Λίγες μέρες μετά την αναστολή λειτουργίας των θεάτρων, ο σκηνοθέτης Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος έφυγε για το νησί του, την Ανδρο, μαζί με τη σύζυγό του, τη μεταφράστρια Κοραλία Σωτηριάδου. Εκεί παραμένει μέχρι σήμερα. «Πήγα για να προετοιμαστώ για την καλοκαιρινή παράσταση που είχα αναλάβει στο Φεστιβάλ Αθηνών: «Ο γάτος που έμαθε σ’ ένα γλάρο να πετάει» του Λουίς Σεπούλβεδα» αναφέρει από την άλλη γραμμή του ακουστικού. «Δυστυχώς ματαιώθηκαν όλες οι παραστάσεις του Φεστιβάλ στην Πειραιώς, μαζί και οι ελπίδες των ανθρώπων που θα εργάζονταν για να τα βγάλουν πέρα το καλοκαίρι, κι εγώ έμεινα στο νησί δουλεύοντας τα θεατρικά σχέδια του χειμώνα, όσο κι αν φοβάμαι ότι θα είναι χειμώνας χωρίς θέατρα. Στη Γαλλία, στη Γερμανία αντιμετωπίζουν το ενδεχόμενο να είναι λευκή αυτή η χρονιά και επιδοτούν τους εργαζόμενους. Εντάξει, δεν είμαστε ούτε Γαλλία ούτε Γερμανία. Αλλά και πάλι, τηρουμένων των αναλογιών, πρέπει να υπάρξει από τώρα πρόβλεψη για τους ανθρώπους των τεχνών».

Είναι φυσικό να μονοπωλεί τη συζήτηση η επόμενη ημέρα που ξημερώνει για τον σύγχρονο πολιτισμό. «Ο Πρωθυπουργός στη διάρκεια της επίσκεψής του στο Εθνικό Θέατρο παραδέχτηκε μ’ έναν τρόπο ότι δεν έχουν γίνει όσα θα έπρεπε για τον κόσμο των τεχνών, γι’ αυτό και δήλωσε ότι: «Δεν θα αντιμετωπιστεί ο πολιτισμός ως προϊόν αγοράς. Δεν θα αφήσουμε ξεκρέμαστους τους ανθρώπους της τέχνης τον χειμώνα». Ας ακούσουν λοιπόν οι αρμόδιοι την πρωτοβουλία Support art workers, την ΕΜΚΕΘΙ, την ένωση παραγωγών και όσους ακόμα έχουν προτείνει λύσεις. Υπάρχει και η διεθνής εμπειρία. Να τους ακούσουν, όπως άκουσαν τους επιστήμονες στην αντιμετώπιση του Covid-19. Η τέχνη δεν είναι ούτε χόμπι ούτε πολυτέλεια. Είναι ζωτική ανάγκη. Στο διάστημα του εγκλεισμού που έζησε ο κόσμος, εκατοντάδες χιλιάδες αναζήτησαν παραστάσεις στο Διαδίκτυο. Μόνο στο Θέατρο του Νέου Κόσμου ανεβάσαμε ελεύθερα 40 παραστάσεις, με πάνω από 650.000 χρήστες!».

Τέχνες κι εξουσία

«Κάποιοι προσδίδουν πάντως σε αυτή τη σύγκρουση και ιδεολογικά χαρακτηριστικά: υποστηρίζουν ότι αριστεροί καλλιτέχνες συγκρούονται με μια δεξιά κυβέρνηση» παρατηρώ. «Σε όλες τις εποχές οι τέχνες, και κυρίως το θέατρο, στέκονται απέναντι στην εξουσία. Ρίξτε μόνο μια ματιά στα θεατρικά έργα από καταβολής» απαντά.

Δεν ευθύνονται όμως και οι ίδιοι οι καλλιτέχνες για τη σημερινή κατάσταση; «Μέσα στην οικονομική κρίση, η ανάγκη έκφρασης των ηθοποιών, η αγωνία τους να υπάρχουν στο επάγγελμα ακόμα και με ελάχιστες απολαβές, οδήγησε στην ανεξέλεγκτη αύξηση του αριθμού των παραστάσεων» παρατηρεί. «Οι νεανικές ομάδες εκ των πραγμάτων δεν έχουν τη δυνατότητα να αμείβονται κανονικά και να βάζουν ένσημα. Από την άλλη, η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων άφησε τους ηθοποιούς έκθετους στην εκμετάλλευση. Είναι ελάχιστοι οι παραγωγοί που πληρώνουν αξιοπρεπώς και ασφαλίζουν κανονικά τους ηθοποιούς. Για τη φτωχοποίηση ενός ολόκληρου κλάδου είναι τεράστια η ευθύνη των κυβερνήσεων της τελευταίας δεκαετίας. Συνέβαλε σ’ αυτό και η κατάργηση των επιχορηγήσεων, τις οποίες ευτυχώς επανέφερε, έστω και με μικρό κονδύλι, η Λυδία Κονιόρδου. Που, για να είμαστε δίκαιοι, το διπλασίασε η Λίνα Μενδώνη».

Γυρνάμε πίσω στο αγαπημένο του παιδί, στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, που πλέον το διευθύνει ο γιος του, Μίλτος Σωτηριάδης. Πόσο εύκολη ήταν αυτή η απόφαση; «Εδώ και κάποια χρόνια ο Μίλτος, που έχει έφεση στα οργανωτικά, έχει αναλάβει τη διεύθυνση του θεάτρου. Ιδιαίτερα τα χρόνια που εργάστηκα για το Φεστιβάλ Αθηνών θα ήταν αδύνατον να σηκώσω εγώ αυτό το βάρος. Τώρα που επέστρεψα στον Νέο Κόσμο, απολαμβάνω τα καλά αυτής της επιλογής, γιατί δουλεύω απερίσπαστος στις σκηνοθεσίες μου. Φυσικά, δεν είναι πάντα εύκολο να παραδίδεις σε άλλον κάτι που ήταν στα χέρια σου, αλλά προσπαθώ να ελέγχω τις εμμονές μου. Βοηθάει και ο διάλογος».

Δύο έργα για τον χειμώνα

Φύσει αισιόδοξος, σχεδιάζει να σκηνοθετήσει δύο έργα στον δύσκολο αυτόν χειμώνα που έρχεται.  Πρώτον, την «Τριλογία των Λίμαν» του Στέφανο Μασίνι στη διασκευή του Μπεν Πάουερ για το National Theatre του Λονδίνου. «Πρόκειται για την ιστορία των τριών αδελφών Λίμαν, Εβραίων από τη Βαυαρία, που μετανάστευσαν στα μέσα του 19ου αιώνα στην Αμερική και σταδιακά δημιούργησαν οι ίδιοι, οι γιοι και τα εγγόνια τους έναν χρηματοοικονομικό κολοσσό που κατέρρευσε θεαματικά το 2008, δίνοντας το έναυσμα για τη μεγαλύτερη οικονομική κρίση της ιστορίας, μετά το κραχ του 1929. Μέσα από την ιστορία αυτής της οικογένειας γνωρίζουμε την ιστορία του καπιταλισμού στην ίδια την κοιτίδα του. Ολοι οι ρόλοι αυτής της επικής πορείας ερμηνεύονται από τρεις ηθοποιούς: τον Μάκη Παπαδημητρίου, τον Αργύρη Ξάφη και τον Μιχάλη Οικονόμου» προσθέτει.

Η δεύτερη παράσταση που σχεδιάζει έχει στο επίκεντρό της την εμβληματική «Γυναίκα της Ζάκυθος» του Διονυσίου Σολωμού «με τη δραματουργική συνεργασία του Παντελή Μπουκάλα και τη σαρωτική παρουσία της Λυδίας Κονιόρδου» αναφέρει.

Μιλά για τους επικίνδυνους καιρούς που διάγουμε. «H ένδεια και η ανασφάλεια σπρώχνουν μεγάλο μέρος της κοινωνίας σε αντιδραστικές συμπεριφορές. Οι γυναίκες, οι ΛΟΑΤΚΙ, οι φυλακισμένοι και άλλες πληθυσμιακές ομάδες υφίστανται κάθε λογής διακρίσεις, που φτάνουν μέχρι τη φυσική τους εξόντωση. Αλλά εκείνοι που βρίσκονται σε απόλυτο αδιέξοδο και συχνά αντιμετωπίζουν κανονικό διωγμό, θύματα των εθνικιστών αλλά και του κράτους, είναι οι πρόσφυγες». Το έργο του Σεπούλβεδα, που προοριζόταν για το Φεστιβάλ, ήταν κατά κάποιον τρόπο μια συνέχεια των δράσεων για παιδιά που έχει αναπτύξει στο Θέατρο του Νέου Κόσμου. «Εδώ και 18 χρόνια έχουμε δημιουργήσει μια κινητή θεατρική ομάδα δίνοντας δωρεάν παραστάσεις για παιδιά σε νοσοκομεία και ιδρύματα. Οπου ερχόμαστε σε επαφή όχι μόνο με ελληνόπουλα, αλλά και με προσφυγόπουλα. Ετσι ξανοιχτήκαμε τα τελευταία χρόνια σε καταυλισμούς προσφύγων και Ρομά και σε διάφορες δομές αλληλεγγύης. Η παράσταση θα παιζόταν στην Πειραιώς 260 για ελληνόπουλα και προσφυγάκια και στη συνέχεια σε καταυλισμούς».

Επίδαυρος και Φεστιβάλ Αθηνών

Η θητεία του ως καλλιτεχνικού διευθυντή του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου ήταν για εκείνον μια μεγάλη πρόκληση και εμπειρία. «Μέχρι πριν από 15 χρόνια υπήρχε μόνο το Ηρώδειο και η Επίδαυρος. Ο Λούκος έφερε στην Πειραιώς τη σύγχρονη τέχνη, κυρίως θέατρο και χορό, που ενώ υπήρχε στα φεστιβάλ όλου του κόσμου, δεν είχε βρει τον χώρο της στο δικό μας. Σε αυτή τη σύγχρονη διεθνή πραγματικότητα κινήθηκα κι εγώ» αναφέρει. «Στο Ηρώδειο δώσαμε βάρος στη μουσική, ενισχύοντας την παρουσία της κλασικής μουσικής στην καλοκαιρινή Αθήνα. Θα σταθώ λίγο περισσότερο στην Επίδαυρο, όπου μπορούσε να ξετυλιχτεί μια πιο σύνθετη ιδέα. Επιδιώξαμε να έχουμε διεθνείς συμμετοχές στο πρόγραμμα του Αρχαίου Θεάτρου, μια δύσκολη υπόθεση: να θυμίσω τον «Οιδίποδα» του Ουίλσον την ίδια χρονιά με την παράσταση «Ηλέκτρα-Ορέστης» της Κομεντί Φρανσέζ σε σκηνοθεσία Ιβο βαν Χόβε, που μάλιστα ξεκίνησε και χτίστηκε από πρόταση δική μου. Στη Μικρή Επίδαυρο στραφήκαμε σε παραστάσεις θεάτρου, χορού και μουσικής πιο νεανικές, πιο εναλλακτικές, πάνω σε έργα αρχαία ή αρχαιόθεμα».

Από το δεύτερο καλοκαίρι της θητείας του προστέθηκε το Λύκειο Επιδαύρου, ένα θερινό σχολείο αρχαίου δράματος με σπουδαστές από όλο τον κόσμο, σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου. «Στο Λυγουριό ζούσανε αυτή την εμπειρία 150-180 σπουδαστές, δάσκαλοι, εθελοντές και εργαζόμενοι κάθε καλοκαίρι επί τρία χρόνια. Κι ας μη μιλήσω για τα εργαστήρια που οργανώναμε επί 3 χρόνια στην Αργολίδα, φέρνοντας πιο κοντά στα θέατρα της Επιδαύρου τον κόσμο όλης της περιοχής. Θεωρώ πως το Λύκειο καλύπτει μια πραγματική εκπαιδευτική ανάγκη και είναι μια δομή που δεν ανήκει σ’ εμένα αλλά στο Φεστιβάλ. Γι’ αυτό και πιστεύω πως αξίζει τον κόπο να το επανεξετάσει η Κατερίνα Ευαγγελάτου, τώρα που θα έχει περισσότερο χρόνο. Δεν καταργούμε μια χρήσιμη εκπαιδευτική δομή. Τη βελτιώνουμε, αλλά δεν την καταργούμε. Κι αυτό είναι το νόημα της συνέχειας, κάτι που υποστήριξα από την πρώτη ως την τελευταία μέρα της θητείας μου. Η καρέκλα του καλλιτεχνικού διευθυντή είναι πολλές φορές ηλεκτρική. «Δυστυχώς δεν μπορείς να συμπεριλάβεις στο πρόγραμμα όλους όσους θα ήθελες. Σίγουρα κάποιους αδίκησα, που δεν είναι κατ’ ανάγκην αυτοί που έκαναν φασαρία. Με βαραίνει περισσότερο η σιωπή των νέων καλλιτεχνών παρά ο θόρυβος των κακομαθημένων».

Oπως ομολογεί, το ίδιο το θέατρο του άλλαξε τη ζωή. «Κι ακόμη περισσότερο από τη στιγμή που στράφηκα στη σκηνοθεσία, με παρότρυνση της Κοραλίας».