάστευσης με την Ανατολική Μεσόγειο, τότε πως θα το επιλύσουμε;» αναρωτήθηκε μεγαλοφώνως. Για να προσθέσει λίγο αργότερα: «Όταν συσχετίζετε άσχετα ζητήματα με συγκεκριμένα θέματα, τότε δεν θα εκπληρώνουμε τις υποχρεώσεις μας». Ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών υπήρξε κατηγορηματικός ότι η Λευκωσία και η Αθήνα κρατούν σε ομηρία την ΕΕ θέτοντας συνεχώς διάφορες προϋποθέσεις. Από όλα τα παραπάνω, κατέστη σαφές ότι η απόπειρα έναρξης διαλόγου συνιστά υψηλό πήχη και δεν αποκλείεται να κρύβει δυσάρεστες εκπλήξεις για την Αθήνα σε περίπτωση ελλιπούς προετοιμασίας.