Αυτό που εξελίσσεται στην Ευρώπη, με φόντο την οικονομική σωτηρία της Ενωσης, ματαιώνει μέχρι στιγμής τον ίδιο τον σκοπό της ύπαρξής της.

Για να μην επαναλαμβάνει κανείς τα γνωστά και ενδεχομένως ηθικολογικά περί αλληλεγγύης, αρκεί να επισημάνει την μεγάλη αντίφαση στην οποία η ίδια η γερμανική κυβέρνηση έχει υποπέσει.

Η Ανγκελα Μέρκελ σε εκείνο το διάγγελμα που είχε απευθύνει σε δραματικούς τόνους πριν από δύο εβδομάδες, είχε δηλώσει ότι πρόκειται για την σοβαρότερη κρίση και πρόκληση από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Μία λεπτομέρεια ως προς αυτά, είναι ότι μιλούσε για την Γερμανία, η οποία είχε προκαλέσει τον πόλεμο, αλλά αυτό μπορεί κανείς να δεχθεί ότι εντάσσεται στην λογική ότι το διάγγελμα απευθυνόταν στους Γερμανούς…

Παρά ταύτα και παρά το ότι αναγνωρίζεται στο Βερολίνο η σοβαρότητα της κρίσης, η συμπεριφορά της γερμανικής κυβέρνησης στις Βρυξέλλες δεν φαίνεται να είναι αντιστοίχως σοβαρή.

Αρνείται τα προφανή, επιχειρεί να καθυστερήσει τις γενναίες αποφάσεις και μπορεί κάποιος βασίμως να υποθέσει, ότι έχει εναποθέσει τις ελπίδες της στην στην εξεύρεση φαρμάκου/εμβολίου, ώστε με τα ημίμετρα που προτείνει έως ότου αυτό συμβεί, να παιχτεί καθυστέρηση και κάποια στιγμή να επανέλθουν όλα στην (προβληματική) ευρωπαϊκή κανονικότητα.

Υπό αυτό το πρίσμα προτείνονται διάφορα εκ προοιμίου ατελή και ανεπαρκή μέτρα, απορρίπτονται προτάσεις δημιουργικές και γίνονται παζάρια για μερικά δισεκατομμύρια ευρώ. Η κοντόφθαλμη λογική του Βερολίνου έχει πολλαπλές εκφάνσεις και θα όφειλαν οι περισσότεροι πολιτικοί ηγέτες της Γερμανίας να έχουν ήδη αντιληφθεί ακόμη και τα στοιχειώδη.

Όπως για παράδειγμα ένα απλό νούμερο, το οποίο δείχνει πόσο απειλείται η ίδια η πείσμων Γερμανία, από μία μικρή λεπτομέρεια. Οι εξαγωγές της στις δύο βαρύτερα πληττόμενες χώρες, την Ιταλία και την Ισπανία, ανέρχονται ετησίως σε περισσότερα από 100 δισ. ευρώ ετησίως. Με τα μπαλώματα που συζητούνται ενόψει eurogroup για το ποια μορφή θα προσλάβει η ευρωπαϊκή δράση για την αντιμετώπιση της κρίσης, οι δύο χώρες είναι αμφίβολο αν θα κατορθώσουν να ορθοποδήσουν σε ορατό χρονικό διάστημα. Συνεπώς, τα 100 αυτά δισ. μόνο από την Ισπανία και την Ιταλία, η κυβέρνηση του Βερολίνου μπορεί να τα αποχαιρετήσει, ή τουλάχιστον το μεγαλύτερο μέρος τους, εφόσον οι δύο χώρες βυθιστούν σε ένα υφεσιακό χάος.

Υπάρχουν και πολλές άλλες διαστάσεις για τις αλληλεπιδράσεις και τις ζημίες που μπορεί να έχει για την Γερμανία η στάση της κυβέρνησής της, ενόψει της σοβαρότερης κρίσης από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.

Με αυτήν την έννοια, οι συζητήσεις και ο τρόπος με τον οποίο αυτές διεξάγονται στα eurogroup και στις συνόδους κορυφής, είναι πολύ κατώτερες των περιστάσεων.

Μπορεί να μιλούν κάποιοι ήδη για την επίτευξη κάποιου συμβιβασμού.

Ωστόσο, δεν είναι ορατό τι ακριβώς θα συμβιβάσει ποιος και με ποιον και πώς νοείται αυτό.

Το σκηνικό είναι για μία ακόμη φορά το ίδιο. Η Γερμανία επιμένει και αρνείται, οι άλλοι ασκούν πιέσεις και τελικά, κατά τα αναμενόμενα σε αυτήν την φάση, θα υπάρξει απλώς μία αναγκαστική συμφωνία κατώτερη των περιστάσεων.

Συμβιβασμός αυτό δεν λέγεται, αφού δεν είναι καν σαφές σε τι ακριβώς υποστηρίζουν οι Γερμανοί ότι είναι διατεθεμένοι να υποχωρήσουν. Αυτό λέγεται απλώς παράταση μίας προβληματικής δομής, η οποία ούτως ή άλλως θα ανατραπεί εκ των συνθηκών. Μπορεί τότε να αντιληφθούν στο Βερολίνο τι θα έπρεπε να έχουν κάνει. Μπορεί όμως και να είναι αργά ακόμη και για αυτό…